……….Εἷναι γνωστὸ ὅτι ἀπὸ ἐνωρὶς ὁ ὅρος «σοφιστής», ἀπέκτησε δυσφημηστικὸ περιεχόμενο, κυρίως έπειδὴ οἱ μεταγενέστεροι ἀντλοῦν τὴν γνώση γι’αὐτοὺς βασικὰ ἀπὸ τοὺς διαλόγους τοῦ Πλάτωνος, τοῦ μεγαλυτέρου τους ἀντιπάλου. Σήμερα βέβαια δὲν εἶναι πιὰ πολλοὶ ἐκεῖνοι ποὺ πιστεύουν ὅτι οἱ Σοφιστὲς ἦταν συνειδητοὶ ἀπατεῶνες, ἄνθρωποι χωρὶς ἠθικὲς ἀρχὲς ποὺ προκάλεσαν τὴ διάβρωση τῶν διαφόρων θεσμῶν καὶ ὀδήγησαν τὴν Ἀθήνα τοῦ 5ου αἰῶνα π.Χ. στὴν πολιτικὴ καὶ ἠθικὴ κατάπτωση.
……….Παρ’ὅλα αὐτὰ ὅμως, ἐξακολουθεῖ νὰ ὑπάρχει καὶ σήμερα κάποια προκατάληψη ἀπέναντι στοὺς Σοφιστές. Δὲν εἶναι λίγες οἱ περιπτώσεις ὅπου πέρα ἀπὸ τὴ δικαιολογημένη κριτικὴ ποὺ ἀσκεῖται σχετικὰ μὲ τὴ διδασκαλία τους, ἀποδίδονται σ’αὐτοὺς διάφορες ἀνηθικιστικὲς καὶ ἀναρχικὲς θεωρίες μὲ μία εὐκολία ποὺ δύσκολα θὰ παρατηροῦνταν ἄν ὁ λόγος ἦταν γιὰ ἄλλους φιλοσόφους.
……….Μία ἀπὸ αὐτὲς εἶναι ἡ σχετικὴ μὲ τὸ «δίκαιο τοῦ ἰσχυροτέρου», ἡ ὁποία μὲ ποικίλους τρόπους συσχετίζεται μὲ τὴ Σοφιστική.
……….Ἀναφορές στὸ «δίκαιο τοῦ ἰσχυροτέρου» συναντοῦμε σὲ ἔργα ἀρκετῶν συγγραφέων τοῦ 5ου και 4ου αἰῶνα π.Χ., ἀλλὰ τρεῖς εἶναι οἱ περιπτώσεις ὅπου ἀπαντᾶ μία κάπως λεπτομερέστερη ἔκθεση αὐτῆς τῆς θεωρίας : στὸ 5ο βιβλίο τοῦ Θουκυδίδου καὶ σὲ δύο διαλόγους τοῦ Πλάτωνος, στὸν Γοργία καὶ τὴν Πολιτεία.
……….Ὁ Θρασύμαχος στὸ 1ο βιβλίο τῆς Πολιτείας, δίνει μεγαλύτερη ἔμφαση στὴν σχέση ἀνάμεσα στὸ κράτος καὶ στὸν πολίτη, ἀπ’ ὅ,τι στὴν σχέση ἀνάμεσα στὸ ἰσχυρὸ ἄτομο καὶ τοὺς συμπολῖτες του. Ἰσχυρίζεται ὅτι αὐτοὶ ποὺ κυβερνοῦν μία πολιτεία, ἄσχετα ἄν πρόκειται γιὰ δημοκρατικὸ πολίτευμα ἤ γιὰ τυραννία, θεσπίζουν τοὺς νόμους ποὺ ἐξυπηρετοῦν τὸ δικὸ τους συμφέρον. Αὐτὸ τὸ ἐμφανίζουν ὡς δικαιοσύνη γιὰ τοὺς ἐξουσιαζόμενους καὶ ὅποιος τὸ παραβαίνει τιμωρεῖται γιατὶ δῆθεν ἐνεργεῖ ἐνάντια στὸν νόμο καὶ τὴν δικαιοσύνη.
……….Ὁ Θουκυδίδης ἀναφέρεται σ’αὐτὸ τὸ θέμα καὶ σὲ ἄλλα σημεῖα τοῦ ἔργου του, σχεδὸν ὅμως πάντα σὲ σχέση μὲ τὸν ἀθηναϊκὸ ἐπεκτατισμὸ, ἐνῶ ὁ Πλάτων στοὺς Νόμους, κάνοντας λόγο γιὰ τὴν ἀντίθεση νόμος-φύσις, προσθέτει ὅτι ὑπάρχουν δάσκαλοι ποὺ διδάσκουν στοὺς νέους ὅτι ἡ μεγαλύτερη δικαιοσύνη εἶναι ὅ , τι τὶ τις ἄν νικᾷ βιαζόμενος (890a), κάτι ποὺ ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα τὴν ἀθεῒα, τὶς στάσεις καὶ τὴν καταπίεση τῶν ἄλλων.
……….Νόμος ( ἀπὸ τὸ ρῆμα νέμω ) σήμαινε κυρίως χρήση, συνήθεια ἤ ἔθιμο, καὶ νόμος τοῦ Κράτους. Ἡ χρήση τῆς ἴδιας λέξης γιὰ νὰ δηλωθεῖ τὸ ἔθιμο καὶ ἡ συμβατικότητα ἀπὸ τὴν μία, καὶ τὸ θετὸ δίκαιο ἀπὸ τὴν ἄλλη, δικαιολογεῖται ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα μεγάλο μέρος τῶν νόμων τοῦ Κράτους, ἦταν ἐθιμικοὶ καὶ ὄχι θεσπισμένοι ἀπὸ πολιτικοὺς. Τὸ περιεχόμενο τοῦ νόμου εἶναι σχετικὸ ἐπειδὴ ἐξαρτᾶται κάθε φορὰ ἀπὸ τὸ νόημα ποὺ δίνουν σ’αὐτὸν τὸν ὅρο οἱ ἄνθρωποι.
……….Γι’ αὐτὸ ὁ νόμος παύει νὰ ὑπάρχει ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ οἱ ἄνθρωποι δὲν τὸν χρειάζονταν πιὰ καὶ τὸν καταργοῦν ἤ τὸν ἀντικαθιστοῦν μὲ κάποιον ἄλλο. Γενικὰ ἡ λέξη νόμος δηλώνει τοὺς θεσμοὺς ποὺ δημιουργήθηκαν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους καὶ δὲν ὁφείλουν τὴν ὑπαρξή τους στὴ φύση.
……….Ἀντίθετα, φύσις, ποὺ μπορεῖ νὰ ἀποδοθεῖ ὡς φύση ἤ πραγματικότητα, εἶναι αὐτὸ ποὺ ὑπάρχει ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν ἐπέμβαση τοῦ ἀνθρώπου, ἡ φυσικὴ κατάστασις ἑνὸς ἄψυχου ἤ ἔμψυχου ὄντος. Ὅταν ὅμως ὁ ὅρος χρησιμοποιούνταν στὴν ἠθικὴ, σήμαινε τὸ σταθερὸ κριτήριο, τὴν βάση ποὺ μένει ἀναλλοίωτη κάτω ἀπὸ συνεχὴ μεταβολὴ τῶν ἀνθρώπινων θεσμῶν καὶ νόμων.