.
Αμάσεια
.
Πόλη τού δυτικού Πόντου κάπου 130 χιλιόμετρα στα νότια τής Αμισού (Σαμψούντας). Περιβάλλεται από απόκρημνα όρη και διασχίζεται από τον ποταμό Ίρη. Στις πλαγιές τού βουνού που ορθώνεται στα βόρεια τής πόλης, σώζονται, μέχρι και σήμερα, οι λαξευτοί τάφοι των βασιλιάδων, που προκαλούν το ενδιαφέρον και την περιέργεια των επισκεπτών. Η πόλη επικοινωνούσε με δύο γέφυρες, οι οποίες έγιναν αργότερα πέντε, αρκετά μοντέρνας κατασκευής.
Οι κάτοικοι τής Αμάσειας ήταν περίπου 14.000 χιλιάδες, πολύ τραχείς και κατά πλειοψηφία τούρκοι. Υπήρχαν περίπου 600 οικογένειες Αρμενίων και 100 οικογένειες Ελλήνων τουρκοφώνων.
Πατρίδα τού γεωγράφου Στράβωνα και γνωστή από τα αρχαία χρόνια, η Αμάσεια υπήρξε στην ελληνιστική περίοδο, πρωτεύουσα τού βασιλείου των Μιθριδατών, στην ρωμαϊκή, πρωτεύουσα ομώνυμης ρωμαϊκής επαρχίας και στα βυζαντινά χρόνια, έδρα μητροπολιτικής περιφέρειας.
Ιδιαίτερα όμως η πόλη αυτή μας είναι γνωστή για τα φριχτά (δικαστήρια ανεξαρτησίας) του Κεμάλ Ατατούρκ και τις φυλακές που στήθηκαν και χτίστηκαν εκεί ειδικά για την εξόντωση τού ελληνικού στοιχείου. Από τον Ιανουάριο τού 1921 μέχρι την ανταλλαγή (1923), πέρασαν από τις υγρές φυλακές τής Αμάσειας όλοι οι Έλληνες που διακρίνονταν στο εμπόριο, στον πλούτο, στις επιστήμες, στη κοινωνική ζωή και προέρχονταν απ’ όλες τις περιοχές τού Πόντου.
Τον Σεπτέμβριο τού 1921 καταδικάστηκαν με σύντομη και συνοπτική διαδικασία, και εκτελέστηκαν (δι’ αγχόνης) στο κέντρο τής πόλης, οι Έλληνες καθηγητές και μαθητές τού ελληνοαμερικανικού κολεγίου Μερζουφούντας, 52 χωρικοί από την Κάβζα, και υπόδικοι από Τοκάτ, Φάτσα, Τσορούμ, Αμισό, Πάφρα και αλλού. Συνολικά καταδικάστηκαν και εκτελέστηκαν γύρω στα 180 άτομα.