,

.
ΚΥΡΗΝΗ Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΑΠΟΙΚΙΣΜΟΣ ΣΤΗ ΒΟΡΕΙΟ ΑΦΡΙΚΗ (6ος – 5ος αἰῶνας π.Χ.)
,
Ἐπιλεγμένα ἀποσπάσματα ἀπό τὸ βιβλίο τοῦ Γεωργίου Πουκαμισᾶ — ΚΥΡΗΝΗ Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΑΠΟΙΚΙΣΜΟΣ ΣΤΗ ΒΟΡΕΙΟ ΑΦΡΙΚΗ, ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ, 1994.
Βασικὴ πηγὴ τὸ βιβλίο: ΗΡΟΔΟΤΟΣ ΑΛΙΚΑΡΝΑΣΣΕΥΣ, ΙΣΤΟΡΙΩΝ Δ΄(Μελπομένη), Λιβυκὸς λόγος.
……….Ἡ Ἱστορία καὶ ὁ ἀρχαῖος πολιτισμὸς τῶν Ἑλλήνων τῆς Κυρήνης καὶ τῶν βλαστημάτων της, εἶναι μία ἄγνωστη στοὺς πολλοὺς, ἐξαιρετικά ἐνδιαφέρουσα ὡστόσο καὶ γοητευτικὴ σελίδα τοῦ ἑλληνικοῦ ἀποικισμοῦ καὶ τοῦ ἀρχαίου πνεύματος.
……….Ὅσο πλούσια καὶ ἐν πολλοῖς ἀκριβή εἶναι τὰ στοιχεῖα ποὺ παραθέτει ὁ Ἠρόδοτος γιὰ τὴν ἵδρυση τῆς Κυρήνης καὶ τοὺς Λίβυες τῆς περιοικίδος στὴν μακρᾶ παρέκβασή του, ποὺ εἶχε σκοπὸ τὴν εἰσαγωγὴ στὴν περσικὴ ἐκστρατεία κατὰ τῆς ἡρωικῆς Βάρκης, στὸ τέταρτο βιβλίο τῶν Ἱστοριῶν του, τὰ φιλολογικὰ δεδομένα ποὺ ὑπάρχουν στὴν συνέχεια εἶναι ἀποσπασματικά. Ὁ πλοῦτος τοῦ πρωτογενοῦς ἱστορικοῦ ὑλικοῦ ὡστόσο, τῶν ἀρχαιολογικῶν εὑρημάτων, ἰδιαίτερα δὲ τῶν ἐνεπίγραφων, ποὺ ὅμως ἀκόμη δὲν ἔχουν δημοσιευθεῖ πλήρως, βοηθοῦν στὴν ἀξιόπιστη ἀνασύνθεση τοῦ ἱστορικοῦ τοπίου τῆς Κυρήνης, γιὰ τὸν Ε΄π.Χ. αἰῶνα καὶ ἐπέκεινα.
……….[ ] Στὴν μεσογειακὴ προβολὴ τῆς Λιβύης, Ν.Δ. τῆς Κρήτης, Δωριεῖς ἄποικοι ἀπό τὴν Θῆρα στὴν ἀρχή, τὰ ἄλλα νησιά, τὴν Πελοπόννησο καὶ τὴν Κρήτη στὴν συνέχεια, μὲ τὸν μόχθο τους, συνέστησαν ἕναν ἀφρικανικό παράδεισο τῶν Ἑλλήνων γιὰ δεκατρεῖς αἰῶνες· ὥς καὶ τὴν ἄφιξη τῶν πολεμιστῶν τοῦ ἱσλᾶμ, ἔπλασαν τοὺς μύθους τους, ἵδρυσαν τὰ ἱερά τους, ἔφτασαν σὲ ἀπόγειο ὑλικῆς ἀκμῆς καὶ πνευματικῆς ἄνθησης καὶ ἀναλήφθηκαν νομίζει κανείς στοὺς οὐρανούς, ἀφήνοντας πίσω τὰ μνημεῖα, τὶς δωρικὲς ἐπιγραφές καὶ τὴν σφραγίδα τοῦ πνεύματός τους.
……….Πρὶν ἀπό αὐτούς ἡ Λιβύη δὲν εἶχε ἱστορία. Μετὰ ἀπό αὐτούς ἔγινε διάβαση κατακτητῶν, καὶ συνεχίζει στὶς μέρες μας νὰ ἀναζητῇ τὸ ἰδιαίτερο στίγμα της.
……….[ ] Ὅταν οἱ πρῶτοι Θηραῖοι ἄποικοι ὁδηγούμενοι ἀπό τοὺς Λίβυες νομᾶδες τῆς περιοχῆς ἔφταναν στὸ φυσικὸ ἐξώστη ὅπου θὰ ἵδρυαν τὴν Κυρήνη, τὸ 631 π.Χ. εἶχε οὐσιαστικά ὁλοκληρωθεῖ ὁ Β’ ἑλληνικός ἀποικισμός. Εἶχαν ἤδη συμπηχθεῖ οἱ ἀποικίες τῆς Σικελίας καὶ τῆς Κάτω Ἰταλίας, οἱ Ἴωνες εἶχαν διαβεῖ τὶς πύλες τοῦ Εὐξείνου, καὶ οἱ Μεγαρεῖς εἶχαν ἱδρύσει τὸ Βυζάντιο σαράντα χρόνια νωρίτερα. Μόνο οἱ Φωκαεῖς πιεζόμενοι, θὰ δημιουργοῦσαν δεκεατίες ἀργότερα, στὸ ἄλλο ἄκρο τῆς Μεσογείου, τὴν Μασσαλία, καὶ τὰ βλαστήματά της.
……….Ἡ Κυρήνη καὶ τὰ ἐξαρτήματά της, ὰποτελοῦν τὸ νοτιότερο σημεῖο ἐπεκτάσεως τοῦ ἑλληνικοῦ ἀποικισμοῦ. Στὴν Κυρηναϊκή μὲ ὅλη τὴν διασταύρωση ἰθαγενῶν στοιχείων, σημειώθηκε ἡ μόνη μαζικὴ ἑλληνική ἐγκατάσταση στὴν ἀφρικανική ἤπειρο, ποὺ εἶχε διάρκεια ζωῆς δεκατριῶν αἰώνων, καὶ προηγήθηκε ἀκριβῶς τριακόσια χρόνια τῆς κτίσεως τῆς Ἀλεξάνδρειας τῆς ἐπ’ Αἰγύπτῳ.
……….[ ]Ὁ Ἠρόδοτος παραθέτει τὴν θηραϊκή παράδοση (γιὰ τὴν ἵδρυση).
,,,,,,,,,,Ἦταν περὶ τὰ μέσα τοῦ 7ου π.Χ. αἰῶνα ὅταν ὁ Γρίννος, βασιλιᾶς τῆς Θῆρας, γιὸς τοῦ Αἰσανία καὶ ἀπόγονος τοῦ Θῆρα, πρόσφερε στοὺς Δελφοὺς ἑκατόμβη ἀπό μέρους τῶν συμπολιτῶν του. Μεταξὺ τῶν συνοδῶν του, ἦταν καὶ ὁ Βᾶττος (Ἀριστοτέλης κατὰ Πίνδαρο), γιὸς τοῦ Πολυμνήστου, ἀπόγονος ἑνός τῶν Λακεδαιμονίων ἀποίκων ποὺ ἦταν μινυακῆς καταγωγῆς, τοῦ Εὕφημου. Πρόγονος τοῦ τελευταίου ἦταν ὁ ὁμώνυμος Ἀργοναύτης.
……….Ἡ Πυθία, στὴν ὁποία εἶχαν τεθεῖ ἐντελῶς ἄλλα ἐρωτήματα, συνέστησε στοὺς Θηραίους νὰ ἱδρύσουν πόλη στὴν Λιβύη. [ ] Ὁ χρησμὸς γρήγορα λησμονήθηκε καθὼς μάλιστα κανεὶς δὲν τολμοῦσε νὰ πέμπψῃ ἀποικία στὸ ἄγνωστο.
……….Ἑπταετής περίοδος ἀνομβρίας καὶ ξηρασίας ποὺ ἀκολούθησε, ὑποχρέωσε τοὺς Θηραίους νὰ προσφύγουν καὶ πάλι στὴν καθαρτικὴ συμβουλὴ τοῦ Δελφικοῦ μαντείου. Ἡ Πυθεία ἐπανῆλθε στὸ θέμα τῆς ἀποικίας στὴν Λιβύη. Οἱ Θηραῖοι, μὴν ἔχοντας πλέον ἄλλη ἐπιλογή, ἀποφάσισαν νὰ συμμορφωθοῦν μὲ τὴν ἐντολή τοῦ Θεοῦ, ἀναζητῶντας ἀπεγνωσμένα θεραπεία στὰ δεινᾶ τους.
……….[ ]Κατὰ τὴν κυρηναϊκή ἐκδοχή τοῦ Ε΄π.Χ. αἰῶνα, ἡ ἱστορία ξεκινᾶ στὴν πόλη τῆς Κρήτης Ὄαξο, δυτικὰ τῆς Κνωσσοῦ. Ἐκεῖ βασίλευε ὁ Ἑτέαρχος, ποὺ ἀποφάσισε νὰ παντρευτῇ γιὰ δεύτερη φορὰ, ὥστε νὰ δώσῃ μητέρα στὴν ὀρφανή, ἀνήλικη κόρη του, Φρόνιμη. Ἡ μητριὰ μὲ τὴν εἴσοδό της στὸν οἴκο τοῦ Ἑτέαρχου, ἀποφάσισε νὰ ἀπαλλαγῇ ἀπό τὴν ἐνοχλητική προγονή· κακομεταχειριζόταν τὴν Φρόνιμη καὶ δὲν ἔχανε εὐκαιρία νὰ τὴν συκοφαντῆ στὸν πατέρα της.
……….Ὁ Ἑτάρχος, ἐνδίδοντας στὶς διαβολὲς τῆς συζύγου του, συνέλαβε ἀπαίσιο σχέδιο μὲ θῦμα τὴν θυγατέρα του. Ὁ Θηραῖος ἔμπορος Θεμίσων, ἔτυχε νὰ βρίσκεται στὴν Ὄαξο. Ὁ Ἑτέαρχος τοῦ ἐπιδαψίλευσε γενναιόδωρη φιλοξενία καὶ τοῦ ἀπέσπασε τὴν ἔνορκη ὑπόσχεση, ὅτι θὰ τὸν ὑπηρετοῦσε σὲ ὅ,τι τοῦ ζητοῦσε. Παρέδωσε λοιπὸν τὴν κόρη του στὸ Θεμίσονα, καὶ τοῦ ἀνέθεσε νὰ τὴν ἀφήσῃ νὰ πνιγῇ στὰ ἀνοικτά τοῦ Κρητικοῦ πελάγους. Ὁ Θεμίσων, μὲ ἀποτροπιασμό γιὰ τὸν Ἑτέαρχο ποὺ τὸν παγίδευσε μὲ ὅρκο, ἀποκήρυξε κάθε δεσμὸ φιλοξενίας μὲ αὐτόν καὶ ἄφησε τὴν Κρήτη. Καταστρατήγησε τὴν ἀπαίτηση ποὺ τοῦ ἐπέβαλε ὁ ὅρκος του. Μεσοπέλαγα, γιὰ νὰ λυθῇ ἀπό τὸν ὅρκο ποὺ εἶχε ὁμώσει, ἔδεσε τὴν Φρόνιμη μὲ ἕνα σχοινί, τὴν βύθισε στὴν θάλασσα, τὴν ἀνέλκυσε καὶ ἔφθασε στὴν Θῆρα. Στὴν συνέχεια, ἕνας προεστὸς τῆς Θῆρας, ὁ Πολύμνηστος, πῆρε τὴν Φρόνιμη σὰν παλλακίδα του. Γιὸς τους γεννήθηκε ὁ μέλλων νὰ ὁνομασθῇ Βᾶττος. Ἡ παράδοση τῆς Θῆρας καὶ τῆς Κυρήνης ὁνομάζει τὸν γιὸ τοῦ Πολυμνήστου εὐθύς ἐξ ἀρχῆς Βᾶττο.
……….[ ] Ὁ Ἠρόδοτος βασανίζοντας τὴν ὀνομασία ἐπιμένει ὅτι ὁ Ἀριστοτέλης ἔλαβε τὸ ὄνομα Βᾶττος ἀπό τοὺς Λίβυες ἰθαγενεῖς, λέξη ποὺ στὴν γλῶσσα τους σημαίνει βασιλιάς. Ἡ λέξη ἐπιβιώνει μέχρι σήμερα στὴν λαλιὰ τῶν Λιβύων τῆς Κυρηναϊκῆς (Μπάτι=πατέρας). [ ] Ὁ Βᾶττος καὶ οἱ σύντροφοί του[ ], ἀποφάσισαν νὰ χτίσουν ἀποικία στὴν στερεὰ τῆς Λιβὐης. [ ] Πέρασαν ἀπέναντι, σὲ τόπο ποὺ ὁνομαζόταν Ἄζιρις, στὴν ὄχθη ἑνός μικροῦ ποταμοῦ ποὺ διέτρεχε μία δασωμένη μικρὴ κοιλάδα (στὸ στόμιο τοῦ σημερινοῦ WADI KHALIJ, μεταξὺ τῆς Μπόμπα καὶ τῆς Ντέρνας).
……….Ἔμειναν στὴν Ἄζιρι γιὰ ἕξι-ἑπτὰ χρόνια. Ἐκεῖ ἦλθαν σὲ πρώτη φιλικὴ ἐπαφή μὲ τὶς λιβυκὲς φυλὲς τῆς περιοχῆς. Οἱ Λίβυες δὲν φαίνεται νὰ εἶχαν ἀντίρρηση νὰ συνδράμουν τοὺς νεήλυδες ποὺ ἦλθαν ἀπό τὴν θάλασσα. [ ] Τοὺς ὁδήγησαν στὸ φρύδι τοῦ ὑψηλοτέρου πρὸς τὸ χαμηλότερο ὀροπέδιο, ἐκεῖ ποὺ εἶναι τὰ ἱερά τῆς Κυρήνης, σὲ ἕναν φυσικὸ ἐξώστη μὲ θέα τὸ βορρᾶ, 15 περίπου χιλιόμετρα ἀπό τὴν μεσογειακὴ ἀκτή. Ἡ ἀπόσταση ἀπό τὴν Ἄζιρι ἦταν περὶ τὰ 150 χιλιόμετρα.
……….[ ]Ὁ φυσικὸς ἐξώστης μὲ τὴν πηγὴ τοῦ Ἀπόλλωνα πυρήνας τῆς ἑλληνικῆς μεγαλούπολης τῆς Ἀφρικῆς σὲ ὑψόμετρο 600 μέτρων, θυμίζει καταπληκτικὰ τοὺς Δελφούς. [ ]Οἱ Ἕλληνες εἶχαν αἰχμαλωτισθεῖ ἀπό τὴν ὁμορφιά καὶ τὴν διαμόρφωση ἑνός τοπίου ποὺ τόσο ἔντονα τοὺς θύμιζε τὴν πατρίδα τους καὶ ἦταν ταυτόχρονα ἀπαλλαγμένο ἀπό τὶς ξηρασίες ἀπό τὶς ὁποῖες εἶχαν ὑποφέρει τὰ τελευταῖα χρόνια στὴν Θῆρα. Κλίμα ἤπιο, τόπος πλούσιος, ἕνας ἀληθινός παράδεισος γιὰ τοὺς Ἕλληνες, ποὺ γιὰ δεκατρεῖς αἰῶνες μετέβαλαν τὸ λιβυκὸ πέλαγος σὲ ἐσωτερική τους θάλασσα.
……….[ ] Ἀπό τὸν Ἀριστοτέλη, ὡς βασιλέα πλέον Βᾶττο Α΄, ἡ δυναστεία ποὺ ἀκολούθησε δίνοντας ὀχτώ βασιλεῖς στὴν Κυρήνη, ὀνομάστηκε δυναστεία τῶν Βαττιαδῶν. Ὁ Βᾶττος Α’ κυβέρνησε γιὰ σαράντα χρόνους τὴν μικρὴ του κοινότητα ἐποίκων, μὲ μετριοπάθεια καὶ σοφία. Ἦταν σύγχρονος τοῦ μεγάλου τυράννου τῆς Κορίνθου Περιάνδρου, γιοῦ τοῦ Κυψέλου (627-585 π.Χ.). Ὁ τάφος του ἀποκαλύφθηκε μὲ ἀκρίβεια, χάρις στὴν ἀκριβή περιγραφὴ τοῦ Πινδάρου (5. Πυθιονικὸς, 124). Ὁ ἴδιος παραδίδει τὴν ἀγαθή ἀνάμνηση ποὺ ἄφησε ὁ πρῶτος Κυρηναῖος βασιλέας : «Μάκαρ μὲν ἀνδρῶν, ἥρως δ’ ἔπειτα λαοσεβής». Ἐλάχιστα εἶναι γνωστὰ γιὰ τὸν γιὸ του, Ἀρκεσίλαο Α΄ποὺ κυβέρνησε γιὰ 16 χρόνια.
……….[ ]Ἄλλοι τρεῖς Βᾶττοι καὶ τρεῖς Ἀρκεσίλαοι πρόφτασαν νὰ διαδεχθοῦν αὐτούς στοὺς δύο αίῶνες συνολικά, ποὺ ἡ τραγικὴ δυναστεία τῶν Βαττιαδῶν κυβέρνησε τὴν Κυρήνη. [ ] Οἱ ἄποικοι (πλέον) κατέκλυζαν τὴν Κυρήνη (ὅς δὲ κεν ἐς Λιβύην πολυήρατον ὕστερον ἔλθῃ γᾶς ἀναδαιομένας, μετὰ οἵ ποκὰ φαμι μελήσειν-159-), ὄχι πιὰ ἀπό τὴν Θῆρα ἀλλά ἀπό τὴν Κρήτη καὶ τὴν Πελοπόννησο κυρίως. Ἀνάμεσά τους, ὅπως ἀναφέρει ὁ Παυσανίας, ἦταν ὁ περίφημος Σπαρτιάτης δρομέας Χίονις, ποὺ ἦταν ἤδη ἑπτά φορὲς Ὀλυμπιονίκης.
……….(Τότε) οἱ Λίβυες νομᾶδες κτηνοτρόφοι (οἷα τῆς τε χώρης στερισκόμενοι καὶ περιυβριζόμενοι ὑπό τῶν Κυρηναίων -159-) κάλεσαν σὲ βοήθεια τὸν Αἰγύπτιο φαραῶ Ἀπρίη. Ἦταν ἡ πρώτη φορὰ ποὺ στρατεύματα εἰσέβαλαν στὴ Λιβύη ἀπό ἀνατολικά. [ ] Ἡ μάχη δόθηκε στὴν Ἴρασα, κοντὰ στὴν πηγὴ Θέστη. Ἡ ἤττα τῶν Αἰγυπτίων ἦταν συντριπτική. Νικήθηκαν κατὰ κράτος, ὑποτιμῶντας ἕνα ἀντίπαλο ποὺ δὲν εἶχαν ποτέ στὸ παρελθὸν ἀντιμετωπίσει.
……….Ὁ Ἠρόδοτος σημειώνει ὅτι μία συνέπεια τῆς καταστροφῆς, ἦταν πὼς ὁ πειθήνιος καὶ ὑποτακτικός αἰγυπτιακός λαός ἐξεγέρθηκε κατὰ τοῦ Ἀπρίη, ὡς ὑπευθύνου τῆς ἤττας. Διάδοχός του ἔγινε ὁ πρώην ἔμπιστός του, Ἄμασις. Ἔκτοτε οἱ Αἰγύπτιοι ἔμαθαν νὰ ἐκτιμοῦν καλλίτερα τοὺς Ἑλληνες· τότε ἄνοιξε τὸ κεφάλαιο τῆς σταδιοδρομίας Ἑλλήνων μισθοφόρων στὴν χώρα τοῦ Νείλου. Τὴν ραγδαία βελτίωση τῶν σχέσεων μεταξὺ Ἑλλήνων Κυρηναίων καὶ Αἰγύπτου, ἐπισφράγησε ἡ σύναψη συνθήκης φιλίας καὶ συμμαχίας μὲ τὴν Κυρήνη (μεταξὺ 568-565 π.Χ.) καὶ ὁ γάμος τοῦ Ἀμάσιος (568-526 π.Χ.) στὶς ἀρχές τῆς βασιλείας του, μὲ τὴν θυγατέρα τοῦ Βάττου Β’ καὶ ἀδελφή τοῦ Αρκεσιλάου Β’, Λαδίκη. [ ]Ἡ Λαδίκη, ἡλικιωμένη πλέον, ζοῦσε ἀκόμη ὅταν ὁ Καμβύσης, βασιλιᾶς τῶν Περσῶν, εἰσέβαλε στὴν Αἴγυπτο τὸ 525.
[ ] Ἐπί τῶν ἡμερῶν τοῦ Άρκεσιλάου Β΄ ἀρχίζει ἡ συστηματικὴ συλλογὴ καὶ ἐξαγωγή τοῦ πολυδύναμου φαρμακευτικοῦ φυτοῦ σίλφιου, ποὺ ἔγινε στὴν συνέχεια ἡ κύρια πηγὴ πλούτου τῆς Κυρήνης. Ὁ Ἀρκεσίλαος εἰκονίζεται στὸν περίφημο λακωνικὸ κρατῆρα (560 π.Χ.) τῆς Ἐθνικῆς Βιβλιοθήκης τῶν Παρισίων, νὰ ἐπιβλέπῃ τὴν ζύγιση καὶ φόρτωση τοῦ σίλφιου. Ὁ Εὐγάμμων ἐξ ἄλλου, τοῦ ἀφιέρωσε τὴν «Τηλεγόνεια». [ ] Τὸ σίλφιο ἦταν ἡ βάση τῶν θεραπευτικῶν μεθόδων τῶν Κηρυναίων γιατρῶν, ποὺ εἶχαν ἀποκτήσει μεγάλη φήμη ἤδη στὸν ΣΤ΄ π.Χ. αἰῶνα, θεωρούμενοι ὡς οἱ καλλίτεροι τῆς ἐποχῆς τους μεταξὺ τῶν Ἑλλήνων, μετὰ τοὺς Κροτωνιᾶτες. Δὲν εἶναι ἐξ ἄλλου τυχαῖο ὅτι οἱ παραστάσεις τοῦ φυτοῦ εἶναι χαραγμένες στὰ ἰωνικά κιονόκρανα τοῦ περίφημου ἱεροῦ (Δ΄αἰ.) τοῦ Ἀσκληπιοῦ στὶς Βαλλάγρες ( Μπέϊντα).
……….[ ]Οἱ μεταρρυθμίσεις στὸ πολίτευμα τῆς Κυρήνης, ἦλθαν κατόπιν προσφυγῆς γιὰ πολλοστὴ φορὰ τῶν Κυρηναίων στοὺς Δελφοὺς μὲ τὸ ἐρώτημα ποιὸ θὰ ἦταν τὸ κατάλληλο πολίτευμα γιὰ τὴν διασφάλιση τῆς εὑημερίας τῆς πατρίδας τους. Καθ’ ὑπόδειξη τοῦ Λοξία Ἀπόλλωνα, οἱ Κυρηναῖοι δανείστηκαν ἀπό τοὺς Μαντινεῖς «ἄνδρα τῶν ἀστῶν δοκιμώτατον» τὸν Δημώνακτα. Μὲ τὴν μεταρρύθμιση τοῦ Δημώνακτα, πριονίσθηκε οὐσιωδῶς ἡ βασιλικὴ έξουσία. Ὁ βασιλιᾶς περιορίστηκε στὴν ἄσκηση θρησκευτικῶν λειτουργιῶν, ἔχασε πολλὰ ἀπό τὰ κτήματά του καὶ ἡ πολιτικὴ ἐξουσία πέρασε στὰ χέρια τοῦ δήμου, τῶν ἐλευθέρων δηλαδὴ κτηματιῶν.
……….Ἀποτέλεσμα ἦταν νὰ ἀκολουθήσουν συγκρούσεις, μὲ τὸν νεαρὸ Ἀρκεσίλαο Γ’ νὰ ἐπιχειρῇ βίαια τὴν ἐπιστροφή στὸ προηγούμενο κοινωνικοπολιτικὸ καθεστώς. Στράφηκε γιὰ βοήθεια στὸν νέο κυρίαρχο τῆς Αἰγύπτου, τὸν Πέρση Καμβύση, καταβάλλοντας μάλιστα καὶ φόρο ὑποτέλειας. Ἡ κίνησή του ὅμως ἀπέτυχε καὶ μετὰ τὴν ἀνατροπή του, κατέφυγε στὴν Σάμο. Αὐτὸ ἔδωσε ἀφορμή στοὺς Πέρσες νὰ εισβάλλουν στὴν Κυρήνη.
……….[ ]Σὰν ὑποτελὴς τοῦ Μεγάλου Βασιλέως ἐκυβέρνησε τὴν Κυρήνη στὴν ὁποία ὑπαγόταν καὶ ἡ Βάρκη, ὁ Βάττος Δ΄ ἀπό τὸ 513-512 π.Χ. μέχρι καὶ μετὰ τοὺς μηδικοὺς πολέμους (περίπου 470 π.Χ.). Κατὰ τὴν μακρὰ συντηρητικὴ καὶ σώφρονα βασιλεία του, ἡ Κυρήνη δυνάμωσε σὲ πλοῦτο καὶ αἴγλη. Τὸ σίλφιο, τὰ δημητριακὰ καὶ τὰ κτηνοτροφικὰ προϊόντα, ἐξαγόμενα στὴν μητροπολιτικὴ κυρίως Ἑλλάδα, ἀποτέλεσαν σταθερὴ πηγὴ πλούτου. Τὰ λιβυκὰ φῦλα τῆς ἑνδοχώρας, δὲν ἦταν σὲ θέση νὰ παρεμποδίσουν τὴν ἀνάπτυξη τοῦ ὑπερπόντιου αἰγαιακοῦ ἐμπορίου τῶν Κυρηναίων. Μέσα σ’ ἕνα πλαίσιο εἰρηνικῆς συνυπάρξεως στὶς ἐξωτερικὲς σχέσεις καὶ ἐσωτερικῆς γαλήνης, ἡ Κυρήνη ἐπιδόθηκε στὴν ἀνάπτυξη τῆς οἰκονομίας καὶ τοῦ ἐμπορίου της.
……….Γιὰ πρώτη φορά, ἕνα καινούργιο ρεῦμα ἐμπορικῶν συναλλαγῶν μὲ καραβάνια, ἀνοίχτηκε στὶς ἐρήμους τῆς Βορείου Ἀφρικῆς. Δυτικὰ στὴν Μεγάλη Σύρτι, ἀπό τὸ ἐμπορεῖο Χάραξ (Medinet Sultan σήμερα), ἐξαγόταν σίλφιο πρὸς τὰ ὑπό καρχηδονιακὴ ἐπιρροή ἐδάφη, ποὺ ἀνταλλάσονταν μὲ ποσότητες οἴνου. Οἱ Περσικοὶ πόλεμοι, παρὰ τὴν ὑποτέλεια στὸν Μεγάλο Βασιλέα, δὲν κατάφεραν νὰ ἐκτροχιάσουν τὴν πολιτικὴ λαμπρῆς ἀπομόνωσης τοῦ Βάττου Δ΄. Οἱ Κυρηναῖοι δὲν παρακάθησαν στὴν πανελλήνια συνέλευση τοῦ Ἰσθμοῦ (486 π.Χ.), οὔτε ὅμως ἀκολούθησαν τὸν Ξέρξη στὴν ἐκστρατεία του κατὰ τῆς Ἑλλάδος. Στὸν Ξέρξη προετοιμαζόμενο κατὰ τῆς Ἑλλάδος, ἡ Κυρήνη ἔδωσε μόνο ἅρματα.
……….[ ]Μετὰ τὴν τελικὴ ἀπώθηση τῶν Περσῶν ἀπό τὴν Ἑλλάδα, ἡ Κυρηναϊκή ἀποκτᾶ πλήρη καὶ ἀπεριόριστη τὴν ἀνεξαρτησία της (μεταξὺ 479 καὶ 474 π.Χ.) ἔναντι τῶν Ἀχαιμενιδῶν. Οἱ ἀνταλλαγές καὶ ἡ διακίνηση προσώπων μὲ τὴν Ἑλλάδα πυκνώνουν ἀκόμη περισσότερο, καὶ οἱ Κυρηναῖοι ἀπερίσπαστοι ἀπό κάθε περσικὴ σκιά, συμμετέχουν μὲ ἐπιτυχία στοὺς πανελλήνιους ἀγῶνες. Ὁ Τελεσικράτης, ὁπλίτης δρόμου, νίκησε στὰ Πύθια τὸ 474 π.Χ. (Ἡ νίκη του ἀπαθανατίζεται στὸν 9ο Πυθιονικὸ ἀπό τὸν Πίνδαρο). Ἡ μεγάλη οἰκονομική ἀκμή τοῦ τόπου καθρεφτίζεται στὰ λαμπρὰ μνημεῖα ποὺ κοσμοῦν τὴν Κυρήνη στὰ πρῶτα χρόνια τοῦ 5ου αἰῶνα. Στὸν 6ο αἰῶνα ἀνάγονται καὶ οἱ πρῶτοι ἀπό τοὺς λαξευτοὺς τάφους τῆς Κυρήνης, στὴν νότια παρειὰ τοῦ λόφου τῆς Ἀκροπόλεως στὸ Wadi Belgadir. Τὰ ἱερά τῆς ἀποικίας γεμίζουν ἀναθήματα, σὲ σημαντικὸ βαθμὸ ἀττικῆς προελεύσεως, ποὺ πάντως εἶναι ἐνδεικτικὰ τῆς εὑμάρειας ἀλλά καὶ τῆς ἀνεπτυγμένης αἰσθητικῆς τῶν Κυρηναίων. Τὰ γλυπτὰ τοῦ λεγόμενου αὐστηροῦ ῥυθμοῦ (άρχές Ε΄ π.Χ. αἰῶνα) ποὺ βρέθηκαν στὴν Κυρήνη, εἶναι ἀπό τὰ ἀντιπροσωπευτικότερα τοῦ εἴδους.
……….Στὸ ἱερό τοῦ Ἀπόλλωνα, ὁ ἀρχαϊκός ναὸς περιβάλλεται στὶς ἀρχές τοῦ 5ου αἰῶνα ἀπό δωρικὴ περίσταση. Τὸ σχέδιο φανερώνει κάποια ἐπίδραση τῶν ναῶν δωρικοῦ ῥυθμοῦ τοῦ 6ου αἰῶνα τῆς Κάτω Ἰταλίας. Σημαντικώτερο τὴν ἴδια ἐποχή (περίπου 470 π.Χ.), οίκοδομεῖται στὸν ἀνατολικό λόφο τῆς Κυρήνης, στὸν λόφο τοῦ Λυκαίου Διός, ὁ ὁμώνυμος ναός, ὁ μεγαλύτερος τῶν ἑλληνικῶν ναῶν τῆς Ἀφρικῆς, διαστάσεων ἀνάλογων τῶν νεώτερων ναῶν τοῦ Παρθενῶνος καὶ τῆς Ὀλυμπίας.

Η ΚΥΡΗΝΗ ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ
……….Ἀρχηγέτης τῆς μακρᾶς σειρᾶς τῶν Κυρηναίων σοφῶν εἶναι ὁ μαθηματικὸς Θεόδωρος τὸν ὁποῖο μνημονεύει ὁ Πλάτων στοὺς διαλόγους του, «Θεαίτητος» καὶ «Πολιτικός». Ἐπιγραμματικὰ θὰ ἀναφέρουμε τούς :
……….Ἀρίστιπος, ἱδρυτής τῆς Κυρηναϊκῆς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς ἠδονιστικῆς κατευθύνσεως, ὁ Ἀπολλώνιος Κρόνος, ποὺ διακρίθηκε σὰν ἕνας ἀπό τοὺς κυριώτερους ἐκπροσώπους τῆς Μεγαρικῆς Σχολῆς, Ἀννίκερις, ποὺ προσπάθησε νὰ διορθώσῃ τὸν κατήφορο τοῦ ἄκρατου σχετικισμοῦ καὶ ὑποκειμενισμοῦ τῆς ἠδονιστικῆς σχολῆς, Καλλίμαχος, ποὺ σφράγισε τὴν ποιητικὴ παραγωγὴ τῆς ἐποχῆς του καὶ ἄνοιξε νέους δρόμους μὲ τὸ λαμπρὸ ὕφος καὶ τὴν γλῶσσα του. Ἐρατοσθένης ὁ πανεπιστήμων, μὲ ξεχωριστὲς ἐπιδόσεις σὲ ὅλους τοὺς τομεῖς τῆς ἐπιστήμης καὶ τῶν γραμμάτων. Ὁ Καρνεάδης, έκπρόσωπος τῆς Νέας Ἀκαδημίας καὶ ὁ ἀξιολογώτερος φιλόσοφος τοῦ καιροῦ του.