,
Θεολόγος – Φιλόλογος
Ερασινώδυνα Ανάλεκτα
Διατριβή Ζ΄
Τα «Ερασινώδυνα Ανάλεκτα» φιλοδοξούν να αποτελέσουν μία συλλογή από λιγότερο γνωστά στο ευρύ κοινό, εκλεκτά κείμενα, κυρίως τής Ελληνικής, τής Λατινικής, τής Ιταλικής, τής Ισπανικής και τής Πορτογαλικής Γραμματείας, μεταφρασμένα – όπου κρίνεται απαραίτητο – ή μεταγλωττισμένα, αναλόγως, στην νέα ελληνική γλώσσα, και εμπλουτισμένα με κατατοπιστικές εισαγωγές, διευκρινιστικά σχόλια και βοηθητικά παραρτήματα. Σκοπός τους είναι η τέρψη των αναγνωστών, αλλά και η αφύπνιση τής διάνοιάς τους, η γνωριμία των Ελλήνων και των ελληνομαθών με τον πλούτο τού ευρωπαϊκού μεσογειακού πνεύματος, αλλά και η έμπρακτη αποδόμηση τής υστερόβουλης θεωρίας περί τού «ανεπίκαιρου» ή «δυσπρόσιτου» χαρακτήρα αυτών των κειμένων. Η ηλεκτρονική ή έντυπη αναπαραγωγή και διάδοσή τους, καθώς και η τυχόν μετάφρασή τους σε άλλες γλώσσες, επιτρέπεται υπό τον απαρέγκλιτο όρο τής αυστηρής διατήρησης τής απόλυτης ακεραιότητας τού περιεχομένου των Διατριβών.
Εισαγωγή
Ο Ιταλός λογοτέχνης Πιέτρο Τεοντόρο Ταρκέττι (Pietro Teodoro Tarchetti) ανήκει στους αμφισβητίες και ανατρεπτικούς γιά την πολυτάραχη εποχή του συγγραφείς. Πρόκειται γιά μία από εκείνες τις απρόβλεπτες και μαχητικές προσωπικότητες που εισέρχονται δυναμικά στον δαιδαλώδη χώρο των ιδεών όταν ο πνευματικός κόσμος ενεργοποιείται και χαράζει νέες προοπτικές στις διανοητικές συλλήψεις και στις ψυχολογικές εμβαθύνσεις των λαών τής υφηλίου.
Ενδέχεται, βέβαια, το πρωτοποριακό κείμενο ενός σαφώς ρηξικέλευθου συγγραφέα παλαιότερης εποχής να μην γίνεται αντιληπτό ως τέτοιο από τις μετέπειτα γενιές των αναγνωστών του, αλλά να αφήνει την εντύπωση είτε τού συνήθους είτε τού παρωχημένου. Η ξεχωριστή αξία, όμως, ενός ανατρεπτικού συγγράμματος έγκειται κυρίως στην ικανότητά του να γοητεύει και να προβληματίζει διαχρονικά, ακόμη και αν όλη αυτή η επίδρασή του αδυνατεί να μεταλαμπαδεύσει στον αναγνώστη την πρωταρχική επαναστατική διάθεση τού συγγραφέα, αλλά αρκείται απλά στην προσφορά ενός διανοητικού ταξιδιού αναψυχής, γεμάτο από ενδιαφέρουσες και ωφέλιμες εμπειρίες.
Δεν θα αποτελούσε, λοιπόν, λανθασμένη επιλογή η κατάταξη των καινοτόμων κειμένων τού Ταρκέττι στην κατηγορία εκείνων των έργων που διατηρούν ακμαία, στο διηνεκές, την δυνατότητά τους να θέλξουν και να συμπαρασύρουν. Εξάλλου, το θέμα «γυναίκα» και το θέμα «αγάπη», μέσω των οποίων θα επιχειρήσουμε να προσεγγίσουμε τον στοχασμό τού Ταρκέττι, δεν έχει πάψει ποτέ να απασχολεί δημιουργικά τις πολιτισμένες κοινωνίες, εντός των οποίων γεννώνται και αποθνήσκουν, συμμαχούν και συγκρούονται, υιοθετούνται και απορρίπτονται αμέτρητες αντιλήψεις, απόψεις, ιδέες και διδασκαλίες σχετικές με την πηγή, αφενός, και την αιτία, αφετέρου, τής ανθρώπινης ζωής.
Γιά την νεοελληνική μεταγλώττιση των δύο κειμένων τού Ταρκέττι, «Η γυναίκα» και «Η αγάπη», στα οποία είναι αφιερωμένη η παρούσα Διατριβή, χρησιμοποιήθηκε η κλασική, πλέον, ιταλική έκδοση «Racconti Fantastici di I. U. Tarchetti, E. Treves & C. Editori, Milano, 1869». Των δύο έργων προηγείται μία σύντομη και κατατοπιστική βιογραφία τού λογοτέχνη.
ΠΙΕΤΡΟ ΤΕΟΝΤΟΡΟ ΤΑΡΚΕΤΤΙ
(Ιτζίνο Ούγκο Ταρκέττι)
Ο Πιέτρο Τεοντόρο Ταρκέττι γεννήθηκε στα 1839, στο Σαν Σαλβατόρε Μομφερράτο (San Salvatore Monferrato), στην βόρεια Ιταλία. Σπούδασε στην Καζάλε (Casale) και στην Βαλέντσα (Valenza). Εργάστηκε, γιά ένα διάστημα, στις στρατιωτικές υπηρεσίες, αλλά αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την θέση του εξαιτίας κάποιων πολύ σκληρών κειμένων που συνέταξε εναντίον τού στρατού και τις στρατοκρατικής νοοτροπίας τής εποχής του. Δυστυχώς, ήδη από εκείνη την περίοδο τής ζωής του, η σωματική υγεία του είχε αρχίσει να κλονίζεται σοβαρά.
Διαμένοντας, πλέον, στο Μιλάνο, μία πόλη που και τότε διακρινόταν γιά τις πνευματικές αναζητήσεις και τις πολιτιστικές ζυμώσεις της, αφιερώθηκε στην δημοσιογραφία και στην λογοτεχνία. Εκεί γνώρισε από πολύ κοντά το περίφημο κίνημα των «Αναμαλλιασμένων» (Scapigliati) ή «Μαλλιαρών», ασπάστηκε την καινοφανή ιδεολογία τους – βασικές αρχές τής οποίας ήταν ο ανέμελος βίος, η αντισυμβατική πρακτική, η αμφισβήτηση των παραδόσεων, η άρνηση τής αστικής ηθικής, ενίοτε η ασωτία και η κραιπάλη, καθώς και το επαναστατικό πνεύμα – και κατέστη ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της.
Έγραψε ποιήματα, δοκίμια και διηγήματα, υιοθετώντας τα ψευδώνυμα «Ιτζίνο» (Igino) ή «Ιτζίνιο» (Iginio) και «Ούγκο» (Ugo), το πρώτο ίσως προς τιμήν τού διαπρεπούς Λατίνου λόγιου Γάιου Ιούλιου Υγίνου (Gaius Iulius Iginus), και το δεύτερο σαφώς προς τιμήν τού εξέχοντος Ελληνο-Ιταλού ποιητή Ούγκο Φόσκολο (Ugo Foscolo, Ούγος Φώσκολος). Το σημαντικότερο από τα έργα του είναι η «Φόσκα» (Fosca), ένα συναισθηματικό μυθιστόρημα με κοινωνιολογικές και ψυχολογικές προεκτάσεις, που ο Ταρκέττι δεν πρόλαβε να περατώσει λόγω τού αιφνίδιου και πρόωρου θανάτου του από φθίση, στα 1869. Το έργο συμπλήρωσε και εξέδωσε ο επιστήθιος φίλος τού συγγραφέα, Σαλβατόρε Φαρίνα (Salvatore Farina).
Ιτζίνο Ούγκο Ταρκέττι
Η γυναίκα
Η γυναίκα είναι ένα αποβεβλημένο αριστούργημα, ένα μεγάλο σφάλμα τής δημιουργίας. Οι γυναίκες δεν έχουν δικό τους χαρακτήρα μέχρι να αγαπήσουν. Δεν έχουν, παρά ένα προνοιακό ένστικτο γιά να ενδίδουν, γιά να συμμορφώνονται προς τον χαρακτήρα τού άνδρα. Γι’ αυτόν τον λόγο, σχεδόν πάντοτε, γίνονται εκείνο που τις κάνουν οι άνδρες.
Αυτό, που οι άνδρες αγαπούν και θαυμάζουν κυρίως στην γυναίκα, χωρίς να το γνωρίζουν, είναι η κενότητά της. Η καλοσύνη στην γυναίκα είναι αδυναμία, στον άνδρα χαρακτήρας, αλλά είναι συχνότερη σ’ εκείνη, παρά σ’ αυτόν. Ο άνδρας δύναται να φέρει μέσα στα συναισθήματά του, μέσα στα καθήκοντά του, μέσα στις ενέργειές του, πολλές δυνάμεις που η φύση δεν έχει δώσει στην γυναίκα. Το ουσιώδες ελάττωμα τής γυναίκας είναι η έλλειψη, τού άνδρα η περίσσεια.
Ο πλέον ισχυρός σύνδεσμος, που μας ενώνει με την γυναίκα, είναι εκείνος τής μητρότητας. Σχεδόν όλοι οι μεγάλοι άνδρες δεν έχουν νιώσει δυνατά ούτε τα συναισθήματα ούτε τους δεσμούς τής οικογένειας, επειδή ο νους τους και η καρδιά τους σκόπευαν προς ολόκληρη την ανθρωπότητα. Ο Χριστός απαντούσε στην μητέρα του: «Γυναίκα, τι κοινό έχουμε εγώ και εσύ;».
Οι γυναίκες δεν προσαρτούν θεωρητικά στην αρετή τους ούτε ένα απειροελάχιστο μέρος από εκείνη την σπουδαιότητα που προσαρτούν σε αυτήν οι απλοί και ευσυνείδητοι άνδρες. Αυτές γνωρίζουν καλύτερα από εμάς την αξία εκείνου που δίνουν. Είναι δύσκολο ένας έντιμος άνδρας να μπορεί να είναι τόσο θαυμαστός και επιθυμητός από αυτές, όσο ένας έκλυτος.
Η κοινωνία μας έχει κάνει την γυναίκα ένα γνήσιο σκεύος ηδονής. Σήμερα, καμμία γυναίκα δεν γίνεται ποτέ αντιληπτή, παρά μόνον κάτω από αυτή την οπτική. Αυτές οι ίδιες δείχνουν να μην αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους μέσα από διαφορετική άποψη. Δεν αξιώνει κανείς από αυτές ούτε ευφυΐα ούτε αρετή ούτε φιλία. Δεν ζητά κανείς, παρά έρωτα και ηδονή. Θλιβερή και ταπεινωτική εκτίμηση που αυτές, ωστόσο, δεν φοβούνται ή δεν αντιλαμβάνονται. Όλα τα κακά τής κοινωνίας εξαρτώνται από το ότι οι γυναίκες αγαπιούνται είτε υπερβολικά είτε ελάχιστα.
Σε μεγάλο μέρος των γυναικών η αντίσταση είναι ματαιοδοξία ή έλλειψη ευκαιρίας ή τέχνασμα, προφανής δοκιμασία εκείνου που σχεδόν πάντοτε παραχωρούν στον αιφνιδιασμό. Η απλοϊκότητα στην γυναίκα είναι περισσότερο επικίνδυνη από την κακία. Δεν υπάρχει άνδρας όντως ευτελής, που να μην μπορεί να υπάρξει γυναίκα ευτελέστερή του. Δεν υπάρχει άνδρας όντως ευγενής, που να μην μπορεί να υπάρξει γυναίκα ευγενέστερή του.
Με τι σκοπό να παραπονιόμαστε γιά τις γυναίκες; Εμείς μπορούμε να δείχνουμε σ’ αυτές ότι τις γνωρίζουμε, ότι ξέρουμε να τις εκτιμούμε μέσα στην αξία τους, ακόμη και ότι τις καταφρονούμε. Εκείνες, ωστόσο, είναι απολύτως βέβαιες ότι εμείς θα τις αγαπούμε πάντοτε.
Στις θρησκείες όλων των χωρών, στις παραδόσεις όλων των λαών, η πρώτη είδηση, που υπάρχει γιά την γυναίκα, αναφέρεται σε μία αποπλάνηση. Οι βιβλικές παραδόσεις, σε αυτόν τον τομέα, είναι γεμάτες από πολλή σοφία. Η πρώτη γυναίκα αφήνεται να αποπλανηθεί, την πρώτη φορά, από το πλέον ελεεινό των ζώων, από ένα ερπετό. Η ουσία όλων των βιβλίων, όλων των παραδόσεων, όλων των ιστοριών, συνοψίζεται σε τούτο: μία σύζυγος που απατά έναν σύζυγο, ένας σύζυγος που απατά μία σύζυγο ή μία σύζυγος και ένας σύζυγος που απατώνται αμοιβαία.
Οι άνδρες φορούν ένα προσωπείο. Οι γυναίκες δύο. Οι γυναίκες έχουν συμφέρον να εμφανίζονται ως ανίκανες να αισθανθούν την φιλία. Βάζουν τους άνδρες στην ανάγκη να μην ζητούν από αυτές, παρά τον έρωτα.
Ιτζίνο Ούγκο Ταρκέττι
Η αγάπη
Η αγάπη είναι Θεός, Θεός είναι το σύμπαν, και το σύμπαν είναι αγάπη. Οι νέοι, που δεν έχουν βρεθεί γιά μεγάλο χρονικό διάστημα σε επαφή με την κοινωνία, και στους οποίους οι σπουδές και η απόσυρση έχουν διατηρήσει κάποιο ίχνος παρθενίας μέσα στην φύση τους, σπάνια συλλαμβάνουν ένοχα συναισθήματα. Η πρώτη αγάπη τους είναι πάντοτε μία αγνότατη αγάπη, κάποτε εξολοκλήρου ιδεώδης, περιφρονητική έναντι κάποιας σκέψης που μολύνει, και εξωθημένη προς την πλέον αυστηρή σεμνοτυφία. Πέρ’ απ’ αυτό, η αγάπη δεν φαίνεται να είναι κατάλληλη, παρά μόνον γιά την ηλικία τής αθωότητας, εποχή κατά την οποία αγαπούμε τα πάντα και δεν μισούμε τίποτε, ενώ όσοι δεν αγάπησαν σ’ εκείνη την ηλικία, αγάπησαν δύσκολα στην υπόλοιπη ζωή τους. Βλέπουμε, επίσης, πώς οι ίδιοι διεφθαρμένοι άνθρωποι ποτέ δεν αποφεύγουν ν’ αποτίσουν φόρο τιμής στην αγνή και σταθερή αγάπη, και ολόκληρη την ανθρωπότητα να ενεργεί και να μιλά και να γράφει γι’ αυτήν ή χάριν αυτής αφότου υπάρχει επάνω στην γη, και να την θεωρεί ως την πλέον ευγενή και την πλέον εξέχουσα θρησκεία τής ανθρώπινης ψυχής. Απ’ όλα τούτα, μού φαίνεται ότι μπορώ να συμπεράνω ένα πράγμα: την ουράνια φύση αυτού τού συναισθήματος.
Η μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα τής συνήθειας εμφανίζεται μέσα στην διάρκεια των συναισθημάτων. Η αγάπη δύναται ν’ αναδυθεί από πολλές και διάφορες αιτίες, όχι σπάνια ισχυρές, αλλά την δύναμή της δεν την αντλεί, παρά από την συνήθεια. Από αυτήν ενδυναμώνει τους δεσμούς τής οικογένειας, συνδέει και εναρμονίζει αντίθετους χαρακτήρες, συντηρεί την στοργή μας, ακόμη και όταν αυτή έχει παυθεί, εκείνο το – δεν γνωρίζω τι – απαιτητό, οφειλόμενο, αμείλικτο, στο οποίο υποτασσόμαστε χωρίς αντίσταση, αλλά και το οποίο δεν γνωρίζουμε πώς να δικαιολογήσουμε. Πολλά πλάσματα αγαπήθηκαν γιά ολόκληρη την ζωή τους, μόνο και μόνο επειδή είχαν την δύναμη ν’ αγαπηθούν εξαρχής γιά έναν-δυό μήνες, και ακούμε ολημερίς να φωνάζουν «πώς να χωρίσουμε;», «είναι αδύνατο», «πάει τόσος καιρός που αγαπιόμαστε!»…
Συνηθίζεται να λέγεται ότι η αγάπη δεν αποβλέπει, παρά μόνον στην κατοχή, και με αυτήν φτάνει στο τέλος της, και ότι δεν δύναται κάποιος να διακρίνει μεταξύ πάθους και αγάπης. Είναι το πάθος εκείνο που θανατώνεται με την κατοχή, αλλά η αγάπη αρχίζει από αυτήν και διαρκεί. Το ένα πράγμα ανήκει στις αισθήσεις, το άλλο στην ψυχή. Θα έπρεπε να λέμε γιά τους εραστές ότι αρέσκονται και γιά τους συζύγους ότι αγαπιούνται.
Αυτή η αγάπη, που ενδυναμώνεται με την πρόοδο τής ζωής, και που φαίνεται να γιγαντώνεται περισσότερο όσο απομακρύνεται από αυτήν, μας ωθεί να πιστέψουμε την συνέχεια τής αγάπης μετά τον θάνατο. Ο πόνος, που συνοδεύει τον θάνατο, η θλίψη, που τον ακολουθεί, η επιθυμία, που αφήνουμε πίσω μας καθώς πεθαίνουμε, φαίνονται να μας λένε ότι μόνον ένα πράγμα φέρουμε μαζί μας από την γη: την αγάπη.
*** *** ***
Επιλογή Βιβλιογραφίας
- Bettini, F., La critica e gli scapigliati, Ed.: Cappelli, Bologna, 1976.
- Dionisotti, C., Geografia e storia della letteratura italiana, Ed.: Einaudi, Torino, 1967.
- Farinelli, G., La scapigliatura – Profilo storico, protagonisti, documenti, Ed.: Carocci, 2003.
- Ghidetti, E., Tarchetti e la scapigliatura lombarda, Ed.: Libreria Scientifica Editrice, Napoli, 1968.
- Mangini, A., La voluttá crudele – Fantastico e malinconia nell’ opera di Igino Ugo Tarchetti, Ed.: Carocci, Roma, 2000.
- Mariani, G., Storia della scapigliatura, Ed.: Sciascia, Roma, 1978.
- Moretti, V., Scapigliatura e dintorni, Ed.: Lampi di Stampa, 2005.
- Petronio, G., L’ attivitá letteraria in Italia, Ed.: Palumbo, Firenze, 1990.
- Rosa, G., La narrativa degli scapigliati, Ed.: CUEM, 2010.
Αθανάσιος Τσακνάκης
19/02/2015