,

Παλιές καπναποθήκες και καπνόσπιτα, οι συνθήκες εργασίας των καπνεργατών.
Της Σαπφούς-Αγγελούδη Ζαρκάδα, αρχιτέκτονος.
……….Στην Ανατολική Μακεδονία και την Θράκη, η συστηματική καλλιέργεια καπνού άρχισε γύρω στα 1821. Το 1860, η περιοχή ανήκε στο Σαντζάκι Δράμας το οποίο υπαγόταν στο Πασαλίκι τής Θεσσαλονίκης. Το Σαντζάκι περιελάμβανε τους καζάδες Δράμας, Πραβίου, Καβάλας, Σαρή Σαμπάν, Γενησέας και Κομοτηνής. Κάλυπτε 1.800.000 στρέμματα και εξυπηρετείτο από τα λιμάνια Καβάλας, Κεραμωτής και Πόρτο Λάγος. Τα 2/3 τής καλλιεργήσιμης γης τα εκμεταλλεύονταν μικροκαλλιεργητές, το υπόλοιπο 1/3 ήταν τσιφλίκια και τα βασικά προϊόντα ήταν δημητριακά, καπνός και βαμβάκι.

……….Η πρώτη ποικιλία καπνού καλλιεργείτο σε Χρυσούπολη, Γενησέα, Δράμα και Καβάλα, η δεύτερη σε Χρυσούπολη, Δράμα και Γενησέα, η τρίτη σε Χρυσούπολη, Γενησέα, Δράμα και Πράβι και η τέταρτη ήταν μείγμα των τριών παραπάνω ποικιλιών και η καλλιέργειά της γινόταν στην Γενησέα και στην Καβάλα. Η Γενησέα και η Χρυσούπολη είχαν εξαιρετικά καπνά γνωστά σ’ όλη την τουρκία με το όνομα χρυσόφυλλα. Οι καπνοπαραγωγοί παρέδιδαν τα καπνά στους καπνεμπόρους που τα επεξεργάζονταν στις πόλεις Καβάλα, Ξάνθη, Γενησέα, Ελευθερούπολη, Δράμα, Δοξάτο, σε χάνια και σε μισθωμένες αποθήκες.

……….Σύντομα, οι μεγάλοι καπνέμποροι και οι εξαγωγικοί οίκοι, οικοδόμησαν ιδιόκτητες καπναποθήκες, δαπανώντας τεράστια ποσά. Στην Καβάλα γιά παράδειγμα, η εταιρεία Άμποτ ξόδεψε 15.000 λίρες Αγγλίας, ποσό τεράστιο γιά την εποχή. Τα περισσότερα καπνά τής Ξάνθης, τής Γενησέας και τής Κομοτηνής, εξάγονταν στην τουρκία στα μέσα τού 19ου αιώνα από το Πόρτο Λάγος. Όμως το κύριο εξαγωγικό εμπόριο προς την Ευρώπη γινόταν διαμέσου τού λιμένα τής Καβάλας. Η πόλη ήταν ήδη έδρα πολλών Προξενείων που εξυπηρετούσαν τους εμπορικούς οίκους. Η ραγδαία ανάπτυξη τού καπνεμπορίου ανέδειξε την Καβάλα στην τριετία 1909-1912, στο πρώτο εξαγωγικό λιμάνι τής Μακεδονίας με τετραπλάσιες εξαγωγές σε σχέση με την Θεσσαλονίκη.
ΚΑΠΝΑΠΟΘΗΚΕΣ
……….Οι πρώτες καπναποθήκες τής Καβάλας κτίζονται στην παραλία της το 1860. Είναι κτίρια διώροφα, ορθογώνιας κάτοψης με πολλά συμμετρικά ανοίγματα στην πρόσοψη και λιγότερα στις άλλες όψεις, μονόχωρα, κτισμένα με πέτρα και ξύλο και στεγασμένα με ξύλινες τετράριχτες στέγες καλυμμένες με βυζαντινά κεραμίδια. Ανήκουν στους Έλληνες καπνεμπόρους Βάρδα, Γρηγοριάδη, Τζιμούρτα, Φέσσα, Φώσκολο, Ναλμπάντη, Ν. Τζιμούρτο, Σ. Τζιμούρτο, Ι. Τζιμούρτο, Κ. Φέσσα, Γ. Κασάπη, Κ. Ρηγανέζη, Α. Σολού, Π. Φώσκολο, Μ. Φώσκολο, Αφούς Φέσσα, Δ. Τόκο, Κ. Εμφιετζόγλου, Μ. Σπόντη, Γ. Ιορδάνου κ.α.

……….Στην Δράμα η πρώτη καπναποθήκη κτίζεται στα 1874 στην περιοχή των πηγών Αγίας Βαρβάρας. Η επιλογή τής περιοχής αυτής με την έντονη υγρασία ήταν σκόπιμη, γιατί βοηθούσε στην αποθήκευση και επεξεργασία τού καπνού υπό ειδικές συνθήκες υγρασίας. Παρόμοια περιοχή με υγρασία, συχνά πλημμυρισμένη, είναι η περιοχή που επιλέχτηκε και στην Ξάνθη γιά την οικοδόμηση των καπναποθηκών. Βρίσκεται ΝΑ τής πόλης στον κάμπο, κοντά στην σιδηροδρομική γραμμή και κοντά στον δρόμο προς την Γενησέα, το ονομαστό κέντρο παραγωγής τού χρυσόφυλλου.
……….Στην αρχή τού 20ου αιώνα, στην Καβάλα είχε διαμορφωθεί η παραθαλάσσια σειρά των καπναποθηκών. Η πόλη είναι το μεγαλύτερο κέντρο επεξεργασίας καπνού των Βαλκανίων. Οι καπναποθήκες τής εποχής αυτής σε όλες τις πόλεις είναι πολύ μεγαλύτερες, πολυώροφες και μόνο στην Ξάνθη εξακολουθούν να είναι διώροφες με υπόγειο. Κτισμένες με πέτρα και ξύλο, στεγάζονται με μία, δύο ή περισσότερες ξύλινες δίριχτες στέγες στην Καβάλα και με μία ενιαία στις άλλες πόλεις. Χαρακτηρίζονται από τα πολλά συμμετρικά ανοίγματα και από τα τριγωνικά αετώματα των στεγών τους που συχνά φέρουν φεγγίτες ορθογώνιους ή κυκλικούς. Ταινίες ορίζουν τα πατώματα και τονίζουν τον οριζόντιο άξονα. Η μορφολογία τους είναι λαϊκή νεοκλασική, αλλά υπάρχουν και εκλεκτικιστικά δείγματα καθώς και νεώτερα «αρτ-ντεκό», ενώ σπάνια μερικές αποδίδονται στον γερμανικό νεοκλασικισμό (Καβάλα). Το εσωτερικό των καπναποθηκών είναι ενιαίο. Στα πρώτα πατώματά τους, αποθηκεύονται τα ανεπεξέργαστα καπνά, αραδιασμένα πάνω σε κρεβαταριές γιά να αερίζονται και να μην σαπίζουν. Την φροντίδα αυτών των καπνών έχουν οι στοιβαδόροι, που μεταφέρουν στην πλάτη τους ανεπεξέργαστα δέματα στα σαλόνια τής επεξεργασίας κι όταν αυτά γίνουν δέματα, τα μεταφέρουν πάλι στις κρεβαταριές γιά να στεγνώσουν.

……….Τα σαλόνια βρίσκονται στα τελευταία πατώματα των καπναποθηκών κι εδώ γίνεται η επεξεργασία τού καπνού με το φως τής ημέρας, από άντρες και γυναίκες. Τα πρώτα χέρια τής επεξεργασίας, οι εξαστρατζίδες ή ντεξίδες, κάθονται στο πάτωμα σε μία ψάθα ανά δύο σε κάθε παράθυρο, γιά περισσότερο φως. Τα δεύτερα και τρίτα χέρια κάθονται κοντά στους τοίχους των σαλονιών, ανά δύο κι αυτοί, με τις πλάτες κολλητές. Οι καπνεργάτες, οι πασταλτζίδες που αναλογούν μία σε δύο ντεξίδες, κάθονται ομοίως σταυροπόδι σε ψάθα απέναντι από τους ντεξίδες, σε απόσταση μισού μέτρου. Οι ντεξίδες με την βοήθεια των πασταλτζίδων διαλέγουν τα ανεπεξέργαστα καπνά και τα μετατρέπουν σε δέματα ανάλογα με την ποιότητά τους. Η περίοδος τής επεξεργασίας τού καπνού αρχίζει την Άνοιξη και τελειώνει το Φθινόπωρο. Σπάνια συνεχίζεται έως τα Χριστούγεννα.

ΤΟ ΚΑΠΝΟΣΠΙΤΟ ΤΟΥ ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΥ, ΣΤΑ ΑΒΔΗΡΑ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ
……….Η επεξεργασία των καπνόφυλλων που γινόταν στο σπίτι, απαιτούσε πολυμελή οικογένεια και ειδικούς χώρους. Έναν χώρο ευάερος γιά το μπρούλιασμα (πέρασμα από τις βέργες), χώρους γιά το κρέμασμα, χώρο γιά το παστάλιασμα. Όλα αυτά επιλύθηκαν σοφά με τον χρόνο. Το παλιό καπνόσπιτο τού Χατζόπουλου στα Άβδηρα Ξάνθης, περιοχή Γενησέας, όπου καλλιεργούνταν τα χρυσόφυλλα, είναι αντιπροσωπευτικό κτίσμα εκείνης τής εποχής.

……….Το σπίτι είναι διώροφο πλατυμέτωπο, νοτιοανατολικά προσανατολισμένο. Απομονώνεται από τον δρόμο με υψηλό μαντρότοιχο και εξυπηρετείται από μεγάλη αυλή με τα κατάλληλα βοηθητικά. Το ισόγειο χαρακτηρίζεται από το χαγιάτι που καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος τής πρόσοψης και είναι διαμπερές στο μεγαλύτερο τμήμα του. Έχει δύο νότια δωμάτια και μία βορινή αποθήκη. Η λόκβα βρίσκεται κοντά στην είσοδο τού ΝΔ δωματίου, μάλιστα το μεγαλύτερο τμήμα της ανοίγεται κάτω απ’ αυτό. Από το χαγιάτι μία ευθύγραμμη σκάλα οδηγεί στον όροφο, σ’ ένα αταβάνωτο χαγιάτι όμοιας μορφής με τού ισογείου, στην σάλα τού σπιτιού. Απ’ εδώ αυλίζεται ο οντάς, η υποδοχή τού σπιτιού με τα μιντέρια και το περίτεχνο ταβάνι.

……….Η ταβανωμένη κουζίνα έχει τζάκι και κόγχες και παράθυρα στον νότο. Μία ακόμη κάμαρα με δυτικά παράθυρα αταβάνωτη με μεσάντρα υπάρχει σ’ αυτό το μεγάλο σπίτι, κάτοψης ορόφου 155 τετραγωνικών μέτρων. Οι τοίχοι του είναι κτισμένοι με πέτρα και ξυλοδεσιές. Οι εσωτερικοί και οι τοίχοι τού οντά που εξέχουν σχηματίζοντας σαχνισί, είναι φτιαγμένοι από τσατμά. Όλα τα ξύλα είναι μεσέδες, δρύινα. Η κάλυψη γίνεται με βυζαντινά κεραμίδια. Τα πατώματα στο ισόγειο από πατημένο κοκκινόχωμα, ενώ στον όροφο καλύπτονται από ξύλινες σανίδες. Η νότια όψη τής σάλας έχει ως στηθαίο σανίδες. Η επίπλωση περιορίζεται στα μιντέρια και στις μεσάντρες. Η μόνη πολυτέλεια περιορίζεται στο ξύλινο ταβάνι τού οντά.
……….Παρατηρώντας το σπίτι αναγνωρίζουμε σ’ αυτό ένα σπίτι ηλιακό, με κανένα άνοιγμα στον βορρά, χοντρούς τοίχους που αποθηκεύουν θερμότητα και αντιστέκονται στις απότομες αλλαγές θερμοκρασίας, χαγιάτια στα νοτιοανατολικά που επιτρέπουν τον ήλιο να ζεστάνει τον χειμώνα το σπίτι, δημιουργούν όμως σκιά το καλοκαίρι. Στο σπίτι αυτό το μπρούλιασμα γινόταν στο χαγιάτι τού ισογείου, το κρέμασμα στα ζευκτά τής σάλας, το παστάλιασμα στο δωμάτιο τού ισογείου που βρίσκεται κοντά στην λόκβα και η αποθήκευση των δεμάτων στην δροσερή ανήλιαγη αποθήκη τού ισογείου.
ΚΑΠΝΕΡΓΑΤΕΣ ΚΑΙ ΚΑΠΝΕΡΓΑΤΡΙΕΣ

……….Σε όλες τις πόλεις γρήγορα οργανώνονται σε σωματεία. Δουλεύουν 8 ώρες το καλοκαίρι και 7 ώρες τον χειμώνα γιατί το φως δεν επαρκεί. Με την Μικρασιατική Καταστροφή οι περισσότεροι πρόσφυγες απορροφούνται στα καπνά. Το 1926 το μεροκάματό τους ρυθμίζεται με τις διακυμάνσεις τής χρυσής λίρας και καθώς αντιστοιχεί στα 7/25 της, είναι το καλύτερο τής χώρας. Πρωτοστατούν στην κοινωνική ζωή των πόλεων και είναι αξιοσημείωτο ότι στην Καβάλα προσφέρουν ένα μεροκάματο τον χρόνο γιά τα σχολεία τής πόλης. Παράλληλα όμως, υποφέρουν από φυματίωση, ελονοσία και δάγκειο πυρετό.
ΤΟ ΚΑΠΝΕΜΠΟΡΙΟ ΣΕ ΚΡΙΣΗ

……….Το υψηλό κόστος τής επεξεργασίας τού καπνού, ώθησε (αμερικανικές κυρίως εταιρείες) στην πρώτη προσπάθεια εξαγωγής ανεπεξέργαστων καπνών από το λιμάνι τής Καβάλας στα 1909. Ένα δεύτερο κύμα εξαγωγής ανεπεξέργαστων σημειώθηκε στα 1914 και ξανά στην διετία 1919-1920 το οποίο συνοδεύτηκε από την προσπάθεια των καπνεμπόρων να αλλάξουν τους όρους διεξαγωγής τής επεξεργασίας.

……….Η σημαντικότερη αλλαγή που προσπάθησαν να επιφέρουν ήταν η αντικατάσταση των ειδικευμένων εργατών από γυναίκες, των οποίων το ημερομίσθιο ήταν πολύ χαμηλότερο από των ανδρών. Από το 1929 έως το 1936, οι καπνέμποροι κατάφεραν να επιτύχουν την σταδιακή αντικατάσταση των ανδρών εργατών από γυναίκες, μέσω τής αλλαγής τού συστήματος επεξεργασίας (την «τόγκα») που στηριζόταν στην μαζική απασχόληση γυναικών εργατών. Τα φύλλα χωρίζονται μεν ποιοτικά, όμως δεν δεματοποιούνται, αλλά τσαλακώνονται στα πατητήρια γιά να δεματοποιηθούν στο τέλος.

……….Αποτέλεσμα ήταν η μεγάλη απεργία των καπνεργατών τής Μακεδονίας τον Μάιο τού 1936. Η απεργία είχε ξεκινήσει στα τέλη Απριλίου, κορυφώθηκε όμως στις 9 Μαΐου, όταν κηρύχθηκε γενική απεργία στην Θεσσαλονίκη. Ο πρώτος εργάτης που πέθανε εκείνη την ημέρα (ίσως το πιό θρυλικό θύμα απεργιακών κινητοποιήσεων στην Ελλάδα χάρις στον ποιητή Γ. Ρίτσο), ήταν ο οδηγός ταξί Τάσος Τούσης. Το κέντρο τής πόλης μεταβλήθηκε σε πεδίο μάχης και από τα πυρά τής αστυνομίας έπεσαν ακόμη 9 εργάτες. Μετά από τις απεργίες τού 1936 και τις καταλήψεις, επιτυγχάνεται η ισότιμη συμμετοχή των ανδρών στην τόγκα και η κατοχύρωση τού επαγγέλματος, η οποία αίρεται το 1953.
-
Πηγή: «7 Ημέρες» Επιλεγμένα αποσπάσματα από αφιέρωμα τής «Καθημερινής» στην ιστορία τού τσιγάρου.
-
Επιμέλεια κειμένου και εικόνων: Ἑλληνικὸ Ἡμερολόγιο