Η ΜΑΧΗ ΣΤΟ ΧΑΪΔΑΡΙ ΚΑΙ Η ΠΡΩΤΗ ΔΙΑΦΩΝΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ ΚΑΙ ΦΑΒΙΕΡΟΥ (6 και 8 Αυγούστου 1826)

.

 

 

Η ΜΑΧΗ ΣΤΟ ΧΑΪΔΑΡΙ ΚΑΙ Η ΠΡΩΤΗ ΔΙΑΦΩΝΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ ΚΑΙ ΦΑΒΙΕΡΟΥ (6 και 8 Αυγούστου 1826)

Επιλεγμένο απόσπασμα από το βιβλίο τού Κ.ΠΑΠΑΡΡΗΓΟΠΟΥΛΟΥ «ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗΣ», εκδ.Ν.Πάσσαρη, 1867.  

Μετά την ίδρυση τού στρατοπέδου στην Ελευσίνα, αναχώρησε στις 5 Αυγούστου το απόγευμα, όλη η συγκεντρωμένη δύναμη χωρίς αποσκευές (εἰς τὸ γελέκι, καθὼς ἔλεγαν στὴν Ἐπανάσταση), έχοντας μαζί τους εφόδια για τρείς ημέρες και στρατοπέδευσαν στον Χαϊδάρι. Η θέση αυτή βρίσκεται προς τα βορειοδυτικά τής Αθήνας, έχοντας απόσταση λιγότερη τής ώρας από την πόλη, και είχε μεν το μειονέκτημα να είναι κοίλη, αλλά συγχρόνως είχε το πλεονέκτημα ότι σ’ αυτήν βρισκόταν μεγάλος περιτειχισμένος κήπος και άφθονο νερό.

Charles Robert Cockerell, 1810-14, Αθήνα, άποψη τού τείχους των Αθηνών και τού τουρκικού νεκροταφείου.
Charles Robert Cockerell, 1810-14, Αθήνα, άποψη τού τείχους των Αθηνών και τού τουρκικού νεκροταφείου.

Μόλις έφτασαν στο Χαϊδάρι οι Έλληνες, πυροβόλησαν όλοι μαζί μία φορά, για να γνωστοποιήσουν την άφιξή τους στούς πολιορκημένους τής Ακροπόλεως και να προκαλέσουν τούς εχθρούς στον αγώνα. Πράγματι, η προσέγγιση αυτής τής δύναμης, θορύβησε τούς οθωμανούς· και όπως παρατηρεί σωστά ο Άγγλος φιλέλληνας Γόρδων, εάν αυτό συνέβαινε λίγες ημέρες νωρίτερα, πιθανότατα θα είχε λυθεί η πολιορκία· αλλά ο Καραϊσκάκης είχε συναντήσει τέτοιες δυσκολίες στο Ναύπλιο για την προετοιμασία τής εκστρατείας του, ώστε δεν μπόρεσε να την επιχειρήσει παρά μόνο αφού ο Κιουταχής είχε καταλάβει την κάτω πόλη των Αθηνών· αυτό ενίσχυσε την θέση του, και διπλασιάζοντας τις νυκτερινές του φυλακές, μπόρεσε να προετοιμάσει την επίθεσή του κατά των Ελλήνων.

Στις 6 Αυγούστου, με την ανατολή τού ηλίου, μετά από αμοιβαίο κανονιοβολισμό, ξεκίνησε η μάχη, κατά την οποία οι εχθροί αποκρούσθηκαν, και τότε οι Έλληνες, έχοντας στην μέση τούς τακτικούς και στα πλάγια τούς ατάκτους ως ακροβολιστές, προήλασαν με θάρρος και από αμυνόμενοι, επιτέθηκαν· ο λόχος των φιλελλήνων, εξόρμησε με προτεταμένη την λόγχη εναντίον υψώματος από το οποίο ένα οθωμανικό πυροβόλο προξενούσε ζημιά. Έκπληκτοι οι εχθροί από την επίθεση, το μεν πυροβόλο έσωσαν μεταφέροντας το πάνω σε καμήλα, εγκατέλειψαν όμως τις αποσκευές τους και τράπηκαν σε φυγή.

Αυτή την ημέρα η Ελληνική μεριά κυρίευσε δύο σημαίες, ενώ στις απώλειες είχε 7 νεκρούς και 21 τραυματίες από τους οποίους οι 5 ήταν φιλέλληνες. Τις απώλειες των τούρκων ούτε ο Γόρδων ούτε ο Κ. Τρικούπης προσδιόρισαν. Ο βιογράφος τού Καραϊσκάκη αναφέρει 400 τούς νεκρούς και διπλάσιους τούς πληγωμένους·  αλλά το πόσο δύσκολος είναι ο έλεγχος τής αλήθειας σε τέτοιες περιστάσεις, συμπεραίνεται από το εξής περιστατικό. Στις 10 Αυγούστου, ο Καραϊσκάκης γράφοντας στην επιτροπή των Ψαριανών για αυτή την μάχη και την άλλη που ακολούθησε στις 8 τού μήνα, αναφέρει ότι «….ἐσκοτώθησαν ἀπὸ τοὺς ἐχθροὺς ὑπὲρ τοὺς 1.200 καὶ πόσοι λαβωμένοι καὶ ἡμεῖς ἀγνοοῦμεν, ἀπὸ δὲ τοὺς ἐδικοὺς μας ἔως 20 ἀπὸ τοὺς ἀτάκτους λαβωμένοι καὶ σκοτωμένοι, ἔως 70 ἀπὸ τοὺς τακτικοὺς….». Στις 12 δε τού Αυγούστου, ο ίδιος Καραϊσκάκης στην επιστολή του προς τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, αναφέρει 400 μόνο τούρκους νεκρούς στις μάχες τής 6ης και τής 8ης Αυγούστου.  Το σίγουρο είναι ότι οι εχθροί έπαθαν αξιόλογη ζημιά και στις δύο μάχες. Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα από την ταραχή που επικράτησε σε δύο επιστολές που γράφτηκαν μεν τότε από τον Κιουταχή προς τον μεγάλο Βεζίρη και προς τον ιδιαίτερο γραμματέα τού Σουλτάνου, Αλή Αγά, οι οποίες όμως κατέληξαν στα χέρια των Ελλήνων.

Η διαφωνία τού Φαβιέρου

Ο Φαβιέρος πρότεινε να εξακολουθήσουν την καταδίωξη, ωφελούμενοι από το κατόρθωμα, για να εισέλθουν στην πόλη· αλλά ο Καραϊσκάκης δεν το θεώρησε φρόνιμο, και πολύ σωστά, διότι φοβόταν τον διασκορπισμό και την εξάπλωση των Ελλήνων σε τόπο επίπεδο, όπου ο εχθρός μπορούσε να ανακτήσει την υπεροχή του όχι μόνο έχοντας ιππικό το οποίο οι Έλληνες δεν είχαν, αλλά και διότι είχε εφεδρείες οι οποίες δεν είχαν λάβει μέρος στην πρώτη αυτή μάχη. Έτσι ο Καραϊσκάκης ανακάλεσε τα Ελληνικά στρατεύματα από την καταδίωξη και διέταξε αυτά να καταλάβουν τις αρχικές τους θέσεις, και τότε άρχισε η πρώτη διαφωνία μεταξύ αυτού και του Φαβιέρου, η οποία δεν έπαυσε από τότε αν αυξάνει.

Η αλήθεια είναι ότι στην προκειμένη περίπτωση ο Καραϊσκάκης είχε δίκαιο και αν οι Έλληνες προήλαυναν, όπως είχαν τα πράγματα, και με την παντελή έλλειψη ιππικού, θα πάθαιναν ολοσχερή ήττα. Το ότι ο Καραϊσκάκης εμπόδισε την καταδίωξη όχι από πνεύμα αντιζηλίας και αντιλογίας προς τον Φαβιέρο, αλλά από την έλλειψη τού ιππικού, συμπεραίνεται ξεκάθαρα από την επιστολή που έγραψε στον Κολοκοτρώνη στις 12 Αυγούστου: «….Ἄν εἴχαμεν καὶ ἡμεῖς μίαν μικρὰν καβαλαρίαν, βέβαια τὸν ἐκυνηγούσαμεν ἔως εἰς τὴν Εὔριπον καὶ ἀκόμη μακρύτερα….». Και παρακάτω: «….Ἀδελφέ, ἀνάγκη πᾶσα νὰ μὲ προφθάσῃς τὴν ἄτακτον καβαλαρίαν ὅπου ἔχετε αὐτοῦ· εἶναι ἐδῶ καὶ ἡ τακτική, κατορθόνωμεν καὶ μερικοὺς ἀκόμη ἀπὸ ἄλογα γερὰ καὶ μπενιτζίδαις, ὁποῦ εἶναι εἰς τὸ στρατόπεδον, καὶ γίνεται ἕν σῶμα ἀπὸ τριακοσίους καὶ ἐπέκεινα· τόσοι φθάνουν διὰ νὰ κυνηγήσουν τὸν εχθρό· καὶ μέσα εἰς τὴν Πελοπόννησον γνωρίζω ὅτι χρησιμεύει ἡ καβαλαρία· πολὺ περισσότερον ὅμως θέλει ὠφελήσει ἄν ἔλθῃ ἐδῶ καὶ ἑνωθῆ μὲ τακτικήν, καὶ τότε ἀφοῦ δώσωμεν τοῦ διαβόλου τὸν Κιουταχήν, ἐρχόμεθα συσσωματωμένοι καὶ πέφτομεν εἰς τὸν Ἰμβραῒμην….».

Την επομένη, 7 Αυγούστου, ο Ρεσίτης (Κιουταχής) δεν επανέλαβε την επίθεση κατά τού Ελληνικού στρατοπέδου στο Χαϊδάρι, γιατί περίμενε τον Καρυστηνό Ομέρ πασά, τον οποίο είχε προσκαλέσει για βοήθεια· αυτός πράγματι έφτασε το μεσημέρι εκείνης τής ημέρας, συνοδευόμενος από αξιόλογο σώμα ιππέων. Έτσι στις 8, ο Ρεσίτης επιτέθηκε με πέντε χιλιάδες περίπου πεζούς και χίλιους ιππείς κατά των Ελλήνων·

αυτή η μάχη έδειξε πόσο ασφαλέστερη ήταν η κρίση τού Καραϊσκάκη έναντι τού Φαβιέρου γιά τον Ελληνικό στρατό γενικότερα και γιά τον τακτικό όπως ήταν τότε.

11111111111

Ο στρατάρχης είχε την αριστερή πτέρυγα με τούς ατάκτους, ο δε Φαβιέρος με τούς τακτικούς την δεξιά. Και οι δύο πτέρυγες ήταν ασφαλισμένες με οχυρώματα, αλλά ο Φαβιέρος βγάζοντας εκτός τής ασφαλούς θέσεως το ένα από τα δύο τακτικά του τάγματα, στην αρχή το αντιπαρέταξε σε τετράγωνο σχηματισμό έναντι των εχθρών· η πρώτη επίθεση των Δελίδων κατά αυτού τού σχηματισμού αποκρούσθηκε, αλλά μετά από λίγο, το τετράγωνο διασπάστηκε και ακόμη και ο Φαβιέρος που έσπευσε σε βοήθεια με το δεύτερο τάγμα, αναγκάσθηκε να καταφύγει στο οχύρωμά του, ενώ οι εχθροί που επιτέθηκαν στην αριστερή πτέρυγα των Ελλήνων (του Καραϊσκάκη), παρ’ όλο τού ότι επανέλαβαν τις επιθέσεις τους με ανδρεία, επανειλημμένα αποκρούσθηκαν, έχοντας αρκετές απώλειες σε άνδρες και ίππους, διότι η πτέρυγα των ατάκτων είχαν φροντίσει να μην βγουν εκτός των οχυρωμάτων τους.

Βεβαίως αλλιώς μάχεται ο τακτικός και αλλιώς ο άτακτος στρατός· σε χιλιάδες μάχες, πεζικά τετράγωνα απέκρουσαν το ιππικό και νίκησαν. Αλλά τα τετράγωνα αυτά προϋποθέτουν στρατό καλά οργανωμένο, εξασκημένο και εφοδιασμένο· στρατός που ενώ στερείται αυτών των πλεονεκτημάτων, απαιτεί να εκπληρώσει καθήκοντα των οποίων η επιτυχία εξαρτάται άμεσα από τούς όρους που προαναφέρθηκαν, εκθέτει τον εαυτό του σε καταφανή ήττα, όπως και συνέβη και επί τού προκειμένου πρώτου τάγματος, το οποίο διασώθηκε με κόπο, έχοντας απώλειες 38 στρατιωτών και ενός τυμπανιστή.

Όταν αποσύρθηκαν οι εχθροί από τα οχυρώματα, η μάχη περιορίσθηκε σε απλό αμοιβαίο κανονιοβολισμό, κατά τον οποίο όμως η βλάβη που προξενούσαν τα Ελληνικά πυροβόλα ήταν πολλή μικρότερη τής των εχθρικών, όχι μόνο γιατί τα Ελληνικά ήταν πολύ μικρότερα, αλλά και γιατί δύο από αυτά είχαν αχρηστευθεί, λόγω τού ότι έσπασαν οι τροχοί τους.

Γύρω στο απόγευμα, ο Ελληνικός στρατός υποχώρησε στην Ελευσίνα, όχι μεν με πολύ τάξη, αλλά χωρίς να πάθει μεγάλη ζημιά, διότι με το σκοτάδι που ήλθε, δεν μπόρεσαν οι εχθροί να κάνουν σημαντική καταδίωξη. Άλλωστε η υποχώρηση αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί ως αποτέλεσμα τής μάχης που έγινε, γιατί οι εχθροί δεν πίεζαν τα Ελληνικά οχυρώματα· αυτή ήταν απ’ την αρχή η πρόθεση τού Καραϊσκάκη, ο οποίος, καθώς έγραψε στον Κολοκοτρώνη στις 12 Αυγούστου, δεν πήγε από την Ελευσίνα στο Χαϊδάρι, παρά έχοντας ζωοτροφές μόνο για τρείς ημέρες και χωρίς αποσκευές, ώστε ο στόχος ήταν καθώς φαίνεται, να αναγγείλει μεν την παρουσία του στους πολιορκούμενους τού φρουρίου τής Ακροπόλεως, να δοκιμάσει δε τις δυνάμεις τού Κιουταχή, και έπειτα, επιστρέφοντας στην Ελευσίνα, να σχεδιάσει και οργανώσει κάτι οριστικότερο εναντίον του.

Μετάφραση τού κειμένου στην δημοτική: Ἑλληνικό Ἡμερολόγιο

 

Copyright (©) «Ἑλληνικὸ Ἡμερολόγιο»

Αφήστε μια απάντηση