.
Η ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ ΚΑΙ ΚΙΟΥΤΑΧΗ (9/8/1826)
.
Επιλεγμένο απόσπασμα από το βιβλίο τού Κ.ΠΑΠΑΡΡΗΓΟΠΟΥΛΟΥ «ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗΣ», εκδ.Ν.Πάσσαρη, 1867.
.
……….Την επομένη ημέρα τής μάχης τού Χαϊδαρίου και την επιστροφή των Ελλήνων στο στρατόπεδο τής Ελευσίνας, συνέβη κατά περίεργη σύμπτωση η πολυθρύλητη εκείνη συνάντηση τού Γεωργίου Καραϊσκάκη με τον Κιουταχή, πάνω στην Γαλλική Ναυαρχίδα η οποία ήταν ελλιμενισμένη έξω από το λιμάνι τού Πειραιά. Πρώτος είχε παρουσιασθεί σε σύσκεψη με τον Ναύαρχο Ρινύ ο Φαβιέρος, ο οποίος, με την άφιξη μετά από λίγο τού Κιουταχή και τού Ομέρ πασά, πείσθηκε κατόπιν αιτήσεως τού Γάλλου Ναυάρχου, να μην αποκαλύψει την παρουσία των τούρκων.
……….Αλλά μόλις κατέβηκαν οι τούρκοι στρατηγοί στην αίθουσα τής φρεγάτας, έφτασε ο Καραϊσκάκης με ελληνική βάρκα από το βρίκι τού Ν. Γιαννίτζη, το οποίο ναυλουχούσε στην Ελευσίνα υπό τις διαταγές του. Ο Γάλλος Ναύαρχος ταράχθηκε πολύ γι’ αυτή την σύμπτωση, αλλά η συνέντευξη των δύο στραταρχών , αν και έφτασε σε δραματικά όρια, τελικά κατέληξε ειρηνικά.
……….Ο Καραϊσκάκης, ομολόγησε στην επιστολή που έστειλε στον Θ. Κολοκοτρώνη στις 12 Αυγούστου, ότι αρχικά βρέθηκε προ εκπλήξεως, και άλλες πληροφορίες βεβαιώνουν (το αναμενόμενο), ότι και ο Κιουταχής αντιμετώπισε την ίδια έκπληξη από την απροσδόκητη αυτή συνάντηση. Μετά από αυτό, ο Καραϊσκάκης χαιρέτησε τον αντίπαλο κατά την τουρκική συνήθεια και κάθισε· ο Κιουταχής αντιχαιρέτησε αγέρωχα, κλίνοντας απλώς το κεφάλι του και άρχισε πρώτος μιλώντας αρβανίτικα.
- “Τί κάμνεις εἶπε Καραϊσκάκη ; Ἤλπιζα νὰ ἔλθῃς εἰς τὰ Βιτώλια νὰ μὲ προσκυνήσῃς καὶ νὰ σὲ δώσῳ ὅλα τὰ βιλαέτια ἀπὸ τὴν Ἀθήνα ἔως εἰς τὴν Ἄρτα”.
- “ Ἐγώ νὰ σὲ προσκυνήσῳ ; ἀπήντησεν ὁ Καραϊσκάκης. Ἄν ᾖσαι Ῥούμελης Βαλεσῆ, ἐσύ, εἶμαι καὶ ἐγώ Ῥούμελης Βαλεσῆ· καὶ ἄν ἤξευρεν ἡ Διοίκησίς μου, ὅτι μιλοῦμεν τώρα μαζῆ, μ’ ἐκρέμαγε κι’ ἐμένα καὶ 15.000 στρατεύματα ὅπου ἔχω εἰς Ἐλευσῖνα”.
- Ὁ δὲ Κιουταχῆς, “Καὶ πῶς δύναται νὰ σὲ κρεμάσῃ ;”
- Ὁ δὲ Καραϊσκάκης, “Μήπως δὲν σὲ κρεμνᾷ ὁ Σουλτάνος ὅταν θέλῃ ; Ναὶ ἤ ὄχι ;”
- “Ναὶ ἀπήντησεν ὁ Κιουταχῆς, διότι τὸν ἔχω Βασιλιά”.
- “Μὲ κρεμνᾷ λοιπὸν κι’ ἐμένα, ἀνταπήντησεν ὁ Καραϊσκάκης, διότι τὴν ἔχω Βασίλισσαν”.
……….Τότε σηκώθηκε ο Κιουταχής και αναχώρησε πρώτος από το πλοίο. Λέγουν δε, ότι όταν άκουσε τα τελευταία λόγια τού Καραϊσκάκη, χαμογέλασε, δυσπιστώντας πιθανότατα στα λεγόμενά του. Ποιός μπορούσε να φανταστεί τότε, ότι μετά από τριάντα χρόνια, ο ίδιος ο Σουλτάνος θα υποδεχόταν στα βασιλικά διαμερίσματα τού Ντολμά Μπαξέ «ἐν πομπῇ καὶ παρατάξει» τον πρέσβυ τού βασιλέα τής Ελλάδος, γιό τού Γεωργίου Κουντουριώτη, όρθιος, ρωτώντας, όχι μόνο γιά την υγεία τής Αυτού Μεγαλειότητος, αλλά και γιά την υγεία τού πρέσβυ και τής οικογενείας του.
……….Όμως, τον Αύγουστο τού 1826, ο Καραϊσκάκης αντιπροσώπευσε με αξιοπρέπεια την Ελληνική εθνικότητα ενώπιον τού τούρκου στρατάρχη τής Ρούμελης. Είχε μεν καυχηθεί ότι υπάρχουν στην Ελευσίνα 15.000 άνδρες υπό τις διαταγές τής Ελληνικής Κυβερνήσεως, αλλά η αλήθεια είναι ότι όλος ο στρατός έφτανε τις 4-5 χιλιάδες άνδρες, οι οποίοι ταλαιπωρούντο από διαίρεση και αναρχία. Γι’ αυτό, και γιά τον ιδιαίτερο τρόπο που πολεμούν οι άτακτοι, ο Καραϊσκάκης είχε πεισθεί ότι μάχη «ἐκ τοῦ συστάδην» δεν μπορούσε να ανταπεξέλθει έχοντας απέναντι τον Κιουταχή.