,,

.
……….«Ἐφ’ ὅσον λοιπὸν ἡ ἀ δ ι κ ί α πρυτανεύει ἐν τῇ κοινωνίᾳ καὶ οἱ λησταὶ τῶν πόλεων θριαμβεύουσιν, οὐδ’ οἱ λησταὶ τῶν ὀρέων ἐξολοθρεύονται· διότι ἡ πηγὴ τῆς ληστείας τῶν ὀρέων εἶναι οὐχὶ τὰ ὄρη, ἀλλ’ αἱ πόλεις. Ἀδικία δὲ εἶναι οὐ μόνον ἡ ἔλλειψις πραγματικῆς ἰσονομίας ἐν τῇ πολιτείᾳ, ἀλλὰ καὶ ἡ στέρησις θρησκευτικῆς διαπλάσεως καὶ παιδαγωγίας τοῦ λαοῦ». Γ.Π. Κρέμος: «Ἡ λῃστεία ἐν τῇ ἑλληνικῇ ἱστορίᾳ»
Το Φαινόμενο τής Ληστείας στην Ελλάδα
……….Στο νεοελληνικό κράτος, το φαινόμενο τής ληστείας εμφανίστηκε συστηματικά από το 1833. Τότε ένας δραπέτης φυλακών με το όνομα Χοσάδας, σύστησε συμμορία στην Φθιώτιδα. Από τότε και μέχρι το 1836, η ληστεία παρουσίασε σημαντική αύξηση στην Στερεά Ελλάδα. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι τον Ιούνιο του 1835, 75 περίπου ληστές, αφού κατέλαβαν την θέση Σκαλί, δίπλα στο Μεσολόγγι, συνέλαβαν έναν λοχαγό και 30 πολίτες, ενώ άλλη συμμορία κατέλαβε τα στενά των Θερμοπυλών και λήστευε τους διαβάτες.
……….Επίσης, τον Αύγουστο τού 1835, συμμορία 200 ληστών είχε συγκεντρωθεί στην θέση Ασβέστι, στα σύνορα, και απειλούσε τις γύρω περιοχές. Την έξαρση τής ληστείας εκμεταλλεύτηκαν οι οπαδοί τού Ιωάννη Κωλέττη, οι οποίοι υποστήριζαν ότι μόνο η επιβλητική προσωπικότητα τού αρχηγού τους, θα μπορούσε να επιλύσει τέτοιες καταστάσεις. Το φαινόμενο τής ληστείας επιδείνωνε η πολιτική διαφθορά και η χρησιμοποίηση των ληστών από την εκάστοτε αντιπολίτευση. Έτσι, οι ληστές έμπαιναν ελεύθερα στην Αθήνα, συναντιόνταν με βουλευτές και υπουργούς και παράλληλα επιτίθεντο στους στρατώνες από όπου άρπαζαν όπλα και άλογα.
……….«…Πολλοὶ δήμαρχοι, ἀστυνόμοι, χωροφύλακες σκαιοὶ καὶ βίαιοι, ἄδικοι καὶ αἰσχροὶ καὶ ἐν γένει λειτουργοὶ παράνομοι δημόσιοι, μάλιστα δὲ δικαστικαὶ ἀποφάσεις ἀδικώταται, ἠνάγκασαν ἀνθρώπους ἀπροστάτευτους ἐν τῇ πολιτικῇ διαφθορᾷ, μὴ ἀπολαύοντας τῶν εὐεργετημάτων τῶν μὴ ἐφαρμοζομένων τοῖς πᾶσιν ἀδεκάστως νόμων τῆς πολιτείας, νὰ καταφεύγωσιν ὑπὸ τὴν προστασίαν τῶν ἀγράφων νόμων τῶν ὀρέων, τῶν μέχρι κεραίας ἐφαρμοζομένων τοῖς πᾶσιν ἀδιακρίτως. Ἐντεῦθεν δὲ οἱ ἐκ χρηστῶν γεννηθέντες καὶ χρηστῶς ζῶντες ὑπὸ αἰσχρῶν καὶ παρανόμων σκληρὰ παθόντες ἐν τῇ παρανόμῳ πολιτείᾳ χρηστοὶ ἄνθρωποι, ἐξ ἀνάγκης λῃσταὶ γενόμενοι, ἀπέθανον οἰκτρὸν θάνατον φονευθέντες ἤ ἐπὶ ἰκριώματος ὡς θηριώδη τέκνα τῶν ὀρέων, καρατομηθέντες ὑπὸ τὰ ἀρὰς τῶν αὐτοὺς ἀδικησάντων παρανόμων κατοίκων τῶν πόλεων· καὶ οὕτω συμβαίνει τὸ παράδοξον ἐν τῇ ἱστορίᾳ τῶν ἐθνῶν ὁ μὲν πρῶτος ἁδικήσας ἀπολαύει τῆς προστασίας τῶν νόμων ἐν τῇ πολιτείᾳ καὶ τιμώμενος ἐξακολουθεῖ ἀδικῶν, ὁ δὲ ἀδικηθεὶς καρατομεῖται! (…) Οὐδαμῶς ἀρνεῖταί τις ὅτι μεταξὺ τῶν κακομοίρων τούτων ἀνθρώπων τῶν ὀρέων ὑπῆρξαν καὶ τέρατα, ὅπως καὶ ἐν τῇ κοινωνίᾳ ἀλλ’ ὡσαύτως οὐδεὶς δύναται ν’ἀρνηθῇ ὅτι οἱ πλεῖστοι αὐτῶν ἀδίκως ἀπώλοντο· …» Γ.Π. Κρέμος: «Ἡ λῃστεία ἐν τῇ ἑλληνικῇ ἱστορίᾳ»
……….Χαρακτηριστικό επίσης ήταν ότι πολλές ληστρικές συμμορίες αποτελούνταν από δυσαρεστημένους αγωνιστές τής Επανάστασης, οι οποίοι αντιδρούσαν στο νέο οικονομικό και κοινωνικό σύστημα τής βαυαροκρατίας. Γιά παράδειγμα, τον Φεβρουάριο τού 1836, ληστρικές συμμορίες εισέβαλαν σε διάφορα χωριά και εξανάγκασαν τους χωρικούς να επαναστατήσουν κατά τής Βαυαροκρατίας. Ταυτόχρονα κατέλαβαν τον Μύτικα και πολιόρκησαν το Μεσολόγγι. Η κυβέρνηση, στις 16 Φεβρουαρίου τού 1836, εξέδωσε προκήρυξη προς τον λαό τής Στερεάς Ελλάδας, με την οποία δίνονταν υποσχέσεις αμνήστευσης των ληστών, αν εντός ορισμένης προθεσμίας κατέθεταν τα όπλα και παραδίδονταν στις Αρχές. Την ίδια περίοδο σημειώθηκαν κινήματα ληστανταρτικά, ενάντια στο καθεστώς και στην Πελοπόννησο. Γιά την καταπολέμησή τους, διορίστηκε ο σύμβουλος Επικρατείας Μοναρχίδης, ως έκτακτος επίτροπος στην Αχαϊρηλίδα. Βασικός του στόχος ήταν η εξόντωση τής συμμορίας των αδελφών Χονδρογιάννη, οι οποίοι και σκοτώθηκαν σε κάποια συμπλοκή, το 1836. Αργότερα, στις 8 Απριλίου τού 1839, 200 περίπου ληστές, υπό τους αρχηγούς Ζαμπέκο, Γεωργαράκο και Καλογρή, εισέβαλαν στο Γύθειο, και ασχολήθηκαν με αρπαγές. Η συμμορία αυτή διαλύθηκε ύστερα από εξέγερση των κατοίκων από τα γύρω χωριά.
……….Την περίοδο αυτή σημειώθηκαν ληστείες που συντάραξαν όχι μόνο την ελληνική, αλλά και την ευρωπαϊκή κοινωνία. Γιά παράδειγμα, το 1846, 12 ληστές, λήστεψαν έξι πλοιάρια στις όχθες τού Αχελώου, στην Σελασσίνα. Η πράξη αυτή προκάλεσε την έντονη αντίδραση τής Αγγλίας, η οποία απαίτησε μεγάλη αποζημίωση από την Ελλάδα. Επίσης στις 14 Μαρτίου τού 1855, σημειώθηκε ληστεία στο τσιφλίκι τού Άγγλου Εδουάρδου Νόελ (Edward Noel), στο χωριό Αχμέτ Αγά τής Βόρειας Εύβοιας. Η ληστεία αυτή προκάλεσε την οργή τού Άγγλου πρέσβη στην Αθήνα, ο οποίος επέδωσε αυστηρότατες διακοινώσεις στην ελληνική κυβέρνηση και απαίτησε να αποζημιωθεί ο Νόελ από το ελληνικό δημόσιο, αίτημα που η ελληνική κυβέρνηση δεν ικανοποίησε.
……….Οι ληστές έστηναν το καρτέρι τους σε κλειστό τόπο (κλεισούρα) ή σε μονοπεράσματα (σύρτες). Όταν εμφανιζόταν το θύμα, βρισκόταν ξαφνικά αντιμέτωπο με τα προτεταμένα όπλα και τις φωνές των ληστών. Η ομάδα κρούσης αφαιρούσε από τον συλληφθέντα τιμαλφή, ρολόγια και χρήματα. Όλα αυτά έμεναν στην ομάδα κρούσης και δεν μοιράζονταν με τα άλλα μέλη τής συμμορίας. Ο αιχμάλωτος οδηγούνταν στον αρχηγό τής συμμορίας, ο οποίος όριζε το ποσό των λύτρων γιά εξαγορά, ποιοί θα το έφερναν, πώς και πού. Κατά την διάρκεια τής αιχμαλωσίας, οι όμηροι θεωρούνταν ιεροί και η συμμορία τούς περιποιούνταν. Ὁ κώδικας τοῦ ποινικοῦ δικαίου τῶν ληστῶν ἦταν αὐστηρότατος καὶ ὡς πρὸς τὴν συμπεριφορὰ σὲ γυναῖκες.: «Ὁ μολύνας γυναῖκα ὕπανδρον χριστιανὴν ἀποβάλλεται ἀμελετητὶ ἐκ τῆς συμμορίας καὶ ἀποκηρύσσεται ὡς ἄτιμος, ὁ δὲ τούρκισσαν μισεῖται ὡς μαγαρισμένος· ὁ δὲ φθείρας παρθένον αἰχμαλώτιδα αὐτῶν Χριστιανὴν, φονεύεται». Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι στις ληστρικές συμμορίες δεν υπήρχαν παντρεμένοι ληστές ή γυναίκες. Σπάνια συναντούσε κανείς λησταρχίνες. Εξαίρεση αποτελούν η Αγγέλω Σεϊτζάνη και η Ελένη τού Ντελή.
……….Μόλις εισπράττονταν τα λύτρα, οι όμηροι αφήνονταν ελεύθεροι. Αν όμως δεν δίνονταν τα λύτρα, ή αν ειδοποιούνταν η Χωροφυλακή και εμφανιζόταν καταδιωκτικό απόσπασμα, οι όμηροι εκτελούνταν.
……….Το διάστημα 1855 με 1858, έγιναν οι πρώτες αλλαγές στο σύστημα καταδίωξης τής ληστείας, και ταυτόχρονα σημειώθηκαν από τις κρατικές αρχές οι πρώτες σοβαρές προσπάθειες μελέτης τού προβλήματος τής ληστείας. Την ίδια περίοδο κυκλοφόρησαν και δύο έργα με θέμα την ληστεία.
……….Το 1855 κυκλοφόρησε το έργο τού πολιτικού και διοικητή τής Εθνικής Τράπεζας, Παύλου Καλλιγά, «Ο Θάνος Βλέκας», και το 1857, το έργο τού Εδμόνδου Αμπάουτ (Edmond About) «Οι Βασιλείς των ορέων», το οποίο κυκλοφόρησε στα ελληνικά το 1858. Εκείνη την περίοδο, «βασιλιάς των Ορέων» ήταν ο Χρήστος Νταβέλης. Το 1855 κατά την διάρκεια τού Κριμαϊκού πολέμου, απήγαγε με την συμμορία του, τον Γάλλο υπολοχαγό Μπερτώ. Γιά την απελευθέρωσή του, πήρε ως λύτρα από την ελληνική κυβέρνηση το ποσό των 30.000 δρχ., σε χρυσό. Τον άφησε ελεύθερο μετά την αποχώρηση των Αγγλογάλλων. Τότε απόκτησε την φήμη τού εθνικού ήρωα και ο κόσμος αναφωνούσε «Ζήτω ο Νταβέλης».
……….Στις 12 Ιουλίου τού 1856, εντοπίστηκε από το καταδιωκτικό απόσπασμα η εικοσιτετραμελής ληστρική συμμορία του, και στην συμπλοκή που ακολούθησε σκοτώθηκαν δεκαοκτώ ληστές , μεταξύ των οποίων και ο Νταβέλης, ενώ έξι συνελήφθησαν. Το κεφάλι τού Νταβέλη, καρφωμένο σ’ ένα κοντάρι, εκτέθηκε στην πλατεία Συντάγματος στην Αθήνα. Όλοι οι «αποτροπιαστικοί ηρωισμοί» τού Νταβέλη, αποτέλεσαν αντικείμενο γιά λαϊκά αναγνώσματα, και θεατρικά έργα.
……….Ο λαϊκός ζωγράφος, Θεόφιλος ζωγράφισε μετέπειτα τον Νταβέλη γενειοφόρο, φουστανελοφόρο και αρματωμένο. Ο πίνακας βρίσκεται στην Δημοτική Πινακοθήκη Ρόδου. Αξίζει βέβαια να τονίσουμε, ότι στην λαϊκή συνείδηση, η ληστεία τότε ταυτιζόταν με μία πράξη ηρωισμού και λεβεντιάς και ήταν ο βασικός τρόπος κοινωνικής διαμαρτυρίας.
……….«…πάντες σχεδὸν οἱ κλέφται ἀφορμὴν τοῦ κλεφτικοῦ αὑτῶν βίου εἶχον τὴν ἀδικίαν, τὴν ὕβριν, τὴν ἀκολασίαν, τὴν βίαν, τὴν μιαιφονίαν τῶν τυράννων τούρκων, καθάπερ καὶ οἱ ἐπὶ τῆς πρώτης τυραννίας, τῆς τῶν Ῥωμαίων λῃσταί. Τὰ ἀδικήματα τῶν Ῥωμαίων καὶ ἡ ὑπουλοτάτη αὐτῶν πολιτικὴ ἦσαν τοιαῦτα, ὥστε καὶ ὁ ἀφιλοτιμότατος τῶν λαῶν θὰ ἠναγκάζετο νὰ τραπῇ εἰς τὰ ὄρη καὶ εἰς τὴν πειρατείαν ὡς ληστὴς καὶ πειρατής. (…) Γνωστὸν δ’ ἐκ τῆς ἱστορίας καὶ ἐκ τῆς πείρας ὅτι ἐκεῖνοι πρὸ πάντων ἐκ τῶν τυραννουμένων καταδιώκονται ὡς λησταί, πειραταί, ἐγκληματίαι καὶ ὅπως ἄλλως οἱ τυραννούμενοι καλοῦνται ὑπὸ τῶν τυρράνων, ὅσοι ἐλεύθερα φρονοῦντες δὲν ὑπείκουσι τυφλῶς τοῖς τυραννικοῖς προστάγμασιν, ἀλλ’ ἀνθιστάμενοι ἀντιτάσσουσι βίαν κατὰ τῆς βίας. (…) Τούτου δ’ ἕνεκα καὶ πληρεστάτη αὐτοῖς ὑπὸ τῆς ἱστορίας δίδοται ἀμνηστία τῶν ἐγκλημάτων αὐτῶν ὅσα διέπραξαν Ἕλληνες κλέφται οὐ μόνον κατὰ τῶν ἀλλοφύλων τυράννων τούρκων, ἀλλὰ καὶ κατὰ τῶν ὁμαίμων Χριστιανῶν καὶ ἄλλων». Γ.Π. Κρέμος: «Ἡ λῃστεία ἐν τῇ ἑλληνικῇ ἱστορίᾳ».

……….Επάνω στο μαχαίρι, είχε χαράξει κείμενο, το οποίο στην σύγχρονη ελληνική, διαβάζεται ως εξής: «Προς όλους. Επειδή δεν μπορώ να βρω δίκαιο στην δικαιοσύνη των Ελλήνων, αναγκάσθηκα να τονίσω το δίκαιο τής Παρδάλας ή Μαχαίρας. Από τώρα και στο εξής η ύψιστη αυτή λειτουργός τής άνανδρης Δικαιοσύνης, η ονομαζόμενη “Παρδάλα”, έχει τον λόγο απέναντι σε όλους τους υπεύθυνους και άπιστους. Η λειτουργία αυτής τής μαχαίρας θα είναι πάντα ειλικρινής και πότε δεν θα λησμονήσει τα ιερά της καθήκοντα γιά την απονομή τού δικαίου. Μάρτιος 1917».
Η σφαγή στο Δήλεσι και οι Αρβανιτάκηδες
……….Στις 31 Μαρτίου τού 1870, η συμμορία τού Τάκου και Χρήστου Αρβανιτάκη, συνέλαβε κοντά στην πεδιάδα τού Μαραθώνα, στο Πικέρμι, μία παρέα ξένων περιηγητών. Επρόκειτο γιά τον λόρδο και την λαίδη Μάνκαστερ, τον νεαρό φίλο τους, Φρέντερικ Βάϊνερ, τον δικηγόρο τής Εταιρείας των Σιδηροδρόμων, Έντουαρντ Λόϊντ, την σύζυγό του και την κόρη τους, τον γραμματέα τής βρετανικής πρεσβείας στην Αθήνα, Έντουαρντ Χέμπερτ και τον γραμματέα τής ιταλικής πρεσβείας στην Αθήνα, κόμη Αλμπέρτο ντε Μπόϊλ. Ο Τάκος Αρβανιτάκης, αρχηγός τής συμμορίας, διαμήνυσε στην κυβέρνηση ότι απαιτούσε 50.000 δρχ., ως λύτρα και την χορήγηση αμνηστίας. Η αγγλική πρεσβεία δέχτηκε τους όρους, αλλά η κυβέρνηση ήταν αντίθετη και έστειλε στρατιωτικό απόσπασμα γιά την ανακάλυψη και σύλληψη των απαγωγέων. Οι ληστές, αφού πρώτα απελευθέρωσαν τις γυναίκες, κατευθύνθηκαν προς τον Ωρωπό.
……….Στις 9 Απριλίου, οι άνδρες τού αποσπάσματος συνάντησαν τους ληστές στο Δήλεσι, παραθαλάσσια περιοχή, βόρεια τού Ωρωπού. Οι ληστές τότε σκότωσαν τους ομήρους, και προσπάθησαν να διαφύγουν. Από τους πυροβολισμούς σκοτώθηκαν δέκα στρατιώτες και 20 ληστές, ανάμεσά τους και ο Χρήστος Αρβανιτάκης. Συνελήφθησαν εννέα ληστές, οι οποίοι στην συνέχεια καταδικάστηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν με λαιμητόμο. Ο Τάκος Αρβανιτάκης κατάφερε να διαφύγει. Εξαιτίας τής διεθνούς καταρρακώσεως τού κύρους τής Ελλάδος, ο πρωθυπουργός Θ. Ζαΐμης, παραιτήθηκε. Τελικά η Ελλάδα εξέφρασε την λύπη της στις κυβερνήσεις τής Αγγλίας και τής Ιταλίας, και κατέβαλε σε κάθε μία από τις οικογένειες των θυμάτων, το ποσό των 22.000 λιρών.
……….Στην συνέχεια εξαπολύθηκε ανελέητο κυνηγητό εναντίον των ληστών. Μέσα σε τρεις μήνες, πάνω από 50 ληστές είχαν εξοντωθεί ή συλληφθεί, ενώ πολλοί κατέφυγαν στο υπό τουρκική κατοχή έδαφος. Η νέα κυβέρνηση τού Αλέξανδρου Κουμουνδούρου, ψήφισε στις 29 Μαΐου 1871 νόμο «Περί καταδιώξεως τής ληστείας».
Επτάνησα
……….Μετά την Ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα, το 1864, το πρόβλημα τής ληστείας εμφανίζεται έντονα και στην Λευκάδα, η οποία αποτελούσε προέκταση τής Στερεάς Ελλάδος. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι τον Αύγουστο τού 1865, η Ελοϊσία Βαλαωρίτη, σε επιστολή της προς τον βουλευτή και ποιητή Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, τον συμβούλευε να φύγει από την Μαδουρή όπου βρισκόταν, και να επιστρέψει στην πόλη γιά λόγους ασφαλείας, εξ αιτίας των ληστών που λυμαίνονταν την Αιτωλοακαρνανία και οι οποίοι αναμφίβολα περνούσαν και στην Λευκάδα και δρούσαν.
……….Στις 2 Μαρτίου τού 1869, πριν ακόμα ο πρωθυπουργός Θρασύβουλος Ζαΐμης διαλύσει την Βουλή και προκηρύξει εκλογές, ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης, σε επιστολή του από την Λευκάδα, προς την γυναίκα του, Ενετία, έγραφε μεταξύ των άλλων ότι πολλοί από τους ληστές προκήρυσσαν την δημοκρατία και έκαναν κατήχηση στον κόσμο ενάντια στην βασιλεία. Φημολογούνταν μάλιστα, ότι οι ληστές ή θα ήταν υποψήφιοι στις επόμενες εκλογές, ή θα διεύθυναν τις εκλογές, γιατί ήλπιζαν να σχηματίσουν μία Βουλή φιλική προς αυτούς, η οποία θα τους αμνήστευε.
Κρήτη
……….Κατά την διάρκεια τής Κρητικής Επανάστασης (1866–1869), πολλοί ληστές πήγαν στην Κρήτη και αγωνίστηκαν. Μετά την λήξη τής επανάστασης, αυτές οι ομάδες ληστών επέστρεψαν στην Ελλάδα, όπου συνέχισαν την δράση τους. Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφέρουμε ότι η διαρκής προετοιμασία επαναστατικών κινημάτων στις υπόδουλες ελληνικές επαρχίες, συντηρούσε και αύξανε το φαινόμενο τής ληστείας, γιατί πολλοί αντάρτες ενάλλασσαν τον ρόλο τού ληστή με τον ρόλο τού εθνικού αγωνιστή. Έτσι η αποτυχία τής επανάστασης στην Κρήτη και η ματαίωση ανάλογων κινημάτων στην Θεσσαλία και Μακεδονία, είχαν ωθήσει στην ληστεία πολλούς αντάρτες.
Πελοπόννησος
……….Ωστόσο, η ληστεία αν και περιορίστηκε, δεν εξαλείφθηκε. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι ένα σημαντικό ληστρικό περιστατικό την ίδια περίοδο ήταν η αιχμαλωσία τού υπουργού Σωτήριου Σωτηρόπουλου, ο οποίος, μετά την απελευθέρωσή του, δημοσίευσε το έργο: «Τριάκοντα ημέραι μετά ληστών», στο οποίο έγραψε και πολλές ενδιαφέρουσες πληροφορίες γιά τις ληστείες στην Πελοπόννησο.
Θεσσαλία
……….Μετά την απελευθέρωση τής Θεσσαλίας το 1881, ληστρικά κυκλώματα έδρασαν και στα Θεσσαλικά βουνά. Το φαινόμενο τής ληστείας στην Θεσσαλία σχετίζεται και με το αγροτικό πρόβλημα και συγκεκριμένα με την δυσαρέσκεια τού αγροτικού κόσμου, αφού οι περισσότερες οικογένειες δεν διέθεταν αγροτικές ιδιοκτησίες. Επιπλέον, η αδυναμία χρησιμοποίησης των εθνικών γαιών ως βοσκοτόπια, ενίσχυσε την ληστρική συμπεριφορά. Ονομαστοί λήσταρχοι στην Θεσσαλία ήταν ο Γρηγόρης Γκάρτζος και ο Βασίλης Γκουντούφας ή Κουτσοβασίλης από την Τζούρτζια Ασπροποτάμου.
……….Επίσης ο Μήτρος Τζάτζας ταλαιπώρησε την Θεσσαλία από το 1912 ως το 1930. Κατόρθωσε να απαγάγει και να κρατήσει όμηρο στα βουνά των Τρικάλων ακόμα και τον γερουσιαστή Σωτήριο Χατζηγάκη, παππού τού πρώην αντιπροέδρου τής Βουλής και υπουργού, Σωτήρη Χατζηγάκη.
Ήπειρος
……….Μετά τους Βαλκανικούς πολέμους, η ληστεία μετατοπίστηκε στις Νέες Χώρες και ιδιαίτερα στην Ήπειρο, όπου τα κοινωνικοπολιτικά χαρακτηριστικά ευνόησαν την υποδαύλιση τού φαινομένου και την έξαρση τής παραβατικότητας γενικότερα.
……….Μεγάλη αύξηση τής ληστρικής δράσης παρατηρήθηκε κατά την περίοδο 1923 με 1928, οπότε η ληστεία υπερείχε αριθμητικά ανάμεσα στα αδικήματα τού κοινού ποινικού δικαίου.
……….Στην Ήπειρο δρούσαν δύο κυρίως ληστρικές ομάδες, αυτή των αδελφών Ρεντζαίων και αυτή των εξαδέλφων Κουμπαίων. Οι αντιπροσωπευτικότερες ληστείες αυτής τής περιόδου ήταν η ληστεία μετά φόνων τής Πέτρας, στις 13 Ιουνίου 1926, η οποία έχει χαρακτηριστεί ως το ενδεικτικότερο γεγονός στα σύγχρονα ποινικά δεδομένα καθώς και η απαγωγή δύο βουλευτών, το 1928.
Η απαγωγή των βουλευτών
……….Συγκεκριμένα, στις 4 Αυγούστου τού 1928, και ενώ η χώρα βρισκόταν σε προεκλογική περίοδο, γιατί είχαν προκηρυχτεί εκλογές γιά τις 19 Αυγούστου 1928,
οι ληστές Χρήστος Κουμπής, Κωνσταντίνος Κουμπής και Σωτήριος Πάσχος, απήγαγαν τον Αλ. Μυλωνά και τον Αλ. Μελά, υποψήφιους βουλευτές με το κόμμα τού Γ. Καφαντάρη, στο 16ο χιλιόμετρο τής οδού Ιωαννίνων-Κόνιτσας, σ’ ένα μικρό γεφύρι, γνωστό μέχρι σήμερα ως «το γεφύρι τού Μελά». Οι πολιτευτές αφέθηκαν ελεύθεροι τρεις ημέρες αργότερα, αφού καταβλήθηκε στους ληστές το ποσό των 5.200.000 δραχμών, ως λύτρα. Η απαγωγή αυτή, έδωσε αφορμή στον Γ. Καφαντάρη να εκτοξεύσει και άλλες κατηγορίες κατά τού Ελ. Βενιζέλου. Στην κυβέρνηση τού Ελ. Βενιζέλου, η οποία προέκυψε από τις εκλογές τού 1928, υπουργός Εσωτερικών ανέλαβε ο Κωνσταντίνος Ζαβιτζιάνος, ο οποίος, με αφορμή την απαγωγή των δύο πολιτικών, εξαπέλυσε εκστρατεία εναντίον των ληστών. Έτσι, στις 11 Σεπτεμβρίου τού 1928, δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα τής Κυβερνήσεως Νομοθετικό Διάταγμα, με το οποίο ο νόμος για τους κατηγορούμενους για ληστεία αυστηροποιούνταν.
……….Στην συνέχεια, στην συνεδρίαση τής Βουλής, στις 22 Οκτωβρίου τού 1928, ο Κ. Ζαβιτζιάνος υπέβαλε το παραπάνω Νομοθετικό Διάταγμα γιά επικύρωση από την Βουλή και ταυτόχρονα ενημέρωσε τους βουλευτές γιά το πρόβλημα τής ληστείας. Κατηγόρησε μάλιστα τις προηγούμενες κυβερνήσεις ότι δεν πήραν μέτρα γιά να καταδιωχθεί η ληστεία.
……….Γι’ αυτό, είπε ότι η κυβέρνηση εγκατέστησε μόνιμους σταθμούς στα «ληστοτροφικά», λεγόμενα, χωριά και έτσι διακόπηκε κάθε επικοινωνία των ληστών με αυτά τα χωριά. Επίσης, οργάνωσαν υπηρεσία που παρακολουθούσε τους ληστόφιλους, υποχρέωσαν τα δημοτικά συμβούλια των ύποπτων χωριών να δίνουν κάθε εβδομάδα κατάλογο των ύποπτων ατόμων και πήραν μέτρα γιά την οριστική εγκατάσταση των σκηνιτών σε συγκεκριμένες κατασκηνώσεις. Τα μέτρα αυτά, σύμφωνα με τον Κ. Ζαβιτζιάνο, είχαν ικανοποιητικά αποτελέσματα, όπως γιά παράδειγμα στην Κεφαλονιά, όπου εξοντώθηκαν όλες οι συμμορίες.