ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΟ ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΑΝΑΣΚΑΦΩΝ ΤΟΥ ΔΙΣΠΗΛΙΟΥ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ

Ο προϊστορικός λιμναίος οικισμός τού Δισπηλιού Καστοριάς:
Μιά πρώτη εισαγωγή 

Ελάχιστο απόσπασμα εργασία τής

Μαρίνας Σωφρονίδου

……….Ο Αντώνιος Κεραμόπουλος επανήλθε στην περιοχή το 1940 και διενήργησε ανασκαφική έρευνα σε δύο διαφορετικές περιοχές. Η μία από αυτές ήταν στην θέση «Νησί»14. Η συγκεκριμένη θέση ήταν ήδη γνωστή στην βιβλιογραφία τουλάχιστον από το 1932, όχι βέβαια για τα προϊστορικά της ευρήματα, αλλά για το τείχος που την περιβάλει και χρονολογείται, από όλους σχεδόν τους ερευνητές που ασχολήθηκαν με αυτό, στους ιστορικούς χρόνους. Το τείχος αυτό πρώτος είχε καταγράψει στις αρχές τής δεκαετίας τού 1910 ο Ν. Γ. Παπαδάκις, κατά την διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων. Τα τεχνικά όμως έργα που είχαν πραγματοποιηθεί στην περιοχή μετά το 1935, περίοδο κατά την οποία κατασκευάστηκε και ο δρόμος που συνδέει το Δισπηλιό με την Καστοριά, είχαν ως αποτέλεσμα την πτώση τής στάθμης τής λίμνης Ορεστίδας, όπως σημειώνεται χαρακτηριστικά από τον Κεραμόπουλο, και την αποκάλυψη ενός σημαντικού αριθμού πασσάλων που αποτέλεσαν και την αφορμή τής έρευνας.

……….Τους πασσάλους αυτούς προσπάθησε στα 1940 να διερευνήσει ανοίγοντας τάφρους «…μέχρις τής στάθμης τού πυθμένους τού γειτονικού μέρους τής λίμνης και εύρομεν εις το βάθος πασσάλους και λίθινα εργαλεία ως εις την συνεχόμενην λιμναίαν κώμην» (Κεραμόπουλος 1940: 22-3). Περιγράφοντας την επίχωση που ανέσκαψε, την χαρακτηρίζει ως «επακτή γη» την οποία μετέφεραν εκεί οι μεταγενέστεροι κάτοικοι τής θέσης, που σχετίζονται χρονολογικά με την κατασκευή τού τείχους. Στην συνέχεια όμως αυτή η ερμηνεία διαψεύστηκε από τις μεταγενέστερες συστηματικές αρχαιολογικές έρευνες. Από το ίδιο κείμενο μπορούμε να συμπεράνουμε ότι το επιστημονικό ενδιαφέρον τού Κεραμόπουλου επικεντρώθηκε κυρίως στην χρονολόγηση τού τείχους, γι’ αυτό και οι έρευνές του δεν είχαν συνέχεια.

ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΑΝΑΣΚΑΦΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ

……….Από το ταξίδι (;) τού Χρ. Τσούντα στην Ιταλία για να μελετήσει τους τρόπους έρευνας των Λιμναίων Οικισμών, το οποίο όπως προανέφερα δεν γνωρίζουμε αν τελικά πραγματοποιήθηκε, έως την δοκιμαστική ανασκαφική έρευνα τού Αντώνιου Κεραμόπουλου στην θέση «Νησί» τού Δισπηλιού στα 1940, για την οποία υπάρχουν γλαφυρές περιγραφές στα ΠΑΕ τής αντίστοιχης χρονιάς, μεσολάβησαν περίπου 40 χρόνια, όπως πέρασαν και άλλα 52 για να αρχίσουν οι σύγχρονες συστηματικές ανασκαφικές έρευνες, που βρίσκονται ακόμα σε εξέλιξη (2008), από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης με την επιστημονική ευθύνη τού καθηγητή Γ. Χ. Χουρμουζιάδη. Στο διάστημα όμως που μεσολάβησε, σποραδικά δημοσιεύματα στον τοπικό Τύπο μας αποκαλύπτουν πως το γεγονός δεν λησμονήθηκε εντελώς σε τοπική, τουλάχιστον, κλίμακα.

……….Έτσι δεν είναι χωρίς σημασία να σημειωθεί ότι σε άρθρο τής εφημερίδας «Ορεστιάς» στα 1952  καταγράφεται η πικρία τού συντάκτη για την ολιγωρία τής πολιτείας όσον αφορά την έρευνα τού Λιμναίου οικισμού «…και ενώ υπάρχουν σπουδαία λείψανα αυτού υπό την εκεί γην, δεν έγιναν συστηματικαί ανασκαφαί, ενώ και εν λίθινον εργαλείον να ευρεθή αλλού ολόκληρος επιστημονική αποστολή διοργανούται και εκστρατεύει προς ανασκαφήν και μελέτην τού τόπου» (Ορεστιάς, αρ. φύλ. 303, 19.10.1952, Ιωάννης Μπακάλης, Ο Λιμναίος Οικισμός τού Δισπηλιού, σελ. 1-2).

,,,,,,,,,,Το ενδιαφέρον για την θέση αναθερμάνθηκε στα μέσα τής δεκαετίας τού 1960 (1966), όταν η πτώση τής στάθμης τής λίμνης, έπειτα από ένα επεισόδιο ανομβρίας, είχε ως αποτέλεσμα την εμφάνιση εκατοντάδων πασσαλών, τους οποίους αποτύπωσε και απαθανάτισε φωτογραφικά ο καθηγητής Ν. Μουτσόπουλος, στο πλαίσιο των προσωπικών του ερευνών στην περιοχή τής Καστοριάς. Το υλικό αυτό, συνοδευόμενο από μια συνοπτική αναφορά, απέστειλε στον τότε γενικό επιθεωρητή των αρχαιοτήτων, καθηγητή Σπύρο Μαρινάτο, ο οποίος δράττοντας την ευκαιρία αφιέρωσε λίγες σελίδες το 1968 στα «Αρχαιολογικά Ανάλεκτα εξ Αθηνών» (Μαρινάτος 1968: 166), επισημαίνοντας την σπουδαιότητα των ευρημάτων τού λιμναίου «συνοικισμού» αλλά και τις δυσκολίες ανασκαφής του, εξαιτίας τής λίμνης.

……….Η σύγχρονη έρευνα άρχισε στα 1992 ως δοκιμαστική με 4 ανασκαφικά σκάμματα στην ανατολική περιοχή τής θέσης «Νησί» (Eικ. 4) και συνεχίζεται από το 1993 μέχρι σήμερα ως συστηματική πανεπιστημιακή ανασκαφή με την οριζόντια επέκτασή της. Καθοριστικός βέβαια παράγοντας τής ομαλής ανάπτυξής της στον κατακόρυφο άξονα, για τον εντοπισμό στρωματογραφικών στοιχείων, καθώς και την οριζόντια διερεύνηση των αρχαιότερων οικιστικών φάσεων, αποτελεί ο υδροφόρος ορίζοντας, γιατί η στάθμη του γίνεται πολλές φορές αιτία ανατροπής των ανασκαφικών προγραμμάτων.


Λιμναίοι Οικισμοί τής Προϊστορίας

Δρ  Μαρία  Επαμ. Πυργάκη

..........Επιλεγμένα αποσπάσματα διαλέξεως τής δρ. Πυργάκη που δόθηκε στις 19 Μαΐου 2009 στην Αθήνα, μετά από πρόσκληση τού Ελληνο-Ελβετικού Συνδέσμου με την ευκαιρία περιοδικής έκθεσης στο LATÉNIUM τής Ελβετίας, από 31 Οκτωβρίου 2008 μέχρι 7 Ιουνίου 2009 με τον τίτλο  ‘L’IMAGINAIRE LACUSTRE. Visions d’une civilisation engloutie’ ( 31 octobre 2008 au 7 juin 2009).

……….[]Προς το παρόν, ο οικισμός τού Δισπηλιού είναι ο μοναδικός, που έχει ανασκαφεί στον ελληνικό χώρο. Η «παλαιότητά» του είναι που εντυπωσιάζει. Χαρακτηρίζεται ως Λιμναίος και έτσι είναι γνωστός στον κόσμο. Σύμφωνα με τον Sivignon, φαίνεται πως στην Μακεδονία οι εγκαταστάσεις κοντά σε λίμνες και ιδιαίτερα στις βαλτώδεις όχθες τους δεν ήταν κάτι ασυνήθιστο, σε μια εποχή μάλιστα που ήταν πολύ περισσότερες από σήμερα.

,,,,,,,,,,Οι παλυνολογικές αναλύσεις τού Bottema, στην ευρύτερη δυτική Μακεδονία έχουν δείξει πως το κλίμα ήταν ξηρότερο από το σημερινό, με αποτέλεσμα να συνοδεύεται από έντονες βροχοπτώσεις. Το νερό στο Δισπηλιό, τα νεολιθικά χρόνια, πιθανόν να ήταν πολύ περισσότερο και η λίμνη να πλημμύριζε μεγαλύτερες εκτάσεις. Υπολογίζεται ότι κατά την περίοδο τής ακμής  τού οικισμού θα πρέπει να ζούσαν εκεί κάπου 5000 άνθρωποι.

……….[]Η θέση «Νησί» ήταν ήδη γνωστή στη βιβλιογραφία τουλάχιστον από το 1932.  []Την πρώτη πληροφορία σχετικά  με την  ύπαρξη και την ανασκαφή τού Λιμναίου Οικισμού στο χωριό Δισπηλιό (Δουπιάκι) την αντλούμε από το δημοσίευμα τής τοπικής εφημερίδας «Καστοριά» στις 28 Αυγούστου τού 1938. Εκτός από τους πασσάλους τότε  ήρθαν στο φως λίθινα εργαλεία από οψιανό και όστρακα από χοντρά χειροποίητα αγγεία, όπως αναφέρεται στα Πρακτικά τής Αρχαιολογικής Εταιρείας.

……….[]Μεταξύ των υλικών που έχουν διασωθεί είναι και  κομμάτια  πηλού [] που έχουν καεί, και γι’ αυτό έχουν κεραμοποιηθεί,  με αποτέλεσμα να σώζουν στην επιφάνειά τους τα αρνητικά αποτυπώματα ξύλων που είχαν χρησιμοποιηθεί στην τοιχοποιία, στα δάπεδα των σπιτιών ή στην στέγασή τους. Τα ξύλα μέσα στο χώμα σαπίζουν και καταστρέφονται. Διατηρούνται μόνο όταν οι ταφονομικές τους  συνθήκες ήταν αναερόβιες, δηλαδή εκεί που βρίσκονταν τόσα χρόνια, δεν  υπήρχε οξυγόνο και το μικροπεριβάλλον τους ήταν λασπώδες. Η λάσπη, με απλά λόγια, μέσα στην οποία βρίσκονταν τα ξύλα, δεν τα άφησε να σαπίσουν. Διατηρήθηκαν ολόκληρα και σε πολλά από αυτά σώζονται ακόμα και τα ίχνη τής επεξεργασίας τους  που επιτρέπουν χρήσιμες παρατηρήσεις σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι νεολιθικοί οικοδόμοι τα χρησιμοποιούσαν  για να χτίσουν τα σπίτια τους.

,,,,,,,,,,[]Οι ανασκαφές έχουν φέρει στο φως αντικείμενα-ευρήματα που πρέπει να σχετίζονται με την κοινωνική οργάνωση μιάς προϊστορικής κοινότητας, που μας βοηθούν να μιλήσουμε, έστω και υποθετικά, για τις κοινωνικές σχέσεις που αναπτύσσονται μέσα σ’ αυτήν. Εκτός από τα ειδώλια, τα κοσμήματα, στην διακόσμηση των αγγείων, τις ταφές,  υπάρχουν και «πράγματα» που πιστεύεται πως εξυπηρετούσαν ένα σύστημα επικοινωνίας, και τα οποία θεωρήθηκαν πολύ σημαντικά και σπάνια γιατί μας αποκαλύπτουν κοινωνικές λειτουργίες που ακόμα σήμερα παίζουν σημαντικό ρόλο.

……….Τα αντικείμενα αυτά είναι: Ένα κομμάτι ξύλο κέδρου, μια ξύλινη πινακίδα, που το 1993 βρέθηκε στον βυθό τής λίμνης και χρονολογήθηκε με την μέθοδο C14, στα 5260 π.Χ.. Στην επιφάνειά του έχουν χαραχτεί με αιχμηρό αντικείμενο εννιά αράδες με «περίεργες» γραμμές κάθετες και οριζόντιες, άλλες που μας θυμίζουν το Δ, το ανάποδο Ε ή το Λ. Παρόμοια σήματα συναντάμε στην γνωστή μας «Γραμμική Α», μια γραφή που δεν έχει ακόμα αποκρυπτογραφηθεί και γι’ αυτό δεν μπορούμε να πούμε πολλά.

……….Επίσης, βρέθηκε ένας μικρός  αριθμός, μέχρι σήμερα, πήλινων και κοκάλινων αντικειμένων που μπορούμε να τα εντάξουμε στην ομάδα αυτή των νεολιθικών «σημάτων», «μηνυμάτων», που κρατούν καλά φυλαγμένο το μυστικό τους. Υπάρχουν, όμως, και άλλα ευρήματα, «λιγότερο εχέμυθα». Ένα τέτοιο είναι οι τρεις ή τέσσερις οστέινες φλογέρες που βρέθηκαν στο Δισπηλιό και ειδικότερα μια φλογέρα μήκους 12 εκ. που είναι σκαλισμένη στο μηριαίο οστό κάποιου μεγάλου πουλιού, ίσως κάποιου πελεκάνου. Αν και μορφολογικά  θυμίζει σύγχρονη φλογέρα, το εύρημα χρονολογείται την 6η χιλιετία.

……….Γύρω στο 3500 π.Χ. ο οικισμός τού Δισπηλιού πρέπει να εγκαταλείφθηκε από το μεγαλύτερο μέρος των κατοίκων του. Πιθανότατα για λόγους οικολογικούς (επισιτιστικούς-οικονομικούς). Μερικοί έμειναν πίσω και συνέχισαν να ζουν στον «συρρικνωμένο πια  λιμναίο οικισμό».

……….[]Καθώς προχωρούσε η έρευνα οι αρχαιολόγοι σκέφθηκαν ότι από την ανασκαφή δεν θα φαινόταν τίποτε που να μπορούσε να καταλάβει ο ανειδίκευτος επισκέπτηςΈτσι κατέληξαν να κάνουν μίαν αναπαράσταση τού οικισμού, έστω και μερική, με βάση τα αρχαιολογικά δεδομένα που είχαν συγκεντρώσει. Επελέγη ένας χώρος που διαμορφώθηκε ανάλογα και σε φυσικές διαστάσεις κτίστηκαν λίγες καλύβες, σύμφωνα πάντα με τις αρχαιολογικές πληροφορίες που έχει δώσει η ανασκαφή, ώστε ο επισκέπτης να μπορέσει να δει πώς ήταν οι κατοικίες και ποιος ήταν ο οικιακός εξοπλισμός σε έναν λιμναίο οικισμό τής νεολιθικής εποχής. Έτσι, σε συνδυασμό με το μικρό μουσείο και τον αρχαιολογικό χώρο, ο επισκέπτης έχει μια πιο χειροπιαστή εικόνα τής κατοίκησης εκείνης τής μακρινής εποχής.


Επιμέλεια κειμένου: Ἑλληνικὸ Ἡμερολόγιο

Αφήστε μια απάντηση