ΜΑΚΕΔΟΝΟΜΑΧΟΙ-Ο ΑΝΘΥΠΟΛΟΧΑΓΟΣ ΤΕΛΛΟΣ ΑΓΡΑΣ-ΣΑΡΑΝΤΟΣ ΑΓΑΠΗΝΟΣ

,

Σαράντος Αγαπηνός-Ο καπετάν Άγρας.

.

……….Ήταν ένας νεαρός, μορφωμένος και πραγματικά γενναίος αξιωματικός. Αν είχε ζήσει στους πολέμους τού 1912 και αργότερα, θα είχε σίγουρα διακριθεί. Είχε κατακτήσει την αγάπη όλων με την αγνότητα των αισθημάτων, τον ενθουσιασμό και τον ζήλο του, γράφει ο Αλεξ. Μαζαράκης, που υπηρετούσε στο προξενείο Θεσσαλονίκης με το ψευδώνυμον Ιωαννίδης, στον Κων. Μαζαράκη, αδελφό του.

……….Αποτελούσε αναμφισβήτητα τον ιδανικό αγωνιστή. Ο Παπατζανετέας, που επικρίνει δριμύτατα πολλούς άλλους ανώτερους αξιωματικούς τού Βάλτου, εκθειάζει τον Άγρα.

……….Με πυρετό σαράντα βαθμών [από την ελονοσία] κάθε δεύτερη μέρα και μ’ όλα τα επακόλουθα, σκελετωμένος και εξαντλημένος, [ο καπετάν Άγρας] δεν έπαψε να εργάζεται, να παλεύει και ν’ αγωνίζεται. Τραυματίστηκε και πήγε στην Θεσσαλονίκη γιά θεραπεία, μονάχα όταν πήρε επιτακτική διαταγή τού Κέντρου Θεσσαλονίκης. Είχε πάρει την καλύβα Κούγκα, θα κυρίευε κι’ εκείνην τού Ζερβοχωρίου, αν έσκαγαν και δεν απεργούσαν οι δύο βόμβες του. Εξόρμησε με τους λίγους δικούς του χωρίς να ζητήσει και να περιμένει ενίσχυση απ’ τις άλλες καλύβες, τις ανατολικές, που είχαν μεγάλη δύναμη αλλά και μεγάλην αδράνεια.

……….Μάς έβλαψε βέβαια η αφέλειά του να πάει να πέσει στα χέρια των κομιτατζήδων σαν πρόβατο. Πήραν θάρρος οι Βούλγαροι. Δεν έλεγαν οι κομιτατζήδες στους χωρικούς ότι τον παγίδεψαν με τον ατιμώτερο τρόπο, μα ότι τον αιχμαλώτισαν στην μάχη.

……….Μαρτύρησε κυριολεκτικά. Τον γύρισαν οι κομιτατζήδες ξυπόλυτο στα χωριά. Τον έφτυναν και τον χτυπούσαν. Τα πέλματά του είχαν μαυρίσει. Και τον κρέμασαν μαζί με τον Ναουσαίο Μίγκα σε μιά καρυδιά κοντά στον σιδηροδρομικό σταθμό τού Βλαντόβου που φέρνει σήμερα το όνομά του. Είχε όμως ανωτερότητα και μεγαλείο ψυχής.

……….Πολλοί χωρικοί πού μεσολάβησαν, τον παρακαλούσαν να δεχτεί την συνεννόηση με τούς κομιτατζήδες γιά να σταματήσει ο αλληλοσπαραγμός των υποδούλων χριστιανών, κάτω από τα μειδιάματα και τα γέλια των τυράννων Τούρκων. Και πίστεψε. Η ιδέα τον σαγήνευε. Θα γινόταν ο ειρηνευτής, ο απόστολος τής συνεργασίας των Βαλκανικών λαών, ο νέας Ρήγας Φεραίος. «Θα έθετε τέρμα εις τας διαπραττομένας ωμότητας», όπως γράφει ο Αλεξ. Μαζαράκης. Παρόμοιες προτάσεις είχε διαβιβάσει στον αρχηγό Ρόκα τής Νάουσας τον Οκτώβριο τού 1906 άλλος βοεβόδας, ο Τζανέτωφ.

……….Συμφιλιωτικός αέρας γενικά φυσούσε από την βουλγαρική πλευρά. Ο πρεσβευτής τής Βουλγαρίας Τόσεφ, που πέρασε τότε απ’ τις Σέρρες, είπε πολλά στον πρόξενο Σαχτούρη γιά την ανάγκη τής ελληνο-βουλγαρικής συνεργασίας που την παραδέχτηκαν και οι κυβερνητικοί κύκλοι τής Σόφιας. Επίσης «έγκριτοι» Βούλγαροι φυλακισμένοι στο Επταπύργιο Θεσσαλονίκης, μιλούσαν στους δικούς μας με το ίδιο πνεύμα. Κατάλαβαν κάπως αργά οι Βούλγαροι ότι δεν θα άρπαζαν την Μακεδονία με την εξόντωση τού ελληνισμού της.

………Ήξεραν εξ άλλου ότι πολλοί οπλαρχηγοί μας είχαν αρχίσει την σταδιοδρομία τους στις τάξεις τού Κομιτάτου. Πριν κάμποσες βδομάδες στο Μορίχοβο είχαν προσχωρήσει σε μας οι Μπραγιάννης και Τσίτσος με ολάκερη συμμορία από είκοσι πέντε άντρες. Γιατί δεν μπορούσε να κάμει το ίδιο και ο Ζλατάν, που ζητούσε επίμονα με πολλούς απεσταλμένους χωρικούς την συνεννόηση; Ήταν από κάποιο γειτονικό στην Νάουσα χωριό (Γκολεσάνη) και είχε δουλέψει στα ελληνικά εργοστάσια τής Νάουσας, όπου είχε και πολλές γνωριμίες. Η αλληλοσφαγή των αρχικομιτατζήδων ήταν αρκετή για να απογοητεύσει και να σπρώξει σ’ εμάς πολλούς οπαδούς τους.

……….Το Σαββατόβραδο τής 5ης Ιουνίου τού 1907 που ξεκίνησε γιά τον Γολγοθά του [ο καπετάν Άγρας], είχε μόνο τρεις χωρικούς και δύο Ναουσαίους, όλους ειρηνικούς ιδιώτες. Είχε υποταχτεί στην σύσταση τού μεσολαβητή να πάει στην συνάντηση μόνος, άοπλος και χωρίς ενόπλους άντρες. Ένα μικρό περίστροφο μονάχα είχε πάνω του. Δεν συμβουλεύτηκε ούτε το Κέντρο Θεσσαλονίκης ούτε εκείνο τής Νάουσας. Προς το πρώτο αφελέστατα έγραφε κοντά σ’ άλλα: «Τὴν νύκτα θὰ ἐξέλθω πρὸς συνάντησιν βουλγαρικῆς συμμορίας. Ἐλπίζω κάτι νὰ γίνῃ». Σαν να πήγαινε να συναντήσει έναν ιεραπόστολο ή μιά γυναίκα. Ούτε σκιά υποψίας πέρασε από το μυαλό του. Τον είχε μεθύσει η μεγάλη ιδέα; Ήθελε να δείξει στους κομιτατζήδες την εμπιστοσύνη και προθυμία του; Πάντως έδειξε αποφασιστικότητα και αυταπάρνηση μοναδική.

……….Περπάτησαν την νύχτα τρεις ώρες. Σ’ όλο αυτό το διάστημα ούτε μιά στιγμή δεν πέρασε απ’ το μυαλό του, με την δροσιά τής νύχτας, άλλη σκέψη σοφώτερη, κάποιος δισταγμός. Βάδιζε ακλόνητος ίσια στο στόμα ή, ακριβέστερα, στα στόματα των λύκων. Συνάντησε έπειτα το πρώτο τμήμα μιάς συμμορίας από δεκαπέντε κομιτατζήδες, όλους σχεδόν Ρουμανόβλαχους.

……….Τους υποδέχτηκαν φιλικά, διαδήλωσαν την χαρά τους γιἀ την συνεννόηση που θα σταματούσε τον «αδελφικό» αλληλοσφαγμό, και προχώρησαν μαζί άλλες δύο ώρες γιά να ανταμώσουν τον ίδιο τον Ζλατάν, που είχε άλλους δεκαπέντε. Τους υποδέχτηκε κι’ αυτός καλά. Η συνομιλία στην αρχή ήταν φιλική. Δεν μάς πληροφόρησαν μονάχα σε ποιά γλώσσα γινόταν. Ο Ζλατάν που είχε δουλέψει στην Νάουσα και οι Βλάχοι θα ήξεραν ελληνικά. Οι άλλοι όμως που δεν τα ήξεραν;

……….Το πιθανότερο είναι ότι θα έκαμε τον διερμηνέα τού Άγρα στα βουλγαρικά κάποιος απ’ την συνοδεία του. Ο Ζλατάν τους φίλεψε φαγί. Δείπνησαν όλοι μαζί. Τού πήραν όμως το περίστροφο. Φοβήθηκαν τριάντα πάνοπλοι, ένα μικρό πιστόλι!.. Εμφανίστηκε τότε ο άγνωστος ως εκείνη την στιγμή αρχηγός «Γεώργιος απ’ το Κρούσοβο», όπως τον έλεγαν, και ήταν πιθανότατα Βούλγαρος αξιωματικός, όπως γράφει ο Αλεξ. Μαζαράκης, που άρχισε ξαφνικά τις βρισιές. Και βρέθηκαν ύστερα από κάμποσες μέρες ο Άγρας με τον Ναουσαίο Μίγκα, στην καρυδιά τού Βλάδοβου κρεμασμένοι.

……….Ήταν «αθώος τού αίματος τούτου ο Ζλατάν»; Και ο Τζανέτωφ είχε ζητήσει απ’ τον Ρόκα να στείλει την απάντηση ίσια σ’ αυτόν χωρίς να πάρουν είδηση οι κομιτατζήδες. Μα πώς δεν πρόβαλε αντίδραση ή τουλάχιστον αντιρρήσεις γιά την κατάπτυστη ατιμία ούτε αυτός, ούτε οι Βλάχοι;

……….Δεν έχουμε βουλγαρικές πηγές. Η «εποποιία τού Ήλιντεν» τού Άγγελ Ντίνεφ δεν αναφέρει καθόλου την υπόθεση Άγρα. Ντρέπονται. Ένα είναι βέβαιο· ότι ο Άγρας ήταν ανώτερος άνθρωπος, λαμπρός χριστιανός και ηρωικός εθνομάρτυρας.



Αφήστε μια απάντηση