,
,
Τὸ θέατρο
.
Λάμπρος Πορφύρας
.
Δὲν ξέρω πῶς νὰ σοῦ τὸ εἰπῶ, μὰ ὁ δρόμος χθές τὸ βράδι
μὲς στὴ σταχτιά τὴ συννεφιά σὰ θέατρο εἶχε γίνει·
μόλις φαινόταν ἡ σκηνή στ’ ἀνάριο τὸ σκοτάδι
καὶ σά σκιές φαινόντανε μακριά μου οἱ θεατρῖνοι.
***
Τὰ σπίτια πέρα, κ’ οἱ αὐλές, καὶ τὰ κλωνάρια ἀντάμα,
ἔλεγες κ’ ἦταν σκηνικά, παλιά καὶ ξεβαμμένα,
κ’ ἐκεῖνοι ἐβγαῖναν κ’ ἔπαιζαν τ’ ἀλλόκοτό τους δρᾶμα,
κι ἄκουγες βόγγους – κι ἄκουγες καὶ γέλοια εὐτυχισμένα…
***
Ἐγώ δὲν ξέρω… Ἔβγαίνανε, καὶ σμῖγαν, καὶ παγαῖναν,
κ’ ἤτανε μιὰ παράσταση καὶ θλιβερή κι ὡραία –
κ΄ ἔβγαινε, θέ’ μου, κ’ ἡ νυχτιά, καθώς ἐπαρασταῖναν,
ἔβγαινε, θέ’ μου, κ’ ἔρριχνε τή μαύρη της αὐλαία…