..
………..Ὁ Κύριλλος Λούκαρης, δημιούργημα τοῦ μεγάλου Πατριάρχου Μελετίου Πηγᾶ, μὲ σπάνια παιδεῖα, γλωσσομάθεια, ἔξοχη θεολογικὴ συγκρότησι, γνήσιο πατερικὸ καὶ μαρτυρικὸ ἤθος, ἀποδείχθηκε πανάξιος Ἐθνάρχης τοῦ Ἑλληνισμού. Ἀνέλαβε τὸ πηδάλιο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καὶ τοῦ Γένους, σὲ ὧρες ἐξαιρετικά δύσκολες, ὅταν ἡ διαβόητη Κονγκρεγκάτιο ντε Προπαγκάντε Φιντέϊ («Congregatio de Propagandae Fidei»), χρησιμοποιῶντας τοὺς Ἰησουῒτες ὡς δυνάμεις καταδρομῶν καὶ τὴν Οὐνία ὡς στολὴ παραλλαγῆς, ἐπιδόθηκε σ’ ἕναν ἀνίερο λυσσαλέο ἀγῶνα κατὰ τῆς Ὀρθοδοξίας. Πολέμησε τὶς ἀνόσιες προσηλυτιστικὲς προσπάθειες καὶ τὶς καταχθόνιες μεθόδους τους. Γιὰ νὰ ἐνίσχυση τοὺς Ὀρθοδόξους, ἔγραψε δύο ἀντιλατινικές πραγματεῖες: α) Περὶ τῆς ἀρχῆς ἤ τοῦ πρωτείου τοῦ Πάπα καὶ β) Διάλογος φιλαλήθους καὶ ζηλωτοῦ.
……….Στὶς 25-7-1628, προεδρεύοντος τοῦ Πάπα Οὐρβανοῦ Η’, ἡ Congregatio de Propagandae Fidei εἶχε λάβει ἀπόφασι νὰ ἐξοντώσῃ τὸν Λούκαρι ὡς «αἰρετικό».
……….Ἐξορίσθηκε ἐπανειλημμένως, ταπεινώθηκε, προπηλακίσθηκε. Μέσα σὲ δεκάξι χρόνια, πέντε φορὲς κατέβηκε ἀπό τὸν Πατριαρχικὸ Θρόνο. Μὰ καὶ ἄλλες τόσες ξανανέβηκε, μετὰ ἀπό ἀπαίτησι κλήρου καὶ λαοῦ, ποὺ ἀναγνώριζε στὸ σεπτὸ πρόσωπό του τὸν γνήσιο καὶ καλὸ Ποιμένα, τὸν μιμητὴ τοῦ Ἀρχιποιμένος Χριστοῦ.
……….Μέχρι τὶς 27 Ἰουνίου 1638, ὅπου ἡ συνεχὴς κατασυκοφάντισις τοῦ ἁγίου Πατριάρχου ἀπό τοὺς Ἰησουῒτες, εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τὸν στραγγαλισμὸ του ἀπό γενιτσάρους τοῦ σουλτάνου Μουρᾶτ Δ’.
***
Κύριλλος ὁ Λούκαρις ὁ Περίδοξος καὶ Πολύτλας
Σεβ. Μητροπολίτου Προικονήσου κ. Ιωσήφ (έτος 2007)
……….Στις 13 Νοεμβρίου συμπληρώνονται τετρακόσια τριανταπέντε χρόνια από την γέννηση τού μεγάλου ηγέτου τής Ρωμιοσύνης και ενδόξου Ιεροεθνομάρτυρος Κυρίλλου τού Λουκάρεως, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, τού από Αλεξανδρείας (Χάνδακας – Ηράκλειο Κρήτης, 13 Νοεμβρίου 1572).
……….Κωνσταντίνος κατά κόσμον, παπαδοπαίδι, γιός τού ιερέως Στεφάνου Λουκάρεως, συγγενής τού μεγάλου Πατριάρχου Αλεξανδρείας Μελετίου τού Πηγά, μαθήτευσε αρχικά κοντά στον σοφό ιερομόναχο Μελέτιο Βλαστό, στο Σιναϊτικό Μετόχι τού Χάνδακα. Στην συνέχεια στάλθηκε στην Ιταλία, όπου, κάτω από την άγρυπνη παρακολούθηση τού περίφημου Μαξίμου Μαργουνίου, έκαμε λαμπρές σπουδές στην Βενετία και στο Πατάβιο (Πάντοβα), επισκέφθηκε διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις και χώρες, την Γενεύη, την Ολλανδία, την Γερμανία και σχετίστηκε μ’ επιφανείς ανθρώπους των γραμμάτων. Επιστρέφοντας στην Κρήτη (1592) έγινε μοναχός στην περιώνυμη Μονή τής Αγκαράθου, στην οποία αργότερα Ηγούμενος διαπρεπής διετέλεσε γιά πολλά χρόνια ο αδελφός του, Μάξιμος.
……….Φύσει φιλομαθής, οξυδερκής, εύστροφος, με εσωτερικές κεραίες ισχυρές, που συλλάμβαναν τα μηνύματα των καιρών, ξεπερνούσε κατά πολύ τα συνήθη μέτρα. Ευσεβής, φιλακόλουθος, φιλάρετος, φιλόχριστος εξ απαλών ονύχων, εβάδιζε ακούραστα την στενή και τεθλιμμένη οδό τού Κυρίου με φρόνημα μαρτυρικό. Στο πρόσωπό του συνδυαζόταν άριστα η λιπαρά παιδεία με την ευαγγελική αρετή και την καθημερινή συσταύρωση με τον Χριστό και με το σταυρωμένο Γένος.
……….Ο θείος του, Μελέτιος Πηγάς, τον κάλεσε στην Αλεξάνδρεια (1593), όπου τον χειροτόνησε Διάκονο και Πρεσβύτερο (Σύγκελλο), και τον πήρε μαζί του στην Κωνσταντινούπολη γιά να λάβουν μέρος στην Σύνοδο που συγκάλεσε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Ιερεμίας Β΄ ο Τρανός. Τότε έβραζε η Ανατολική Ευρώπη από τις λυσσώδεις προσπάθειες τού Βατικανού γιά τον προσηλυτισμό των Ορθοδόξων στο Λατινικό δόγμα, με δούρειο ίππο την Ουνία. Ο βασιλεύς τής Πολωνίας Σιγισμούνδος ο Γ΄ (1587 – 1632), είχε γίνει όργανο τού αμφιλεγόμενου Τάγματος των Ιησουιτών και είχε εξαπολύσει απηνή διωγμό κατά των Ορθοδόξων. Οι δύο Πατριάρχες έστειλαν τον νεαρό Κύριλλο Λούκαρι, μαζί με τον Αρχιμανδρίτη Νικηφόρο Παράσχη – Καντακουζηνό, να βοηθήσουν τούς Ορθοδόξους τής Ρουθηνίας, τής Ουκρανίας και τής νότιας Ρωσίας στην αντιμετώπιση τού προσηλυτισμού των Ιησουιτών και τού διωγμού τού Σιγισμούνδου.
……….Στην Βίλνα τής Λιθουανίας ο Λούκαρις ίδρυσε Ακαδημία και την διηύθυνε γιά λίγο, πρωτοστάτησε δε στην ίδρυση τυπογραφείου, όπου θα ετυπώνοντο και ελληνικά βιβλία «ανοθεύτως». Ακόμη εδίδαξε στο σχολείο τού Λβώφ και στην Ακαδημία τού Οστρόγκ. Κατά την ληστρική εκείνη «Σύνοδο» τού Μπρέστ-Λιτόφσκ (1596), που συγκάλεσε ο Σιγισμούνδος και εσκηνοθέτησε την δήθεν «ένωση» των Ορθοδόξων με τους Λατίνους, οι δύο φιλόχριστοι κληρικοί υπεράσπισαν με παρρησία το ευσεβές δόγμα, μαζί με τούς λίγους Επισκόπους που δεν υπέκυψαν στις στραγγαλιστικές παπικές πιέσεις και τον πρίγκιπα Κωνσταντίνο Οστρόγκσκι.
……….Ακολούθησε φρικαλέος διωγμός και ο Κύριλλος με τον Νικηφόρο εγνώρισαν από την καλή το αληθινό πρόσωπο τού λατινικού φανατισμού. Αγωνίσθηκαν σκληρά, με προφητικό ζήλο και άκαμπτο φρόνημα, αποκαλύπτοντας την καταχθόνια βατικάνια πλεκτάνη, διαφωτίζοντας κατάλληλα τούς Ορθοδόξους και προτρέποντάς τους να παραμείνουν ανενδότως πιστοί στην πνευματική τους Μάνα Ορθοδοξία, να μην προδώσουν την αλήθεια τής Εκκλησίας αποδεχόμενοι την σκοτεινή ψευδοένωσι. Οι Λατίνοι συνέλαβαν τον Αρχιμανδρίτη Νικηφόρο Παράσχη – Καντακουζηνό, τον φυλάκισαν και τον εθανάτωσαν. Ο Λούκαρις κατάφερε να ξεφύγει, να επιστρέψει γιά λίγο στην Κωνσταντινούπολη, απ’ όπου επανήλθε δριμύτερος, αγωνιζόμενος εναντίον τής προπαγάνδας και των αφιλάδελφων προσπαθειών των Ρωμαιοκαθολικών στην Μολδαβία, στην Ουκρανία και στην Πολωνία. Στην Πολωνία εργάσθηκε ανυψώνοντας την Ορθοδοξία μέχρι το 1601, οπότε ο Γέροντάς του, Μελέτιος Πηγάς, τον κάλεσε πίσω στην Αλεξάνδρεια, προαισθανόμενος τον θάνατό του (13 Σεπτ. 1601).
……….Το 1599, ο Ιησουίτης Πέτρος Σκάργα δημοσίευσε εδώ μία «Ομολογία Πίστεως» σαν τάχατις έργο τού Λουκάρεως, στην οποία ο υποτιθέμενος συγγραφέας της, παρουσιαζόταν ως παπικός και αντιλουθηρανός. Πρόκειται γιά ένα κείμενο πέρα ως πέρα πλαστό και ψευδεπίγραφο, το πρώτο που η αδίστακτη προπαγάνδα τού Βατικανού θα εχάλκευε και θα εκυκλοφορούσε γιά να συκοφαντήσει τον αγωνιστή τής ευσέβειας. Αυτόν που πάντοτε έλεγε γιά τον Πάπα ότι «έχει φανερά τα σημάδια τού αντιχρίστου. Δεν λέγω πως είναι αντίχριστος, αλλά πως είναι πρόδρομος τού Αντιχρίστου».
……….Κατά πάντα άξιος και ικανός, εξελέγη, σύμφωνα και με την επιθυμία και υποθήκη τού Γέροντά του, νέος Πάπας και Πατριάρχης Αλεξανδρείας, ως Κύριλλος ο Γ΄ (1601 -1620), σε ηλικία τριάντα μόλις ετών. Ως Πατριάρχης Αλεξανδρείας ο Κύριλλος ανέπτυξε αξιοθαύμαστη δράση γιά την πνευματική και υλική ανασυγκρότηση τού Πατριαρχείου και τού ποιμνίου του. Καλλιέργησε το θείο κήρυγμα και την μελέτη των Αγίων Γραφών, επισκεύασε ναούς, έκτισε καινούργιους, ενοικοκύρεψε τα οικονομικά τής Εκκλησίας, ετακτοποίησε τα χρέη τού Πατριαρχείου. Επειδή οι Ιησουίτες με την προπαγάνδα τους προσπαθούσαν να προσηλυτίσουν τούς αφελέστερους από τούς πιστούς τής Αλεξανδρινής Εκκλησίας, τούς πολέμησε σκληρά, καλώντας σε επικουρία και τούς Άγγλους.
……….Οι Κόπτες και οι Νεστοριανοί πολεμούσαν κι αυτοί από κοινού το Ορθόδοξο Πατριαρχείο. «Οι τυφλοί με τούς τυφλούς!». Αυτός ήταν ο σχολιασμός τού Κυρίλλου γιά το κοινό μέτωπο των αιρετικών, ενώ τούς Νεστοριανούς τούς εχαρακτήρισε και ως «Πανώλιν (πανούκλα) τής Ανατολής» και τούς αντιμετώπισε κι αυτούς με συνέπεια. Οι εμπερίστατες Εκκλησίες των Ιεροσολύμων και τής Κύπρου εζήτησαν την βοήθειά του. Δεν την αρνήθηκε. Είχε την αίσθηση ότι ήταν διάκονος τής Εκκλησίας τού Χριστού οπουδήποτε Εκείνη είχε ανάγκη των υπηρεσιών του. Στην νοτιοδυτική Ρωσία, η προπαγάνδα των Ιησουϊτών είχε αρχίσει ξανά να κάνει θραύση. Δεν εδίστασε. Έτρεξε να βοηθήσει κι εκεί την χειμαζόμενη Ορθοδοξία. Καθ’ οδόν, το 1512, στην Κωνσταντινούπολη τού ανατέθηκαν καθήκοντα Επιτηρητού τού Οικουμενικού θρόνου. Εκεί είδε με λύπη του ότι η Λερναία Ύδρα τού Ιησουιτικού σκοταδισμού απειλούσε και αυτό το ιερό κέντρο τής Ορθοδοξίας. Αφού έκαμε και στην Πόλη κατά δύναμιν το χρέος του προς την Εκκλησία, πορεύθηκε στην Ρωσία, στην Μολδαβία και στην Βλαχία, όπου επί δύο χρόνια εθηριομάχησε κυριολεκτικά, πολεμώντας, με καθημερινό κίνδυνο τής ζωής του, τις ανόσιες προσηλυτιστικές προσπάθειες και τις καταχθόνιες μεθόδους που μετήρχοντο οι Λατίνοι γιά να επιβάλουν στην περιοχή το εκκλησιαστικό τέρας τής Ουνίας. Γιά να ενισχύσει τούς Ορθοδόξους, ο Κύριλλος έγραψε και δύο αντιλατινικές πραγματείες: α) Περί τής αρχής ή τού πρωτείου τού Πάπα και β) Διάλογος φιλαλήθους και ζηλωτού.
……….Στα πλαίσια των αγώνων του εναντίον τού παπικού προσηλυτισμού, άρχισε από νωρίς ν’ αναπτύσσει σχέσεις με εξέχουσες προσωπικότητες τού χώρου τής Διαμαρτυρήσεως, όπως ο Αγγλικανός Αρχιεπίσκοπος τού Καντέρμπουρυ, Γεώργιος Άμποτ, οι Βασιλείς Κάρολος Α’ τής Αγγλίας και Γουσταύος – Αδόλφος Β’ τής Σουηδίας κ.α. Οι άνθρωποι αυτοί τον εθαύμασαν, τον εσέβονταν και τον αγαπούσαν ειλικρινά ως μία μοναδική γιά την εποχή του προσωπικότητα τής Εκκλησίας με στίλβουσα αρετή, σπάνια παιδεία και γλωσσομάθεια, έξοχη θεολογική συγκρότηση, γνήσιο πατερικό και μαρτυρικό ήθος. Σύμφωνα με τον Τρίβιερ (Trivier), «Οι μεγαλύτεροι πολιτικοί και σοφοί τής Ευρώπης επεζήτουν την φιλίαν του και ολόκληρος η Ευρώπη κατά τας αρχάς τού ΙΖ’ αιώνος αντηχεί από την φήμην των αρετών και γνώσεων τού Έλληνος Πατριάρχου». Ο Λούκαρις ήλπιζε ότι θα μπορούσαν να τον βοηθήσουν στην αντιμετώπιση των προσπαθειών τού Βατικανού εις βάρος τής Ορθοδόξου Εκκλησίας.
……….Στις 4 Νοεμβρίου 1620, η Αγία και Ιερά Σύνοδος τής Κωνσταντινουπόλεως, εις διαδοχήν Τιμοθέου τού Β’ εξέλεξε τον «επ’ αρετή και σοφία διαβόητον» Πατριάρχη Αλεξανδρείας ως Οικουμενικό Πατριάρχη. Έτσι, ο Κύριλλος Α΄ ανέλαβε το πηδάλιο τού Οικουμενικού Πατριαρχείου και τού Γένους σε ώρες εξαιρετικά δύσκολες.
……….Στην Ευρώπη μαινόταν ο Τριακονταετής Πόλεμος. Οι Παπικοί συγκρούονταν σκληρά με τούς Προτεστάντες. Η Μεταρρύθμισις είχε αποδεκατίσει το ποίμνιο τής Ρώμης και το Βατικανό, ταπεινωμένο και αγχωμένο, επάσχιζε ν’ ανακτήσει τις δυνάμεις του διά πυρός και σιδήρου. Παράλληλα, θέλησε ν’ αναπλήρωσει τούς λαούς που ξέφυγαν από τούς κόλπους του με καινούργιους πιστούς, τούς οποίους έκρινε πως έπρεπε ν’ απόσπασει από τον κόσμο των Ορθοδόξων. Έτσι, η διαβόητη Κονγκρεγκάτιο ντε Προπαγκάντε Φιντέϊ (Congregatio de Propagandae Fidei), χρησιμοποιώντας τούς Ιησουίτες σαν δυνάμεις καταδρομών και την Ουνία σαν στολή παραλλαγής (καμουφλάζ), αποδόθηκε σ’ έναν ανίερο λυσσαλέο αγώνα κατά τής Ορθοδοξίας. Ο Λούκαρις δεν κάθισε ούτε δευτερόλεπτο με σταυρωμένα χέρια. Με κηρύγματα, με επιστολές, με συστηματική διαφώτιση των πιστών αγωνιζόταν ν’ αποκρούσει την λατινική προπαγάνδα. Δίπλα του στάθηκαν με ειλικρινή αγάπη ο Κορνήλιος Χάγα, Πρεσβευτής των Στάτων Γενεράλων (Ολλανδίας) στην Κωνσταντινούπολι κι ο Εφημέριος τής Πρεσβείας, Αντώνιος Λεγήρος, καθώς κι ο Άγγλος Πρεσβευτής Σερ Τόμας Ρώσυ κι ο Εφημέριος τής Πρεσβείας του, Έντουαρντ Πόκοκ. Η βοήθειά τους ήταν συχνά ανεκτίμητη, την ώρα που οι Πρεσβευτές τής Γαλλίας Σεζύ (Philippe Harlay Comte de Cesy) και τής Αυστρίας Σάουρζερχορν (Rudolph Shmid Schwarzenhorn )- ο κατά τον ανεκδιήγητο Κονταρή: «Εκλαμπρότατος Αμπασαδόρε τού Χριστιανικωτάτου και Γαληνότατου Βασιλέως και Αυτοκράτορας Υπεραδόρου», όχι μόνο υπεστήριζαν αναφανδόν, με κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσον τούς Ιησουίτες και τούς Καπουτσίνους, άλλα και ετοίμαζαν μετά σπουδής την φυσική εξόντωση τού μαρτυρικού Πατριάρχου. Άλλωστε, η διαβόητη Κονγκρεγκάτιο ντε Προπαγκάντε Φιντέϊ (Congregatio de Propagandae Fidei) είχε λάβει κατά την συνεδρία τής 25ης Ιουλίου 1628, προεδρεύοντος τού Πάπα Ουρβανού τού Η΄ απόφαση να εξοντώσει τον Λούκαρι ως «αιρετικό».
……….Οι Ιησουίτες, τα κύρια προπαγανδιστικά όργανα τού Βατικανού και [] πράκτορες (τότε) τής γαλλικής διπλωματίας, την οποία εκ των παρασκηνίων διηύθυνε ο διαβόητος Πιέρ Ζοζέφ Τραμπλαί, η «Τεφρά Πανιερότης» (L’ Eminance Grise) – όπως πέρασε στην διεθνή διπλωματική γλώσσα –είχαν ιδρύσει γιά προσηλυτιστικούς λόγους ελληνικό σχολείο μέσα στην Κωνσταντινούπολη. Αυτό, όπως γράφει ο Λούκαρις, «τούς χάρισε τόση επιτυχία, όση θα είχε και μιά αλεπού στό κοτέτσι».
……….Αναδιοργάνωσε, λοιπόν ο Κύριλλος εσπευσμένα την Πατριαρχική Σχολή και ίδρυσε το 1627 Πατριαρχικό Τυπογραφείο (το πρώτο ελληνικό Τυπογραφείο!), γιά να τυπώνονται τα ιερά κείμενα και τα Ορθόδοξα δόγματα στην γλώσσα τού λαού, να φωτίζεται ο κόσμος και να στερεώνεται στην πίστη του. Η «αγάπη» όμως των Ιησουϊτών έσπευσε να διαβάλει στις τουρκικές αρχές τον Πατριάρχη και το Πατριαρχικό Τυπογραφείο, με αποτέλεσμα να ορμήσουν οι Γενίτσαροι και να το καταστρέψουν παντελώς. Οι Ρωμαιοκαθολικοί επανηγύρισαν την συμφορά μας και παράλληλα κατηγορούσαν και ειρωνεύονταν τον Ελληνισμό γιά την αμορφωσιά και το κατάντημά του.
……….Όμως ο μεγάλος Πατριάρχης έκλεισε κάθε βέβηλο στόμα με τούτα τα λόγια: «Ημπορούσε να ειπούν οι Λατίνοι ότι χειρότερα είσθε σεις οι Ανατολικοί παρά ημάς, διότι βασιλείαν δεν έχετε. Διά την υπερηφάνειάν σας την επήρεν ο Θεός (…). Μάθημα και σοφίαν δεν έχετε, αμή είστε δούλοι και έχετε τούς τούρκους επάνω εις τα κεφάλια σας (…). Όσον πως δεν έχομεν σοφίαν και μαθήματα, αλήθεια είναι, αμή ας μετρήσουν δύο πράγματα οι Λατίνοι: Πρώτον, ότι τον καιρόν τον παλαιόν, όσον η σοφία επολιτεύετο εις την Ελλάδα, τούς Λατίνους οι Έλληνες είχον διά βαρβάρους. Και τώρα, αν εβαρβαρώθημεν ημείς και εκείνοι εσοφίσθησαν, παράδοξον δεν είναι. Η πτώχεια και η αφαίρεοις τής βασιλείας μας το έκαμαν και ας έχωμεν υπομονήν. Δεύτερον, ας λογιάσουν ότι αν δεν έχωμεν σοφίαν εξωτερικήν, έχομεν, χάριτι Χριστού, σοφίαν ανωτέραν και πνευματικήν, η οποία στολίζει την Ορθόδοξόν μας Πίστιν, και εις τούτο είμεθα ανώτεροι από τούς Λατίνους εις τους κόπους, εις τας σκληραγωγίας, και να σηκώνωμεν τον σταυρόν μας, και να χύνωμεν το αίμα μας διά την πίστιν και την αγάπην την προς τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν. Αν είχε βασιλεύσει ο τούρκος εις την Φραγκιάν δέκα χρόνους, Χριστιανούς εκεί δεν εύρισκες. Και εις την Ελλάδα τώρα διακόσιους χρόνους ευρίσκεται και κακοπαθούσιν οι άνθρωποι και βασανίζονται διό να στέκουν εις την πίστιν τους, και λάμπει η Πίστις τού Χριστού και το μυστήριον τής ευσεβείας, και σεις μού λέγετε ότι δεν έχομεν σοφίαν; Την σοφίαν σας δεν εθέλω εμπρός εις τον Σταυρόν τού Χριστού. Κάλλιον ήτο να έχει τινάς και τα δύο, δεν το αρνούμαι, πλην από τα δύο, τον Σταυρόν τού Χριστού προτιμώ».
……….Τον Σταυρόν τού Χριστού που προτιμούσε από την αδιαφόρετη κοσμική σοφία και τις αλεπουδοευγένειες των Ρωμαιοκαθολικών ο μεγάλος αυτός Πρωθιεράρχης μας [ ], αυτό τον Σταυρό τον εσήκωσε πολυειδώς και πολυτρόπως. Οι ασταμάτητες μηχανορραφίες, οι ατέλειωτες ραδιουργίες και οι ασίγαστες διαβολές των Ιησουϊτών, τούς οποίους είχε επιτέλους καταφέρει να απομακρύνει από τ’ οθωμανικό κράτος το 1627, έστω και προσωρινά, η ροή άφθονου χρυσίου από τις Πρεσβείες των Παπικών βασιλιάδων προς τα θυλάκια τού Μεγάλου Βεζύρη και πολλών επί μέρους οργάνων τής τουρκικής διοικήσεως, η μικρόνοια και μωροφιλοδοξία ορισμένων ημετέρων και μάλιστα τού ανεκδιήγητου σπουδαρχίδου Κυρίλλου Κονταρή, τού «Κακοεκβερροίας», η βραδύτητα η αδυναμία προς ενέργεια των ξένων φίλων του, οδήγησαν στο μαρτύριο τον μεγαλόπνοο Πατριάρχη.
……….Μέσα σε δεκάξι χρόνια, πέντε φορές κατέβηκε από τον Πατριαρχικό Θρόνο. Μα και άλλες τόσες ξανανέβηκε, μετά από απαίτηση κλήρου και λαού, που αναγνώριζε στο σεπτό πρόσωπό του τον γνήσιο και καλό Ποιμένα, τον μιμητή τού Αρχιποίμενος Χριστού. Άλλωστε και η πλειονότης των Αρχιερέων τον αγαπούσε, τον σεβόταν, τού ήταν αφοσιωμένη. Εξορίσθηκε επανειλημμένα, ταπεινώθηκε, προπηλακίσθηκε.
……….Η διαβόητη Κονγκρεγκάτιο ντε Προπαγκάντε Φιντέϊ (Congregatio de Propagandae Fidei) προσπάθησε να τον διαβάλει χαλκεύοντας στα σκοτεινά γραφεία της μία καλβινίζουσα πλαστή, κακέμφατη και ψευδεπίγραφη «Ομολογία Πίστεως», την οποία ο Λούκαρις ουδέποτε αναγνώρισε ούτε υπεστήριξε πολεμούμενη. Καλβινιστής, λοιπόν, ο Λούκαρης! Πριν λίγα χρόνια τον είχαν παρουσιάσει ως παπιστή. Τώρα, ξαφνικά, έγινε …Προτεστάντης!… Αιρετικός!… Ποιός; Αυτός που τον διέκρινε τέτοια ευλάβεια για την Παναγία, ώστε στα Πατριαρχικά του Συγίλλια, αναφερόμενος στην Θεοτόκο πάντοτε έγραφε «τής Υπεραγίας μου Θεοτόκου».
……….Ποτέ χωρίς εκείνο το «μου», εκείνη την έκφραση βαθειάς προσωπικής σχέσεως προς την Μάννα των Χριστιανών, την ώρα που οι Καλβινιστές και λοιποί Προτεστάντες στο άκουσμα και μόνο τής λέξεως Θεοτόκος, αρρώσταιναν. Προτεστάντης, αυτός που κατέταξε επισήμως στην χορεία των Αγίων τον Όσιο Γεράσιμο τής Κεφαλλονιάς (Ιούλιος 1626), όταν οι Προτεστάντες αρνούνται την τιμή στούς Αγίους. Άξιος, λοιπόν, να τον γδάρει ζωντανό η «Ιερά Εξέτασις» και να τον κάψει επί τής πυράς στην Μάλτα!… Έτσι, το ξεχείλισμα τής αξιομισθίας των Ιησουϊτών ήταν η τελική κατασυκοφάντιση τού αγίου Πατριάρχου στον αφειδώς χρηματισθέντα από την Αυστριακή Πρεσβεία Μεγάλο Βεζύρη Μπαϊράμ Πασά (συνεργούντος και τού παναθλιωτάτου Κονταρή) ως δήθεν συνεννοουμένου με τούς Κοζάκους γιά επανάσταση και κοινή επίθεση κατά τής οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ο Σουλτάνος Μουράτ ο Δ’, ευρισκόμενος σε εκστρατεία κατά των Περσών στην Μικρά Ασία γιά ανάκτηση τής Βαγδάτης, στο άκουσμα τού «κινδύνου», εξέδωσε την απόφαση γιά θανάτωση τού Εθνάρχου.
……….Έτσι, στις 27 Ιουνίου 1638, οι Γενίτσαροι συνέλαβαν τον Κύριλλο, τον πήγαν στα παράλια τού Αγ. Στεφάνου (Γιεσίλκιου, όπου σήμερα το αεροδρόμιο τής Κωνσταντινουπόλεως), τον έπνιξαν και τον έθαψαν. Κι όταν η πικρή είδηση μαθεύτηκε και ξεσηκώθηκε ο λαός (ήταν η πρώτη φορά που εφονεύετο Πατριάρχης) και γύρεψε το ιερό Του λείψανο να το κηδέψει, «εντίμως και μετά παρρησίας», ο ανάξιος «διάδοχός» Του και συνένοχος τού αίματός Του, Κονταρής, συνεννοήθηκε με τούς Γενίτσαρους, οι οποίοι λαβόντες το ικανόν, ξέθαψαν το λείψανο και το πέταξαν στην θάλασσα. Βρέθηκε αργότερα και θάφτηκε στο νησύδριο τού Αγίου Ανδρέα, στην Προποντίδα.
……….«Και ούτως εκ ζηλοτυπίας, φθόνου και υποκριτικών τε και αδικωτάτων συκοφαντιών καταβληβείς, απεβίωσε Κύριλλος ο Λούκαρις, ο μέγιστος εκείνος ανήρ, όστις παρά τα άμεμπτα αυτού ήθη και τον πάσης επονειδίστου πράξεως ακηλίδωτον βίον, ήτο προωρισμένος να υποστεί, υπαρασπίζων την ευαγγελικήν θρησκεία, φοβερός συμφοράς και σκληρότατον θάνατον» (Th.Smith. Miscellanea, 1866, ρ. 130). Σήμερα τα ιερά λείψανα τού Αγίου ενδόξου Ιερομάρτυρος Κυρίλλου τού Λουκάρεως θησαυρίζονται στο Μοναστήρι του, στην Μονή Αγκαράθου τής Κρήτης.
Η χάρις Του ας σκέπη την Ορθοδοξία όλη και την πονεμένη μας Ρωμιοσύνη.