Ο ΕΘΝΟΜΑΡΤΥΣ ΑΡΧΙΕΡΕΑΣ ΓΕΡΜΑΝΟΣ ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΣ (Μητροπολίτης Χριστιανουπόλεως 1807-1821)
……….Ο, κατά κόσμον, Γεώργιος Ζαφειρόπουλος εγεννήθη εις τα Καλάβρυτα, κατά την ημέραν του Πάσχα του έτους 1760, εκ γονέων ευσεβών και εύπορων, Ζαφείρη και Θεοδώρας, το γένος Φραντζή, εκ Κων/πόλεως προερχομένων. Απορφανισθείς πατρός, φονευθέντος υπό των Τούρκων, εις ηλικίαν εννέα ετών, εισήλθε μετ’ ολίγον ως δόκιμος εις την I. Μονήν Μ. Σπηλαίου, εν η εμορφώθη μελετών φιλοσοφίαν, γεωγραφίαν, φυσικήν, αστρονομίαν, πατρολογίαν, εκμαθών καλώς τας αραβικήν και τουρκικήν γλώσσας. Μετά την κεκανονισμένην δοκιμασίαν εκάρη μοναχός μετονομασθείς εις Γερμανόν, και εν συνεχεία διάκονος και πρεσβύτερος, αναχωρήσας εξ αυτής μετά διαμονήν ετών τινων.
……….Κατά το έτος 1800 ευρίσκομεν τούτον εν Θεσσαλονίκη, εργασθέντα εν αυτή επί διετίαν ως διδάσκαλον και επισπάσαντα την εκτίμησιν και συμπάθειαν του εν αυτή υποδούλου Ελληνισμού, όστις εν τω προσώπω αυτού έβλεπε τον ενσαρκωτήν των εθνικών του ονείρων. Εκ Θεσσαλονίκης μετέβη εις Βελιγράδιον συνεχίζων μετ’ ενθουσιώδους ζήλου την διδασκαλίαν, η οποία εις ουδέν έτερον απέβλεπεν, ει μη εις την δημιουργίαν καταλλήλων προϋποθέσεων προς ανάστασιν του Γένους ημών. Τόση δε ήτο η δημοτικότης του μεταξύ των Ελλήνων και των Σέρβων, ώστε αι Τουρκικαί αρχαί της πόλεως εκείνης θορυβηθείσαι υπέδειξαν εις αυτόν, όπως εγκαταλείψη αμέσως την πόλιν. Αναχωρήσας εξ αυτής μετέβη εις Ρουμανίαν συνεχίζων αυτόσε το έργον του εθναποστόλου με την αυτήν ζωτικότητα· παραμείνας δ’ εν αυτή επί διετίαν αφού εν τω μεταξύ εξέμαθε την Βλαχικήν γλώσσαν, διετάχθη υπό των αυτόθι Τουρκικών αρχών, ίνα αναχωρήση εξ αυτής.
…………Κατελθών εν συνεχεία εις Ελλάδα, επέστρεψε και αύθις εις την μετάνοιάν του, οι αδελφοί της οποίας μετά πολλής της χαράς τον επανείδον, εξ ης, μετά ολιγοχρόνιον εν αυτή παραμονήν, ανεχώρησε προς προσκύνησιν των ιερών τόπων εις Ιεροσόλυμα, ίνα μετά ταύτα μεταβή εις Κων/πολιν, όπου είχε προφθάσει η φήμη του ως λογίου κληρικού, γνωρισθείς μετά πολλών εκκλησιαστικών και πολιτικών προσωπικοτήτων του Φαναριού. Τούτου ένεκεν η Ιερά Σύνοδος του Πατριαρχείου, αμείβουσα αυτόν ηθικώς, αρχικώς μεν τον εξέλεξεν Επίσκοπον υπό τον τίτλον Σεβαστείας, είτα δ’ επί της β’ Πατριαρχείας του Πατριάρχου Γρηγορίου του Ε’ (1806-1808), εις διαδοχήν του Μητροπολίτου Χριστιανουπόλεως Γερμανού (1793-1807) κατά Μάρτιον του 1807 τον προήγαγεν ως τοιούτον.
………..Και αναλαβών την διαποίμανσιν της παροικίας ταύτης, προσέλαβεν ως Πρωτοσύγκελλον τον πρώτον, εκ μητρός, εξάδελφόν του Αρχιμ. Αμβρόσιον Φραντζήν, διαπρεπή κληρικόν, τον γνωστόν φιλικόν και ιστορικόν, όστις δια τον Γερμανόν υπήρξεν ο πλέον αυτού έμπιστος συνεργάτης και εις την διοικητικήν, της Μητροπόλεώς του, έκφανσιν, αλλ’ ιδιαιτέρως εις την εργασίαν προπαρασκευής του εθνικού αγώνος. Η ποιμαντορία του Γερμανού υπήρξε κατά πάντα επιτυχής με αποτέλεσμα, ώστε να επισπάση την αγάπην και αφοσίωσιν των χριστιανών του, οίτινες τον εθεώρουν και ως άγιον η φήμη του επεξετάθη και πέραν των ορίων της επαρχίας του, και δια τούτο ο Αλέξανδρος Υψηλάντης τον είχεν ορίσει ως ένα των 4-5 έφορων της Φιλικής Εταιρείας εις Πελοπόννησον, δοθέντος ότι από του έτους 1818 είχε μυηθή εις αυτήν.
……….Ο Γερμανός, τον όποιον διέκρινε σύνεσις και διπλωματική ικανότης, ειργάσθη δραστηρίως δια την προετοιμασίαν του αγώνος, συνεννοούμενος μετά των Φιλικών και άλλων προκρίτων της Πελοποννήσου, είτε δια του Πρωτοσυγκέλλου του Αμβροσίου Φραντζή είτε δια του Αρχιδιακόνου του Αμβροσίου Ψιλογιάννη, διαδραματίσας σημαντικώτατον ρόλον εις την, κατά τα τέλη Ιανουαρίου 1821, συνέλευσιν εν Βοστίτση (Αιγίω), καθ’ ην παρευρέθησαν οι σπουδαιότεροι Φιλικοί, ίνα ακούσουν του Άρχιμ. Γρηγορίου Δικαίου (Παπαφλέσσα) μεταφέροντος τας απόψεις του Αλεξάνδρου Υψηλάντου, και αποφασίσουν περί του χρόνου της ενάρξεως της Εθνεγερσίας.
………..Γνωρίζομεν δ’ εκ της ιστορίας τας γεννηθείσας εν αυτή αντεγκλήσεις και διχογνωμίας των παρευρεθέντων, πολλοί των οποίων ηθέλησαν, ίνα εγκλείσουν εις Μονήν τινα τον Παπαφλέσσαν, ιδίως οι περί τον Π. Πατρών Γερμανόν· όμως ο Χριστιανουπόλεως δια της παρεμβάσεώς του απέτρεψε τοιαύτην οδυνηράν απόφασιν, ήτις αναμφιβόλως θα είχε δια την έκβασιν του αγώνος ολέθρια αποτελέσματα· και κατά τον διενεργηθέντα έρανον μεταξύ των παρευρεθέντων εις την συνέλευσιν ταύτην, δια την οποίαν είχε θορυβηθή ιδιαιτέρως ο βοεβόδας της περιοχής εκείνης, ο Γερμανός προσέφερε 2.000 γρόσια ως πρώτην αυτού δόσιν.
……….Μετά την λήξιν των εργασιών αυτής, επιστρέψας εις Κυπαρισσίαν, έδραν της επαρχίας αυτού, διεβίβασε τας αποφάσεις αυτής, τόσον εις τον Μητροπολίτην Μονεμβασίας και Καλαμάτας Χρύσανθον Παγώνην, όσον και εις τον Πέτρον Πετρόμπεην, δι’ έμπιστων αυτού προσώπων.
……….Ως εν τοις ηγουμένοις ετονίσθη, αι κινήσεις των εν Πελοποννήσω υπερεχόντων Αρχιερέων, κληρικών και προυχόντων εδημιούργησαν εις τους Τούρκους την πεποίθησιν, ότι πλέον σοβαρόν τι εναντίον των προητοιμάζετο, και δια τούτο, ο Τούρκος διοικητής της Πελοποννήσου εκάλεσε δήθεν εις σύσκεψιν εν Τριπόλει τούτους, και κατ’ ακολουθίαν και τον Γερμανόν, την 3ην Μαρτίου.
……….Είναι χαρακτηριστική η διαμειφθείσα σύσκεψις και ανταλλαγή γνωμών των σπουδαιοτέρων συνεργατών τούτου, οίτινες τον προέτρεπον, ίνα μη μεταβή εις Τρίπολιν, εκφράσαντα εν τοσούτω αντίθετον γνώμην. Προ της τοιαύτης τούτου επιμονής υπεχώρησαν οι περί αυτόν, όστις αναχωρήσας την 5ην Μαρτίου εκ Κυπαρισσίας έφθασεν εις την Τρίπολιν μετά τρεις ημέρας, ήτοι την 8ην Μαρτίου, και ουχί, κατ’ άλλην εκδοχήν των Π. Πατρών Γερμανού και Ι. Φιλήμονος, την 22αν ή την 27ην Φεβρουάριου, καθ’ ην επέπρωτο, ίνα επισφραγισθή το τραγικόν αυτού πεπρωμένον, διότι ριφθείς εις τας φυλακάς αυτής, μετά των άλλων γνωστών Μητροπολιτών και προκρίτων Πελοποννησίων, συνεπεία κακουχιών ησθένησε σοβαρώς από του Αυγούστου, αποθανών την 21ην Σεπτεμβρίου 1821, δύο ημέρας προ της παραδόσεως της Τριπόλεως εις τους Έλληνας.
……….Ο Γερμανός ανήκει αναμφιβόλως εις την κατηγορίαν των εκλεκτών Αρχιερατικών, της προεπαναστατικής και επαναστατικής περιόδου, φυσιογνωμιών, διότι, εκτός των πολλών εκκλησιαστικών αυτού προσόντων και της ηθικής αυτού βιοτής, η οποία τον περιέβαλλε με την φήμην του αγίου, απέβη δια της συνέσεως και των διπλωματικών αυτού ικανοτήτων ο εμπνευστής και καθοδηγητής προς ορθάς αποφάσεις των σκέψεων των ιθυνόντων του ιερού, εν Πελοποννήσω, αγώνος· είναι «ο άνθρωπος που για να σώση την επανάστασιν του 1821 θυσίασε στο βωμό της λευτεριάς την ζωή του, είναι ο άνθρωπος που με την φλογερή διδασκαλία του έσπειρε αρκετά χρόνια στη Βαλκανική τον σπόρο της λευτεριάς και μαζί της αγάπης, της καλωσύνης και της φιλοπατρίας» . Πρεπόντως λοιπόν δι’ όλας αυτού τας αρετάς ανεδείχθη ως μία από τας λαμπροτέρας μορφάς των εθνικών αγώνων της Επαναστάσεως, δι’ ο και το μαρτύριον αυτού θα προκαλή τον σεβασμόν, την αγάπην και την ευγνωμοσύνην Εκκλησίας και Έθνους, καθ’ όσον ωδηγήθη προς τον Γολγοθάν του εθνικού καθήκοντος, ίνα δια της θυσίας και τούτου, οδηγηθή η πατρίς ημών προς την ανάστασιν.
-
Πηγή: Το κείμενο συνέγραψε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης πρώην Λήμνου κυρός Βασίλειος (κατά κόσμον Ατέσης Βασίλειος), και κυκλοφόρησε στην περιοδική έκδοση Θεολογία, τεύχ. 42, με τίτλο «Εθνομάρτυρες αρχιερείς της Εκκλησίας της Ελλάδος από του 1821-1869».