.
Ο ΕΘΝΟΜΑΡΤΥΣ ΑΡΧΙΕΡΕΑΣ ΠΛΑΤΩΝ ΦΡΑΓΚΙΑΔΗΣ (Μητροπολίτης Χίου 1817-1822)
……….Ο κατά κόσμον Πανταλέων Φραγκιάδης ή Φραγκιάς, ως κληρικός δε Πλάτων, εγεννήθη εν Χίω τω 1775, εν η διήκουσε και τα πρώτα αυτού γράμματα, έχων ως διδασκάλους τους Αθανάσιον Πάριον και Δωρόθεον Πρώϊον.
……….Κατά το έτος 1803 μεταβάς εις Κων/πολιν συνεπλήρωσε τας σπουδάς του, φοιτήσας εις την αυτόθι πατριαρχικήν Ακαδημίαν, διευθυνομένην υπό τού συμπολίτου και διδασκάλου του εν Χίω Δωροθέου Πρωίου, Μητροπολίτου Φιλαδέλφειας γενομένου κατά το έτος 1805, εδρεύουσαν εις Κουρου-Τσεσμέ (Ξηροκρήνην), τής οποίας διετέλεσεν ακολούθως βιβλιοφύλαξ αρχικώς, είτα καθηγητής των μαθηματικών και τω 1807, μετά την αποχώρησιν εκ ταύτης τού κατά το έτος 1813 προαχθέντος εις Μητροπολίτην Αδριανουπόλεως σχολαρχεύοντος Δωροθέου Πρωίου, απαγχονισθέντος, ως γνωστόν, υπό των Τούρκων κατ’ Ιούνιον τού 1821, μετά την κήρυξιν τής Ελληνικής Επαναστάσεως, διευθυντής αυτής, παραμείνας ως τοιούτος μέχρι τού 1817, ότε και απεχώρησε ταύτης, διδάσκων έκτοτε ιδιωτικώς εις τας οικογενείας των πλουσίων Χίων και άλλων ομογενών τής Κων/πόλεως, εξασκών παραλλήλως και τα καθήκοντα τού ιεροκήρυκος εις διαφόρους αυτής ναούς· υπό την ιδιότητα δε τού διδασκάλου-φιλολόγου συμμετέσχεν, ως και οι Νεόφυτος Βάμβας και Νικόλαος Λογάδης, εις την σύνταξιν τού υπό τού Πρωΐου μεγάλου λεξικού τής Ελληνικής γλώσσης, τής «Κιβωτού», ούτινος ο Α’ τόμος εξεδόθη τω 1819, το δε υπόλοιπον χειρόγραφον μέρος αγορασθέν εδωρήθη υπό τού εν Αλεξανδρεία πεπαιδευμένου και λογίου Αλεξάνδρου Κάσδογλη εις την Εθνικήν Βιβλιοθήκην.
……….Η Μ. τού Χριστού Εκκλησία, συνελθούσα εις συνεδρίαν κατά την 25ην Ιανουαρίου 1817 και έχουσα υπ’ όψιν, ότι η Μητρόπολις Χίου διατελεί εν χηρεία, εξέλεξε τον Πλάτωνα ποιμενάρχην αυτής, εις αντικατάστασιν τού άχρι τούδε ως τοιούτου Παρθενίου (1816-1817).
……….Η εκλογή τού Πλάτωνος ως ποιμενάρχου τής ιδιαιτέρας αυτού πατρίδος προϋξένησε ζωηροτάτην ικανοποίησιν εις πάντας, ως πιστούται και εκ των κατωτέρω ολίγων παρατιθεμένων πληροφοριών.
……….Ούτω, τω εν Τεργέστη κατά την εποχήν εκείνην εκδιδόμενον Περιοδικών «Λόγιος Έρμης» εις φύλλον του, κυκλοφόρησαν κατ’ Απρίλιον τού 1817, ολίγους δηλ. μήνας μετά την κάθοδον τού Πλάτωνος εις Χίον, έγραφε τα εξής: «Ο ένθερμος ζήλος υπέρ τής παιδείας, τον οποίον ανακαλύπτει τις εις όλας του τας πράξεις και τον οποίον εις την πρώτην επ’ έκκλησίας ομιλίαν του και εις μίαν ετέραν, την οποίαν προεδρεύων εις τας κοινάς εξετάσεις των τής Σχολής μαθητών εφανέρωσε, ενέπλησε χαράς όλους τους φιλοκάλους και απεπλήρωσε την επιθυμίαν όλων των Χίων. Τοιούτοι ποιμένες λαών πρέπει να διαφημίζονται και διά των εφημερίδων προς τύπον και παράδειγμα άλλων».
……….Ο Κων/νος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων εις συγχαρητήριον προς τον Πλάτωνα επιστολήν του, υφ’ ημερομηνίαν 10 Μαΐου 1817, επιλέγει: «Εχειροτονήθης Μητροπολίτης τής πόλεώς σου, επίσκοπος των συμπολιτών σου, πνευματικός πατήρ τής πατρίδος σου. Ποίαν άλλην μεγαλυτέραν ευδαιμονίαν εις σε αυτόν ή εις την πατρίδα σου δύνανται να ευχηθώσιν οι φίλοι σου και τής πατρίδος σου;».
……….Ο Αδαμάντιος Κοραής εις ομοίαν προς αυτόν, χρονολογουμένην από 4ης Οκτωβρίου 1819, επιπροσθέτει: «Μακαρίζω την Χίον, ότι έλαβε τοιούτον ποιμένα. Αθανάτισε λοιπόν το όνομά σου και γενού παράδειγμα και εις τους λοιπούς συνιεράρχας και συλλειτουργούς σου, εκ των οποίων πολλοί, το λέγω με θλίψιν μεγάλην τής ψυχής μου, αφήκασιν όλην την φροντίδα τής ανορθώσεως τής Ελλάδος εις τους κοσμικούς».
……….Εν πάση περιπτώσει· άμα τη αναλήψει των νέων αυτού καθηκόντων, ήρξατο επιδιδόμενος εις το έργον αυτού. Εν τη επισήμω ταύτη θέσει ευρισκόμενος δεν εφείσθη κόπων, προκειμένου «να προαγάγη εν Χίω το εθνικόν αίσθημα διά των φώτων τής μαθήσεως και τής παιδείας και εκείθεν να μεταλαμπαδεύσει αυτό εις πάσαν γωνίαν τής γης, όπου έστενον υπό το δούλειον ήμαρ οι αδελφοί Έλληνες». Μεμυημένος εις τα τής Φιλικής Εταιρείας ενδιεφέρετο υπέρ τής ανεξαρτησίας τού Γένους ημών· εν τούτοις όμως, αλληλογραφών μετά τού Κοραή συνεφώνει μετ’ αυτού απολύτως διά το «πρόωρον» τής ενάρξεως τού απελευθερωτικού αγώνος, εν αντιθέσει προς τον Νεόφυτον Βάμβαν, θεωρούντα την εποχήν ταύτης ως «ώριμον». Ανεξαρτήτως των επιφυλάξεων τούτου εν τη προκειμένη περιπτώσει, ειργάζετο αόκνως υπέρ των σκοπών τής Επαναστάσεως, το έμπρακτον τού οποίου διαφέρον εξεδηλώθη άμα τη ενάρξει αυτής.
……….Και ενώ εις άπασαν την Ελλάδα ηγείροντο τρόπαια εκ τής νίκης των Ελλήνων κατά τού κατακτητού, και ανέτελλεν η από εκατοντάδων ετών αναμενομένη ελευθερία, διά την Χίον, εφ’ όσον δεν είχον δημιουργηθεί αι απαραίτητοι προϋποθέσεις δι’ ευοίωνον επιτυχίαν τού αγώνος εν αυτή, η 23η Μαρτίου 1822, απέβη η αποφράς εκείνη ημέρα, η όποια ως λαίλαψ ενσκήψασα προυξένησε τελείαν καταστροφήν εις τους κατοίκους αυτής, εξ αιτίας τής υπό τον Λογοθέτην ανεπιτυχούς αποπείρας προς απελευθέρωσιν ταύτης εκ τού Τουρκικού ζυγού. «Διακόσιοι κληρικοί διήλθον εν στόματι μαχαίρας…». «Εκ των 90 χιλιάδων Ελλήνων κατοίκων τής ωραίας Ελληνικής νήσου μόνον 5 χιλιάδες κατώρθωσαν να σωθώσι διά τής φυγής. Είκοσι και τρεις χιλιάδες Ελλήνων κατεσφάγησαν. Πεντήκοντα χιλιάδες ανδρών, γυναικών και παιδίων επωλήθησαν ως δούλοι. Δέκα χιλιάδες επνίγησαν ή εξηφανίσθησαν. Μεταξύ των πρώτων θυμάτων τής καταστροφής τής Χίου ήτο και ο Μητροπολίτης Χίου Πλάτων».
……….Ο υπέροχος ούτος Ιεράρχης, διακρινόμενος ου μόνον διά την παιδείαν, αλλά και διά την πραότητα, την μειλιχιότητα, τους ωραίους αυτού τρόπους, αποκτήσας διά τής ευγενούς αυτού συμπεριφοράς την λατρείαν τού λαού του, συλληφθείς μετ’ άλλων Χίων προυχόντων, τού διακόνου αυτού Μακαρίου Γαρά, τού Ηγουμένου τής Νέας Μονής Νεοφύτου Βενέτου και πολλών άλλων Χίων κληρικών και λαϊκών, ερρίφθη εις τας φυλακάς τού Κάστρου, εις τας οποίας υπέστη εξευτελισμούς, κακουχίας, βασανιστήρια· εις δύο σκοτεινά, ανήλια και υγρά δωμάτια παρέμεινε μετ’ άλλων κληρικών και λαϊκών επί μήνα, μέχρις ου την 23ην Απριλίου ημέραν Κυριακήν, και περί ώραν 10ην πρωϊνήν, εξέρχεται εκ τής φυλακής μετά τού διακόνου του Μακαρίου, ίνα οδηγηθεί εις τοποθεσίαν «Βουνάκιον» καλουμένην, όπου και υπέστη μαρτυρικόν θάνατον, απαγχονισθείς υπό των Τούρκων, ως και οι μετ’ αυτού υπόλοιποι κληρικοί και προύχοντες, των οποίων τα μαρτυρικά σώματα, συρόμενα ανά τας οδούς τής πόλεως, διεπομπεύοντο, ριφθέντα αυθημερόν εις την θάλασσαν, ενώ το τού Πλάτωνος, παραδοθέν εις τους ζητήσαντας αυτό Εβραίους εσύρετο ανά την πόλιν ίνα δε περισσότερον χλευασθεί τούτο, έθηκαν επί την κεφαλήν αυτού σαρίκιον, και μετά τρεις ημέρας, αφού πρότερον απέκοψαν την κεφαλήν αυτού, ως και τού διακόνου του, τας οποίας απέστειλαν εις Κων/πολιν, το έρριψαν εις την θάλασσαν προς τελείαν εξαφάνισίν του.
……….Τα γαλήνια όμως ταύτης κύματα, τα οποία μετ’ ευλαβείας εδέχθησαν το μαρτυρικόν τού Πλάτωνος σκήνος, προέπεμψαν αυτό μέχρι των ακτών των Οινουσών, το οποίον αναγνωρισθέν υπό τού ιερέως Γεωργίου Λαιμού παρελήφθη μετ’ ευλαβείας και ετάφη εις παρακείμενον αγρόν ετέθη δ’ επί τού τάφου αυτού πλάξ μετ’ επιγραφής· μετά παρέλευσιν δ’ ετών ο διάκονος αυτού Δημήτριος Λαιμός μετεκόμισε τα οστά τούτου εις Σύρον, ένθα μετά την τέλεσιν πανδήμου μνημοσύνου εναπετέθησαν εις τον αυτόθι ιερόν ναόν τής Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος, οπότε την 15ην Ιουνίου 1930 μετεφέρθησαν και πάλιν εις Οινούσες και μετά πάσης επισημότητος ετέθησαν εις μαρμάρινον μνημείον εντός τού ιερού ναού τού Αγίου Νικολάου.
……….Τοιούτον εν γενικαίς γραμμαίς ήτο το τραγικόν, πλην ένδοξον, τέλος τού Εθνομάρτυρος Πλάτωνος, ούτινος το μαρτύριαν θα δικιωνίζηται ευγνωμόνως υπό τε τής Εκκλησίας και τού Έθνους ημών.
- Πηγή: Το κείμενο συνέγραψε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης πρώην Λήμνου κυρός Βασίλειος (κατά κόσμον Ατέσης Βασίλειος), και κυκλοφόρησε στην περιοδική έκδοση Θεολογία, τεύχ. 42, με τίτλο «Εθνομάρτυρες αρχιερείς τής Εκκλησίας τής Ελλάδος από τού 1821-1869».