.
ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΧΩΡΙΟ ΡΟΧΟΥΔΙ ΤΗΣ ΚΑΤΩ ΙΤΑΛΙΑΣ
(περιοχή Καλαβρίας)
.
……….Κατηφορίζοντας στη λαγκαδιά, αντικρίζεις ένα θέαμα που συνήθισες πιά να απολαμβάνεις, μιά φύση άγρια, ένα τοπίο πρωτόγονο ανάμεσα σε χαράδρες και το ποτάμι. Στ’ αριστερά τού δρόμου ένας ογκόλιθος σε σταματάει, καθώς τα δυό μάτια, που φαίνονται σκαλισμένα, πελώρια, πάνω στην πέτρα σε καθηλώνουν, ενώ απορείς πώς στέκεται αυτή η τεράστια πέτρα πάνω στο 1/10 τής επιφάνείας της. Θαρρείς πως σε κοιτάζει ο γίγαντας τής Ελληνικής ράτσας που πάνω σε μιά μύτη πετρένια στέκεται σχεδόν με μιά ισορροπία εξωπραγματική. Μοιάζει με κεφάλι γίγαντα που τα πελώρια μάτια του —ποιός ξέρει από ποιά δύναμη χαράχτηκαν πάνω στον ογκόλιθο— σε κοιτάζουν σα να ζητάν να σού επιβάλουν κάτι πέρα από την ανθρώπινη δύναμη.
……….Το Ελληνικό πνεύμα των κατοίκων και των δύο γειτονικών χωριών, σύμφωνα με την ανάπτυξή τους, έντυσε την πέτρα με τον μύθο τού δράκου, που προστάτευε τα Ελληνικά χωριά από τις επιδρομές των βαρβάρων. Και ήταν καλός αυτός ο δράκος΄ τόσο καλός, που δεν έπαιρνε τίποτα από τα χωριά τους, γιατί είχε απ’ όλα. Και γιά να τ’ αποδείξουν, πιό κάτω στον λόφο, που αφεντεύει το ποτάμι κάτω, στο αιωνόβιο διάβα του, βλέπεις τα κατσαρόλια τού δράκου, γιγάντινα κι αυτά στο πρωτόγονο μαγερειό του. Έξι μαστοειδή γυμνά πέτρινα εξογκώματα τού βράχου, μοιάζουν πραγματικά σαν χύτρες, τοποθετημένες πάνω στο καμίνι τού βράχου και τις λένε «τα βρασταρούντια τού δράκου».
……….Προχωρείς λίγο φέρνοντας στη σκέψη σου με θαυμασμό την σημασία τού μύθου και την αφέλεια ακόμα και σήμερα, που έχουν οι ντόπιοι που σού τον λένε, και ξαφνικά αυτό που βλέπεις σού κόβει το βήμα. Θαρρείς και βλέπεις καμιά εκατοστή άσπρα πρόβατα τεμπέλικα να κατηφορίζουν στο ποτάμι. Ώσπου να τα μετρήσεις βλέπεις πως δεν είναι κοπάδι, που κατεβαίνει να πιεί νερό αλλά σπίτια που γκρεμίζονται στο ποτάμι. Είναι το Ροχούδι! Το άτυχο χωριό, που το αφάνισαν οι κατολισθήσεις μιάς και το ποτάμι η Αμμεντολέα, τρώει τις ρίζες του πάνω στο λόφο που είναι χτισμένο..