ΑΛΥΤΡΩΤΕΣ ΠΑΤΡΙΔΕΣ – ΑΓΧΙΑΛΟΣ

.

ΑΓΧΙΑΛΟΣ.

.ΑΓΧΙΑΛΟΣ 

,

Από τα τέλη του 6ου π.χ αιώνος  η Αγχίαλος που ιδρύθηκε από Απολλωνιάτες αποίκους, έγινε ένα κέντρο αγροτικό και ναυτικό-αλιευτικό.

Στις επίσημες βυζαντινές πηγές την βρίσκουμε συνήθως με το αρχαίο της όνομα και σπανιότερα με το λαϊκό. Οι Αγχιαλίτες όμως ονόμαζαν την πατρίδα τους Αχελώ. Η αρχαία-πρωτοχριστιανική πόλη καταπονίστηκε στην διάρκεια των σεισμών του 8ου αιώνα και έτσι δεν έχει σωθεί τίποτα από τις δύο πρώτες φάσεις της ζωής της.

Η πόλη που συνέδεσε το όνομά της με τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο τον Ε’, ο οποίος οργάνωσε το 756 ως το 775, με στρατό και στόλο, εννέα συνδυασμένες εκστρατείες εναντίον των Βουλγάρων, βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας.Τα τείχη της έγιναν ύφαλοι στ’ ανοιχτά της νέας πόλης, που ανοικοδομήθηκε από τους βυζαντινούς το 786.

Κανένα καράβι δεν μπορούσε να πλησιάσει την Αχελώ. Μόνο οι Αχελινοί γνώριζαν το πέρασμα ανάμεσα στα τείχη-ύφαλα. Κι ώσπου να μπει ο φάρος στο πέλαγος, όλοι οι μαυροθαλασσίτες ναυτικοί έτρεμαν τα νερά της Αγχιάλου. Μα κοντά στη ναυτική και ψαρική τέχνη οι Αχελινοί είχαν και την αμπελουργική. Κατάφυτη από αμπέλια ήταν η περιφέρειά τους και τα οκτώ διαφορετικά είδη που παρήγαγαν κάλυπταν εκλεκτές ποιότητες ψιλόφλουδων άσπρων, κιτρινωπών, ροζακιών, κόκκινων, μοσχάτων και γλυκών σταφυλιών.

Με τις ευλογίες του θεού Απόλλωνα, του θεού Διόνυσου και του Αγίου Τρύφωνα αργότερα, οι Αχελινοί έφτασαν στις αρχές του αιώνα μας να έχουν περίπου 3.000.000 κλήματα. Κάθε 1η Φεβρουαρίου, στη γιορτή του Αϊ Τρίφ’, μετά τη λειτουργία όλος ο κόσμος έπαιρνε αγιασμό κι’ έβαινε να ραντίσει τα αμπέλια, για να έχουν καλή καρποφορία.

Τα  περισσότερα δημητριακά, όπως και τις μεγάλες ποσότητες βοοειδών που εμπορεύονταν οι Αχελινοί, τα αγόραζαν από τους αγρότες και τους κτηνοτρόφους της ενδοχώρας. Στη διάρκεια της αρχαιότητας προμηθευτές ήταν οι αρχηγοί των Θρακικών πληθυσμών της πεδιάδας και των βουνών. Οι Αγχιαλοί έδιναν στους Θράκες και αλάτι. Υπήρχαν τεράστιες αλυκές και από αυτή την εκμετάλλευση ερχόταν το μεγαλύτερο έσοδο στην πόλη.

Μόλις κατέλαβαν οι Οθωμανοί το μικρό δεσποτάτο των Παλαιολόγων στον Εύξεινο Πόντο (η Αγχίαλος, η κοντινή Μεσημβρία και τα περιορισμένα εδάφη που τις περιέβαλαν ήταν το μοναδικό τμήμα της θρακικής γης, μαζί με τα εδάφη γύρω από την Κωνσταντινούπολη, που βρίσκονταν ως το 1453 υπό βυζαντινή διοίκηση), ο Σουλτάνος παραχώρησε τις αλυκές της Αγχιάλου στην μεγάλη βυζαντινή οικογένεια των Καντακουζηνών. Εκεί στο πλούσιο αγροτικο-εμπορικό-λιμενικό κέντρο, έζησε ένας κλάδος των Καντακουζηνών-Παλαιολόγων.

.Το 1878 υπήχθηκε στη βουλγαρική ηγεμονία και το 1885 προσαρτήστηκε στη βουλγαρία. Το 1906 πυρπολήθηκε από τους βούλγαρους και οι Έλληνες που απέμειναν ζωντανοί κατέφυγαν, σχεδόν όλοι, στην Ελλάδα.

 

 Πηγή: Το κείμενο είναι της κυρίας Ανθούλας Ευσταθοπούλου, Προέδρου της «Θρακικής Εστίας Ν. Σερρών».

 

Αφήστε μια απάντηση