Η ΓΛΥΠΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΤΟΝ 6ο ΚΑΙ ΤΟΝ 5ο αι. π.Χ.

,

1864 : Ὁ Μοσχοφόρος, ἡ κεφαλὴ τῆς Ἀθηνᾶς  ὁ Παῖς τοῦ Κριτίου καὶ ἡ Ἀθηνά τοῦ Ἀγγελίτου.  Ἀνακαλύφθηκαν ἀπό τὸν Πιττάκη Κυριάκο.
1864 : Ὁ  Μοσχοφόρος, ἡ κεφαλῆ  τῆς Ἀθηνᾶς ὁ Παῖς τοῦ Κριτίου καὶ ἡ Ἀθηνᾶ τοῦ Ἀγγελίτου. Ἀνακαλύφθηκαν ἀπό τὸν Πιττάκη Κυριᾶκο.

.

 Ἡ γλυπτικὴ στὴν  Ἀθήνα τὸν 6ο καὶ τὸν 5ο αἰ. π.Χ.

 ,

Τῆς Ἰσμήνης Τριάντη

 ,

……….Ἡ ζωὴ τῆς πόλης στὴν Ἀθήνα ἦταν συγκεντρωμένη ἀπό τὰ ἀρχαϊκά χρόνια (650-480 π.Χ.) γύρω ἀπό τὴν Ἀκρόπολη, τὸν ἱερό βράχο ποὺ φιλοξενοῦσε τὸ ἱερό τῆς πολιούχου θεᾶς. Στὰ νότια, ἱδρύθηκε τὸ ἱερό τοῦ Διονύσου καὶ τὸ ἱερό τῆς Νύμφης, στὰ βόρεια ἡ ἀρχαῖα Ἀγορά, στὰ βορειοδυτικὰ ἀπλωνόταν ἡ συνοικία τῶν Κεραμέων, ὁ Κεραμεικός, καὶ τὸ νεκροταφεῖο τῆς πόλης. Στὰ ἀνατολικά, ὁ χῶρος τοῦ Ὀλυμπιείου, ἦταν ἀφιερωμένος στὴν λατρεία τοῦ Ὀλυμπίου Διός, ἐνῷ στὰ δυτικὰ ὀργανώθηκε τὸ πολιτικὸ κέντρο τῆς Ἀθήνας, ἡ Πνύκα. Σὲ αὐτούς τοὺς χώρους, ἀναπτύχθηκαν οἱ τέχνες καὶ μεταξὺ τους ἡ γλυπτική.

……….Οἱ γνώσεις μας γιὰ τὴν γλυπτικὴ στὴν Ἀθήνα καὶ τὴν Ἀττική τοῦ 6ου αἰ. π.Χ. βασίζονται στὰ ἀρχιτεκτονικὰ γλυπτά, τὰ ἀναθήματα στὰ ἱερὰ καὶ τὰ ἐπιτύμβια μνημεῖα στὰ νεκροταφεῖα. Στὰ ἱερά, τὰ μνημεῖα ἦταν διακοσμημένα μὲ γλυπτά, ἐνῷ στὸν χῶρο τῶν ἱερῶν, ἀφιέρωναν οἱ πιστοὶ ἀναθηματικούς κούρους καὶ κόρες, καθὼς καὶ ἀνάγλυφα. Στὰ νεκροταφεῖα ἔστηναν ἐπάνω στοὺς τάφους ἐπίσης ἀγάλματα κούρων καὶ κορῶν καὶ ἐπιτάφιες στῆλες.

……….(…) Οἱ Ἀττικοί γλύπτες, δέχθηκαν ἐπιδράσεις ἀπό τὰ ἄλλα σύγχρονα ἐργαστήρια, κυρίως τὰ κυκλαδικά, ἀρχικά τῆς Νάξου καὶ ἀργότερα τῆς Πάρου καὶ ἀπό γλύπτες μὲ καταγωγὴ ἀπό αὐτά. Ἐξαρχῆς ὅμως, διαμόρφωσαν δικὴ τους καλλιτεχνικὴ γλῶσσα καὶ ἐπηρέασαν μὲ τὴν σειρὰ τους, τὴν ἀρχαϊκή τέχνη τῆς ἐποχῆς σὲ ὅλη τὴν Ἑλλάδα.

……….Μποροῦμε νὰ συνοψίσουμε γιὰ τὶς ἀττικές δημιουργίες τῆς ἀρχαϊκῆς ἐποχῆς ὅτι, ἐκτός ἀπό τὸν γλυπτὸ διάκοσμο τῶν ναῶν, οἱ τρεῖς βασικοὶ τύποι γλυπτῶν εἶναι ὁ κοῦρος, ἡ κόρη καὶ οἱ ἐπιτύμβιες στῆλες. Οἱ κοῦροι, ξεκινώντας ἀπό τὸν κοῦρο τοῦ Διπύλου τοῦ 600 π.Χ. καὶ φθάνοντας στὸν Ἀριστόδικο, γύρω στὸ 500 π.Χ., παρουσιάζουν μία ἐξέλιξη ποὺ διήρκεσε 100 περίπου χρόνια καὶ προχώρησε σιγὰ-σιγὰ μὲ μαστοριᾶ, σοφία καὶ παρατήρηση, ἀπό τὶς συμβατικὲς ἀποδόσεις τοῦ πρώιμου ἀττικοῦ ἐργαστηρίου, στὴν σχεδὸν φυσιοκρατικὴ ἀπόδοση τοῦ γυμνοῦ νέου ἄνδρα τοῦ Ἀριστόδικου, ποὺ εἶναι ἔτοιμος νὰ σπάσει τὰ δεσμᾶ τῆς στατικότητας καὶ τῆς μετωπικότητας, ποὺ πέτυχε εἴκοσι χρόνια ἀργότερα τὸ παιδὶ τοῦ γλύπτη Κριτία (Mουσεῖο Ἀκροπόλεως, 698) τοῦ 480 π.Χ.

……….Γιὰ τὶς κόρες, δὲν εἶναι τόσο εὔκολα ὀρατή ἡ ἐξέλιξη, ἀφοῦ τὸ πολύπλοκο πτυχωμένο ἔνδυμα, δὲν ἀφήνει νὰ φανῇ ἡ διαφορὰ στὸ σῶμα. Στὰ πρόσωπα ὅμως, εἶναι σαφὴς ἡ γνώση ποὺ σιγὰ-σιγὰ ἐποκτιέται, κυρίως στὴν μετάβαση τῶν ἐπιμέρους μορφῶν, ὅπως π.χ. τὸ δύσκολο κομμάτι ἀπό τὶς παρειὲς στὸ στόμα. Ἡ ἐξέλιξη εἶναι ἐμφανής ἐπίσης στὴν ἀπόδοση τῶν ματιῶν, τῶν αὐτιῶν καὶ τῶν ἄκρων.

Διαβᾶστε ὁλόκληρο τὸ ἄρθρο στό : www.e-istoria.com

Αφήστε μια απάντηση