,

ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΘΟΥΚΥΔΙΔΗ
ἤ
Ἡ ἀγέρωχη σιωπὴ τοῦ Θουκυδίδη γιὰ τίς γυναῖκες
Βοῦλα Λαμπροπούλου
Ὁ Θουκυδίδης ἔζησε σέ μία ἐξαιρετικὰ δύσκολη ἐποχὴ γιὰ τίς γυναῖκες καί ἔγινε μάρτυρας βαθειῶν ἀλλαγῶν καί νέων εἰσαχθέντων ἐθίμων, χωρὶς νά πῇ σχεδὸν τίποτα. Ἔχουμε συνηθίσει, ὅταν θέλουμε νά μιλήσουμε γιὰ τίς γυναῖκες στήν Ἀρχαῖα Ἑλλάδα, νά γενικεύουμε τό θέμα. Ἀρχαιότητα δέν εἶναι μόνον οἱ Κλασσικοὶ χρόνοι, οὔτε μόνον ἡ Ἀθήνα. Ὅταν λέμε Ἀρχαιότητα, μιλοῦμε τουλάχιστον γιὰ δεκαπέντε αἰῶνες. Ἐπομένως, διαφορετικὰ ζοῦσε ἡ γυναῖκα στὴν Κνωσσό, στὴν Φαιακία, ἤ τήν Λακεδαίμονα, καί ἄλλη ἦταν ἡ θέση της στήν Ἀθῆνα τό τελευταῖο τέταρτο τοῦ Ε’ αἰῶνα πού θά μᾶς ἀπασχολήσει. Κατὰ τούς Ἑλληνιστικοὺς χρόνους πάλι, ἡ μορφὴ καί ἡ παρουσία τῆς γυναῖκας εἶναι ποικίλη ἀπὸ περιοχὴ σέ περιοχὴ καί ἀπὸ πόλη σέ πόλη λόγῳ τῆς μεγάλης γεωγραφικῆς ἔκτασης, πού ἔλαβε ὁ ἀρχαῖος Ἑλληνικὸς κόσμος καί τῶν διαφόρων ἰδιαιτεροτήτων του […]
Στήν περίπτωση τοῦ ἔργου τοῦ ἱστορικοῦ Θουκυδίδη, πού ἔζησε σέ μία περίοδο δόξας, ἀλλὰ καί δυσκολιῶν γιά τήν Ἀθήνα ἐξ αἰτίας τοῦ Πελοποννησιακοῦ πολέμου, ἔχουμε ἀπηχήσεις ἐπηρεασμένες ἀπὸ τήν συντηρητικότητα τῆς ἀνώτερης κοινωνίας τῆς Ἀθήνας, στήν ὁποία ἀνῆκε καί ὁ ἴδιος. Ἡ ἀριστοκρατία εἶχε ἐπιβάλλει δικὸ της δίκαιο, ἔθιμα, συνήθειες καί πρέποντα, πολλὰ τῶν ὁποίων ἄλλαξαν ἤ μετετράπησαν μετὰ τήν λήξη τοῦ πολέμου. Ὅσα γνωρίζουμε, τά ξέρουμε ἀπὸ ἄνδρες, πού νοιάζονταν γιὰ τόν πόλεμο καί τήν πολιτικὴ καί πολὺ λίγο τοὺς ἐνδιέφερε τό γυναικεῖο φῦλο.
Τώρα, ἄν συγκρίνουμε τήν κοινωνία τοῦ Περικλῆ μέ τήν μεταπολεμικὴ κατάσταση στήν Ἀθήνα, θά νομίσουμε ὅτι μιλοῦμε γιὰ διαφορετικὴ πόλη. Βέβαια, ὁ Θουκυδίδης ἐξακολουθεῖ νά σιωπᾷ, ἄν καί εἶναι μᾶλλον φυσικό, γιατὶ ἦταν ἐξόριστος κατὰ τήν ἐποχὴ ἐκείνη. Στὸν Ἐπιτάφιο λόγο τοῦ Περικλῆ (Θουκ. 2, 45, 2), ἀκούστηκαν οἱ φράσεις, πού εἶναι πλέον πασίγνωστες καί ἀπηχοῦν τίς ἰδέες τῶν Ἀθηναίων γιά τίς γυναῖκες τοῦ Ε΄ αἰῶνα […]
Εἶναι ἐμφανὲς ὅτι ἐνάρετη καὶ ἰδανικὴ γυναῖκα τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ἦταν αὐτή, γιὰ τήν ὁποία δέν ἀκουόταν τίποτα, οὔτε καλὸ οὔτε κακό, ἤτοι αὐτή πού δέν τήν ἤξερε κανείς, ἴσως δέν τήν εἶδε κανεὶς καί δέν νοιαζόταν νά τήν γνωρίσῃ, καί αὐτὸ ἀποτελοῦσε τήν δόξα της καί τήν φιλοδοξία της.
Αὐτὸ βέβαια γιὰ τίς συζύγους τῶν πολιτῶν, ὄχι γιὰ τίς φίλες καί τίς συντρόφους τους, πού στήν περίπτωση τοῦ Περικλῆ, ἡ Ἀσπασία καὶ φαινόταν καὶ ἀκουόταν καὶ ἀπό κάποιους ἐγκωμιαζόταν. Ἔτσι, οἱ γυναῖκες στήν Ἀθήνα διακρίνονται σέ συζύγους, ἐταῖρες καί παλλακίδες, ὅπως ὁ Δημοσθένης πενῆντα χρόνια ἀργότερα μέ θρασύτητα καυχόταν στό δικαστήριο:
«Τάς μέν ἑταῖρας ἠδονῆς ἕνεκ’ ἔχομεν, τάς δέ παλλακᾶς τῆς καθ’ ἡμέρας θεραπείας τοῦ σώματος, τάς δέ γυναῖκας τοῦ παιδοποιεῖσθαι γνησίως καί τῶν ἔνδον φύλακα πιστὴν ἔχειν».
(Τίς ἑταῖρες τίς ἔχουμε γιὰ τήν εὐχαρίστησή μας, τίς παλλακίδες γιὰ τήν καθημερινὴ φροντίδα τοῦ σώματός μας καί τίς γυναῖκες μας, γιὰ νά μᾶς κάνουν γνήσια παιδιὰ καί γιά νά ἔχουμε ἕναν πιστὸ φύλακα τοῦ σπιτιοῦ μας). Κατὰ Νεαίρας 129. […]

Ἄλλο ἐντυπωσιακὸ στοιχεῖο πού προκύπτει εἶναι τό ὅτι ἡ μεγάλη πλειοψηφία τῶν ἀναφορῶν τοῦ Θουκυδίδη στίς γυναῖκες, βρίσκεται σέ χωρία, πού διαπραγματεύονται τήν ἱστορία τοῦ παρελθόντος, μέ γεγονότα πού συνέβησαν πρίν ἀπὸ τήν περίοδο, μέ τήν ὁποία κυρίως ἀσχολεῖται — δεκατρεῖς ἀπό τίς εἴκοσι, ἐν αντιθέσει πρός τά σύγχρονα γεγονότα πού καταγράφονται στήν κατ’ ἔτος ἀφήγησή του, ὅπου βρίσκουμε ἑπτὰ ἀναφορές. Στά χωρία πού διαπραγματεύεται τό παρελθόν, ἕξι γυναῖκες προέρχονται ἀπό αὐτό πού ὁ Θουκυδίδης θεωροῦσε ὡς μακρυνὸ παρελθόν· θά τίς ἀποκαλούσαμε μυθικές.
Χῶροι πού ἀναφέρονται εἶναι οἱ βόρειες περιοχὲς τῆς Ἑλλάδας, Θρᾲκη, Μακεδονία, Ἤδωνοί, ἡ Κέρκυρα, γιὰ τίς δύο ἱέρειες στό Ἄργος, πού χρησιμεύουν ὡς χρονολογικὸς δείκτης, ἡ Πυθία στούς Δελφούς, πού τήν ὁνομάζει πρόμαντιν, οἱ Πλαταιὲς μέ μία γυναῖκα μέσα στὸ πλῆθος.
Οἱ εὐυπόληπτες γυναῖκες τῶν πολιτῶν τῆς Ἀθήνας δέν ἀναφέρονται ὀνομαστικῶς.