ΙΑΚΩΒΙΔΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ (11/1/1853 – 13/12/1932)

,

,

Ιακωβίδης Γεώργιος – Ο ευπατρίδης τής ελληνικής ζωγραφικής

,

Δημητρίου Φραγκάκη

,

……….Ο Έλληνας ζωγράφος Γεώργιος Ιακωβίδης, γεννήθηκε στα Χύδηρα τής Λέσβου στις 11 Ιανουαρίου 1853. Ήταν ο δευτερότοκος υιός τού Ιάκωβου και τής Ελένης Ηλιού. Από πολύ μικρή ηλικία εκδήλωσε την κλίση του στην τέχνη, καθώς ζωγράφιζε, σχεδίαζε και σκάλιζε, προκαλώντας όμως την ανησυχία τής οικογένειάς του.

……….Το 1865, ο αδελφός τής μητέρας του, Μαστρονικόλας, πρακτικός αρχιτέκτονας εγκατεστημένος στην Σμύρνη, πρότεινε στον ανεψιό του να τον ακολουθήσει στην πόλη τής Ιωνίας και να μαθητεύσει κοντά του στο επάγγελμά του. Ο Ιακωβίδης δέχτηκε την πρόταση τού θείου του, ο οποίος είχε εκτιμήσει αμέσως τις καλλιτεχνικές του επιδόσεις. Στην Σμύρνη ο Ιακωβίδης φοίτησε στην Ευαγγελική Σχολή μέχρι το 1868, οπότε μετακόμισε μαζί με την οικογένειά τού θείου του στην πόλη Μαγνησία τής Μικράς Ασίας. Εκεί, το 1870, ο Ιακωβίδης γνώρισε έναν από τους μεγαλύτερους ξυλεμπόρους τής Σμύρνης, τον Μιχαήλ Χατζηλουκά, ο οποίος εντυπωσιασμένος από το χάρισμα και τις ικανότητες τού νεαρού ζωγράφου, αποφάσισε να τον στηρίξει οικονομικώς γιά να συνεχίσει τις σπουδές του στο Σχολείο των Τεχνών –  την μετέπειτα Σχολή Καλών Τεχνών –  στην Αθήνα.

……….Τον Νοέμβριο τού 1870, ο Ιακωβίδης εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και εγγράφηκε στο Σχολείο των Τεχνών. Εκεί μαθήτευσε κοντά στον Νικηφόρο Λύτρα και τον Λεωνίδα Δρόση, στην ζωγραφική και γλυπτική αντιστοίχως, καλλιεργώντας το πολύπλευρο καλλιτεχνικό του χάρισμα. Ταυτοχρόνως μαθήτευσε στο Ερμογλύφειο και Ανδριαντοποιείο των αδελφών Φυταλών, ενώ άρχισε και μαθήματα γερμανικής και γαλλικής γλώσσας. Μία σειρά έργων που φιλοτέχνησε ο Ιακωβίδης κατά την διάρκεια των σπουδών του έως το 1876, δείχνουν όχι μόνο τις επιρροές τού δασκάλου του, Λύτρα, αλλά το αναμφισβήτητο χάρισμά του, το οποίο θα τον καταξιώσει ως έναν από τους καλλίτερους μαθητές τής Σχολής.

Το 1874 ζωγράφισε την Κόρη με το πανέρι, το παλαιότερο χρονολογημένο έργο του. Με αυτό, όπως και με άλλα έργα, έλαβε μέρος το επόμενο έτος στην έκθεση των Ολυμπίων, με θέμα την σκιαγραφία και την νεκρή φύση, όπου παρουσίασε τα ζωγραφικά έργα του Νέα χωρική εκ φύσεως, Σκιαγραφία ανδρός καθώς και τα γλυπτά Προτομή εκ φύσεως, Γυμνός εκ φύσεως Ερμής κ.α. Απέσπασε θετικότατες κριτικές, και τότε τού προτάθηκε η μετάβασή του στην δυτική Ευρώπη γιά την ολοκλήρωση των σπουδών του.

……….Το 1876 φιλοτέχνησε την ελαιογραφία Κόρη με ρόκα και αδράχτη, έργο το οποίο έναν χρόνο αργότερα διακρίθηκε στον διαγωνισμό που τού εξασφάλισε την υποτροφία γιά το Μόναχο. Την ίδια περίοδο φιλοτέχνησε τις προσωπογραφίες τού ζεύγους Κοντοσταύλου, προκαλώντας το ζωηρό ενδιαφέρον των Αθηναίων φιλότεχνων τής εποχής. Τον Μάρτιο τού 1877, ο Ιακωβίδης αποφοίτησε με άριστα από το Σχολείο των Τεχνών, και δύο μήνες αργότερα έθεσε υποψηφιότητα γιά υποτροφία την οποία και κέρδισε.

……….Παρ’ όλο ότι ο αρχικός προορισμός γιά την συνέχιση των σπουδών του ήταν το Παρίσι, τελικά τον Νοέμβριο τού 1877, εγγράφηκε στην Βαυαρική Ακαδημία Εικαστικών Τεχνών τού Μονάχου. Πρώτοι του καθηγητές ήταν οι Ludwig Lofftz και Wilhelm Lindenschmit. Στο Μόναχο ο Ιακωβίδης με τις στέρεες βάσεις που είχε αποκτήσει δίπλα στον δάσκαλό του, Νικηφόρο Λύτρα, ενσωματώθηκε γρήγορα στην καλλιτεχνική ζωή τής πρωτεύουσας τής Βαυαρίας. Έτσι, το 1878 έλαβε μέρος στην Παγκόσμια Έκθεση των Παρισίων με τα έργα Βοσκόπουλο, Η ανθοδέσμη και Προσωπογραφία μαθητή.

……….Τα έργα τού νεαρού ζωγράφου συγκέντρωσαν εξαιρετικές κριτικές και μνημονεύθηκαν από τον διάσημο κριτικό τέχνης Veron, ο οποίος τα αναλύει στο σχετικό Λεξικό που εξέδωσε. Το 1879 έλαβε μέρος γιά πρώτη φορά στην έκθεση τού Καλλιτεχνικού Συλλόγου τού Μονάχου, τού οποίου και έγινε μέλος, εκθέτοντας έργα του σε όλες τις μετέπειτα εκθέσεις που διοργάνωσε ο σύλλογος, έως και το 1900, οπότε και επέστρεψε στην Ελλάδα.

……….Στην πρώτη έκθεση τού Καλλιτεχνικού Συλλόγου τού Μονάχου, συμμετείχε με την Ανθοδέσμη, την Προσωπογραφία τού Κωνσταντίνου Βολανάκη και την Προτομή παιδιού. Παράλληλα, το 1879, η Ακαδημία τού Μονάχου τού απένειμε το Μικρό Αργυρό Μετάλλιο γιά τα σχέδια γυμνού  και το 1881 το Μεγάλο Αργυρό Μετάλλιο γιά την ελαιογραφία Κρέουσα. [ ] Τα πρώιμα αυτά έργα του, χαρακτηρίζονται από ρεαλισμό, απλότητα στην απόδοση των μορφών, έντονο χρώμα, ενώ αποκαλύπτουν την διεισδυτική ματιά τού καλλιτέχνη στον ψυχισμό των μορφών που απεικονίζει.

……….Από το 1882 ξεκίνησε την παρουσίαση μιάς νέας σειράς έργων, η οποία και θα καθορίσει την θεματογραφία του γιά ολόκληρη την μετέπειτα καλλιτεχνική του πορεία. Τότε εμφανίσθηκαν οι προσωπογραφίες του, οι νεκρές φύσεις, αλλά κυρίως οι πρώτες παιδικές απεικονίσεις, οι οποίες θα τον καθιερώσουν ως τον κατ’ εξοχήν ζωγράφο των παιδιών. Με αυτές του τις δημιουργίες, ανέδειξε όχι μόνο την ανεμελιά των παιδικών μορφών, αλλά και την ιδιαίτερη σχέση τής νεότητας μα την τρίτη ηλικία, με έναν τόσο σχεδιαστικώς άρτιο τρόπο, που παραμένει μοναδικός και ιδιαίτερος.

……….Έως το 1883, οπότε και ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Ακαδημία τού Μονάχου, ο Ιακωβίδης μαθήτευσε τα τέσσερα από τα έξι χρόνια των σπουδών του κοντά στον Gabriel von Max, με τον οποίο ανέπτυξε πολύ στενή σχέση.

Η συμμετοχή του στην Διεθνή Καλλιτεχνική Έκθεση τού Μονάχου το 1883, σηματοδότησε την πρώτη επίσημη αναγνώρισή του μετά την αποφοίτησή του. Το έργο που παρουσίασε, Τα μικρά βάσανα, αποτέλεσε ακόμη μία καμπή στην καλλιτεχνική του πορεία και δημιουργία. Στη ίδια έκθεση παρουσίασε με μεγάλη επιτυχία τα έργα του, Κρέουσα, Ιταλόπαιδο που γελάει  και Προσωπογραφία τής κυρίας Gabriel von Max. Την ίδια περίοδο φιλοτέχνησε την Νοσταλγούσα Ιφιγένεια, το κορίτσι που διαβάζει  και το Γυναικείο κεφάλι, τα οποία παρουσίασε και σε άλλες εκθέσεις.

……….Η μέχρι τότε διάδοση τού έργου τού Ιακωβίδη μέσω των εκθέσεων στις οποίες συμμετείχε και των δημοσιεύσεων τού έργου του σε περιοδικά, είχαν ως αποτέλεσμα να διαδοθεί το όνομά του, τόσο στην Γερμανία, όσο και στην Ελλάδα. Η δεκαετία τού 1880, υπήρξε άλλωστε από τις δημιουργικότερες στην καλλιτεχνική ζωή τού Έλληνα ζωγράφου. Το 1884 φιλοτέχνησε τον Κακό εγγονό, ένα από τα πλέον γνωστά του έργα, το οποίο παρουσίασε σε σημαντικές εκθέσεις τής εποχής. Την ίδια χρονιά, επισκέφθηκε την γενέτειρά του, Λέσβο, ενώ εκλέχθηκε και αντεπιστέλλον μέλος τού φιλολογικού συλλόγου Αθηνών, Παρνασσός. Στην έκθεση τού συλλόγου, το επόμενο έτος, έλαβε μέρος με τις προσωπογραφίες τού ζεύγους Ψύχα, του Σπύρου Κριτσελή και του Νικολάου Πολίτη. Το 1886 φιλοτέχνησε τα έργα του Η καινούργια πίπα τού παππού, Το κορίτσι που γελάει, Το κτένισμα και την Πρώτη δοκιμή.

……….Το επόμενο έτος, ζωγράφισε τον Μικρό βιοπαλαιστή, ενώ παρέδωσε και το λάβαρο τού Πανεπιστημίου Αθηνών, το οποίο τού είχε ανατεθεί από κοινού με τον Νικόλαο Γύζη. Το 1888 υπήρξε μιά εξαιρετικά γόνιμη και δημιουργική χρονιά γιά τον Ιακωβίδη. Έλαβε μέρος στην Ολυμπιακή Έκθεση των Αθηνών με τα έργα, Ευχάριστη ανάγνωση, Προσωπογραφία Δ. Λιάλοιου και Το κτένισμα, γιά το οποίο μάλιστα τιμήθηκε με το Χρυσό Βραβείο. Την ίδια χρονιά εξέθεσε στην έκθεση τού Μονάχου τον Παιδικό καυγά, ενώ την επόμενη έλαβε μέρος στην Παγκόσμια Έκθεση των Παρισίων, όπου κέρδισε το Χάλκινο Μετάλλιο γιά την Ευχάριστη ανάγνωση.

Το 1888 νυμφεύθηκε την Αγλαΐα Χατζηλουκά, κόρη τού Μιχαήλ Χατζηλουκά, τού ανθρώπου ο οποίος τον στήριξε στα πρώτα του βήματα, η οποία όμως απεβίωσε το 1899. Παράλληλα ίδρυσε στο Μόναχο δική του σχολή ζωγραφικής, την οποία διατήρησε έως το 1898.

……….Στα τέλη τού 1880, εκτός από τα παιδιά, ένα νέο πρόσωπο εμφανίστηκε στα έργα τού ζωγράφου. Είναι η μητέρα η οποία φροντίζει το μωρό της, αποτέλεσμα ίσως των συναισθημάτων που ο ίδιος βίωνε με την γέννηση τού γιού του Μίχη, το 1889. Τότε φιλοτέχνησε έναν από τους πιό δημοφιλείς του πίνακες, την Μητρική στοργή. Την ίδια χρονιά φιλοτέχνησε την πρώτη παραλλαγή τού έργου του Τα πρώτα βήματα,  έλαβε μέρος σε τρείς εκθέσεις στο Μόναχο, στην Δρέσδη και στην Τεργέστη, ενώ επιλέχθηκε από τον Καλλιτεχνικό Σύλλογο τού Μονάχου ως μέλος τής κριτικής επιτροπής γιά την διοργάνωση τής ετήσιας εκθέσεώς του στην βαυαρική πρωτεύουσα, γεγονός που καταδεικνύει την αναγνώριση και το κύρος που είχε πλέον αποκτήσει.

……….Ειδικά στην Τεργέστη ανέπτυξε πολυποίκιλη καλλιτεχνική δραστηριότητα με την υποστήριξη τής ελληνικής παροικίας, με την οποία διατήρησε στενούς δεσμούς. Το 1895 οργανώθηκε ατομική του έκθεση από την παροικία η οποία τίμησε τον Ιακωβίδη με το Οικονόμειο Βραβείο. Ιδιαίτερους δεσμούς ανέπτυξε και με την ελληνική κοινότητα τού Μονάχου, με μέλη τής οποίας συνδέθηκε στενά, ενώ σε πολλά μέλη της φιλοτέχνησε και προσωπογραφίες τους.

……….Η έντονη καλλιτεχνική του δραστηριότητα στο Μόναχο, προκάλεσε την γρήγορα εξάπλωση τής φήμης του και την ευρεία αναγνώριση τού έργου του στην Ευρώπη και στην Ελλάδα. Παρά την μακρόχρονη παραμονή του στο εξωτερικό, καλλιέργησε δεσμούς με τους συμπατριώτες του, και διατήρησε αμείωτο το ενδιαφέρον του γιά τις εξελίξεις στην πατρίδα. Από το εργαστήριό του στο Μόναχο πέρασαν σημαντικές πολιτικές προσωπικότητες τής εποχής, όπως ο Έλληνας πρωθυπουργός Χαρίλαος Τρικούπης, και οι πρίγκιπες τής Ελλάδος Νικόλαος και Γεώργιος.

……….Μέχρι το 1900, οπότε και επέστρεψε στην Ελλάδα, ο Ιακωβίδης ανέπτυξε ένα εξαιρετικά πολυσχιδές καλλιτεχνικό έργο με πολλές συμμετοχές σε εκθέσεις, κερδίζοντας τιμητικές διακρίσεις. Το 1901 έλαβε μέρος στην Διεθνή Έκθεση τού Βερολίνου, όπου τού απονεμήθηκε άλλη μία τιμητική διάκριση. Προηγουμένως, το 1892, παρουσίασε στην έκθεση τού Μονάχου την δεύτερη παραλλαγή τού έργου του Τα πρώτα βήματα, ενώ φιλοτέχνησε και τα έργα Ελληνίδα καλλονή, Προσωπογραφία κυρίας με βεντάλια, και Αντιστροφή των ρόλων. Το επόμενο έτος παρουσίασε πάλι στην βαυαρική πρωτεύουσα τα έργα του, Αγαπημένη τής γιαγιάς  και Προσωπογραφία κόρης, γιά το οποίο τιμήθηκε με το δεύτερο χρυσό βραβείο, ενώ αποδέχθηκε και την πρόταση τού Δημητρίου Βικέλα να συμμετάσχει στην εικονογράφηση τού διηγήματός του, «Η άσχημη αδελφή».

Το 1894 παρουσίασε ένα από τα γνωστότερα και ομορφότερα έργα του, την Παιδική συναυλία, ενώ φιλοτέχνησε την Προσωπογραφία τού γιού τού καλλιτέχνη στο ύπαιθρο. Σε ανάλογο πίνακά του, ζωγράφισε όχι μόνο τον γιό, αλλά και την σύζυγό του, στο Προσωπογραφία τής γυναίκας τού καλλιτέχνη με τον γιό τους, τού 1895. Το ίδιο έτος, στην έκθεση τής Τεργέστης, παρουσίασε τα έργα του, Κοιμισμένη ανθοπώλης, Κου-Κου  και το σήμερα γνωστό ως Η τουαλέτα. Το 1896 στην έκθεση που διοργανώθηκε στην Αθήνα, επ’ ευκαιρία των πρώτων σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων, παρουσίασε την Παιδική συναυλία, ενώ την ίδια χρονιά, φιλοτέχνησε την Παραφωνία.

……….Από το 1897 ο Ιακωβίδης είχε αρχίσει να καλλιεργεί την ιδέα επιστροφής του στην Ελλάδα, αποτέλεσμα των άρρηκτων δεσμών που πάντοτε διατηρούσε με τους συμπατριώτες του, τής νοσταλγίας του γιά την χώρα που γεννήθηκε, αλλά και τής έντονης κινητικότητας που παρατηρείτο στα καλλιτεχνικά δρώμενα τής Ελληνικής πρωτεύουσας. Στην Αθήνα άλλωστε, είχαν αρχίσει οι διεργασίες γιά την ίδρυση Μουσείου των Καλών Τεχνών (1897), ενώ τρία χρόνια αργότερα (1900) ιδρύθηκε η Εθνική Πινακοθήκη.

……….Στις 10 Απριλίου τού 1900, ο Ιακωβίδης διορίστηκε διευθυντής τής Εθνικής Πινακοθήκης, και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Μέχρι το 1900, οπότε πήρε την απόφαση να επιστρέψει στην Ελλάδα, είχε φιλοτεχνήσει, μεταξύ άλλων, την Ψυχρολουσία, την Κλώσσα, την Εσπερινή ανάγνωση, το Πρώτο μάθημα μουσικής, τα Κοχύλια, το Κρυφτουλάκι, το Στην δύση τού ηλίου κ.α. Πολύ μεγάλη διάκριση κατέκτησε στην Παγκόσμια Έκθεση των Παρισίων τού 1900, κερδίζοντας το χρυσό μετάλλιο με το έργο του, Παιδική συναυλία.

……….Με την εγκατάστασή του στην Αθήνα, ο Ιακωβίδης ολοένα λιγότερο ασχολήθηκε με την απεικόνιση σκηνών από την παιδική ηλικία. Οι προσωπογραφίες και οι νεκρές φύσεις κεντρίζουν συνεχώς το καλλιτεχνικό του ενδιαφέρον. Η προσωπογραφία τού Στεφάνου Στρέϊτ, η Μικρή Σταμπολοπούλου, η Προσωπογραφία τής κυρίας Στεφάνου Ράλλη και τής κόρης τηςτού Παύλου Μελά, είναι μερικά από τα πιό χαρακτηριστικά έργα αυτής τής θεματολογίας. Οι πολυάριθμες προσωπογραφίες που φιλοτέχνησε, οι περισσότερες προϊόντα παραγγελιών, είναι αυστηρά ακαδημαϊκής τεχνοτροπίας, και δείχνουν μιά μικρή παρέκκλιση από τις κατακτήσεις που είχε φτάσει ο ίδιος, την απελευθερωμένη πινελιά και την φωτεινή κλίμακα των έργων τής ωριμότητάς του.

……….Παράλληλα, ένα νέο ζωγραφικό είδος εισέρχεται στην θεματολογία τού Ιακωβίδη. Είναι οι συνθέσεις με άνθη, οι οποίες μαζί με τις νεκρές φύσεις, με τα κοχύλια και τα οπωρικά, τού δίνουν την δυνατότητα να επιδείξει όλη του την δεξιοτεχνία στην σύνθεση, στο σχέδιο και στο χρώμα.

……….Με το κύρος του ως διευθυντής τής Πινακοθήκης, έλαβε μέρος ενεργά σε όλα τα σημαντικά καλλιτεχνικά δρώμενα τής πρωτεύουσας. Το 1904 ανέλαβε το μάθημα τής ελαιογραφίας στο Σχολείο των Τεχνών, μετά τον θάνατο τού Νικηφόρου Λύτρα. Έκτοτε αφιέρωσε το μεγαλύτερο μέρος τού χρόνου του στην διδασκαλία, πρωτοστατώντας στην προσπάθεια αναδιοργανώσεως των σπουδών τής σχολής. Το 1910 ανέλαβε την διεύθυνση τής Σχολής Καλών Τεχνών, διεξάγοντας το μάθημα των συνθέσεων, προχωρώντας ταυτόχρονα στον σχεδιασμό τής πλήρους αναδιοργανώσεώς της.

……….Παρά τις αντιδράσεις που συνάντησε από καλλιτεχνικούς κύκλους, λίγα χρόνια αργότερα, το 1914, υιοθετήθηκαν σημαντικές μεταβολές στην διάρκεια των σπουδών, τον τρόπο καθορισμού των υποχρεωτικών μαθημάτων και τον τρόπο εισαγωγής στα τμήματα γραφικής και πλαστικής. Ως μία από τις πλέον ουσιώδεις αλλαγές μπορεί να θεωρηθεί η καθιέρωση τής τοπιογραφίας ως αυτοτελούς μαθήματος. Την ίδια χρονιά ίδρυσε τον Σύνδεσμο Ελλήνων Καλλιτεχνών, τού οποίου ανέλαβε πρώτος πρόεδρος και το 1917, έλαβε μέρος στην ίδρυση τής Ομάδας Τέχνης με πρωτοβουλία τού Νικολάου Λύτρα.

……….Το 1918 αντικαταστάθηκε με νόμο στην διεύθυνση τής Πινακοθήκης, από τον Ζαχαρία Παπαντωνίου, ενώ τού απονεμήθηκε ο τίτλος τού ισόβιου εφόρου.

……….Στα τέλη τής δεκαετίας του 1910, συντελέστηκαν μεγάλες αλλαγές στον πνευματικό χώρο τής Ελλάδος, τις οποίες ο Ιακωβίδης φαίνεται ότι, λόγω και τής προχωρημένης ηλικίας του, δεν μπορούσε να ακολουθήσει. Η θεώρηση τού κόσμου στα μάτια των νεότερων καλλιτεχνών ήταν εντελώς διαφορετική και φαίνεται ότι δεν ταίριαζε με τις αντιλήψεις του. Σε αυτό το κλίμα εντάσσονται οι αντιδράσεις σπουδαστών τής Σχολής Καλών Τεχνών, οι οποίοι ζήτησαν επίμονα την απόλυση τού Ιακωβίδη, καθώς και άλλων καθηγητών τους, με το αιτιολογικό τής «ανεπάρκειας».

……….Οι έντονες πιέσεις των μοντερνιστών κατά την δεκαετία 1920-1930, οδήγησαν τελικά στην υιοθέτηση των προτάσεων αναδιοργανώσεως τής Σχολής. Το 1930 ο Ιακωβίδης συνταξιοδοτήθηκε λόγω ορίου ηλικίας και τού απονεμήθηκε ο τίτλος τού επίτιμου διευθυντή τής Σχολής.

……….Τρία χρόνια νωρίτερα είχε φιλοτεχνήσει την τελευταία μεγάλη σύνθεσή του, την Άνοιξη, ενώ μέχρι τον θάνατό του, στις 13 Δεκεμβρίου 1932, φιλοτέχνησε τις προσωπογραφίες τού Αλέξανδρου Ζαΐμη, των εγγονών του, Άγλας, Φούλας και Γεωργίου, αλλά και τού φίλου του, Γ. Χατζόπουλου.

……….Στην κηδεία του, έδωσε το παρών σύσσωμος ο πολιτικός, καλλιτεχνικός και πνευματικός κόσμος τής χώρας.

……….Η συνεισφορά τού Γεωργίου Ιακωβίδη όχι μόνο στην ελληνική, αλλά και στην γερμανική ζωγραφική, θεωρείται μέχρι σήμερα αξεπέραστη. Το Μόναχο ήταν ο χώρος όπου μεγαλούργησε καλλιτεχνικά, καθώς εκεί πέρασε το ήμισυ τής επιτυχημένης σταδιοδρομίας του. Ο ρεαλισμός και η αμεσότητα στην απόδοση των μορφών, αλλά και η διεισδυτική ματιά του στον ψυχισμό των μορφών του, καθιστούν τα έργα τής ωριμότητάς του, αξεπέραστα. Η Αθήνα ήταν η πόλη στην οποία ο Ιακωβίδης άφησε το στίγμα του διοικητικά, ενώ κυριάρχησε και στην ελληνική καλλιτεχνική ζωή κατά τις πρώτες δεκαετίες τού 20ού αιώνα. Η επιτυχημένη διεύθυνση τής Εθνικής Πινακοθήκης και τής Σχολής Καλών Τεχνών, ανέδειξε το όραμά του γιά την πρόοδο τής ελληνικής τέχνης με το πολύπλευρο μεταρρυθμιστικό του έργο. Προσωπικότητα πολυσχιδής και δυναμική, ο Ιακωβίδης έδωσε τα φώτα του σε νεότερους καλλιτέχνες με την διδασκαλία του, αλλά τελικά δεν απέφυγε την ρήξη μαζί τους. Αναμφισβήτητα η παρακαταθήκη του στην ελληνική τέχνη υπήρξε πολύτιμη. Εάν ο δάσκαλός του, Νικηφόρος Λύτρας, θεωρείται ο «πατριάρχης τής ελληνικής ζωγραφικής», ο Ιακωβίδης δικαίως χαρακτηρίστηκε ως ο «ευπατρίδης τής ελληνικής ζωγραφικής».

«Άνοιξη». Η τελευταία μεγάλη του σύνθεση.

Copyright (©) «Ἑλληνικὸ Ἡμερολόγιο»