ΙΩΑΝΝΗΣ ΓΕΝΝΑΔΙΟΣ-Ο ΘΕΜΑΤΟΦΥΛΑΚΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΜΝΗΜΗΣ

,

Ὁ Ἰωάννης Γεννάδιος μετὰ τῆς συζύγου του, Ἀνθῆς Γενναδίου.
Ὁ Ἰωάννης Γεννάδιος μετὰ τῆς συζύγου του, Ἀνθῆς Γενναδίου.

,

Γιὰ τοὺς «μὴ ἀποταξάμενους τὴν σπουδὴ τῆς πατρίου ἱστορίας».

 

ΙΩΑΝΝΗΣ ΓΕΝΝΑΔΙΟΣ-Ο ΘΕΜΑΤΟΦΥΛΑΚΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΜΝΗΜΗΣ

 

«…ὑπομιμνήσκοντος εἰς τὰς ἐπερχομένας γενεὰς τῶν Ἑλλήνων ὅτι ἡ περὶ ὡφειλουμένης εὐγνωμοσύνης ἀφροντισία τῶν συγχρόνων, οὐδαμῶς δύναται νὰ κατασιγάσῃ τῆς ἱστορίας τὴν φωνήν, ἀλλὰ παροξύνει μᾶλλον τῆς ἀληθείας τὴν ἀναλαμπήν…».

Τῆς Αἰκατερίνης Κουμαριανοῦ

……….Ὁ Ἰωάννης Γεννάδιος γνώρισε πολὺ λίγο τὸν πατέρα του. Ἦταν μόλις δέκα ἐτῶν, τῷ 1854, ὅταν ὁ Γεώργιος Γεννάδιος πέθανε, θῦμα τῆς χολέρας ποὺ μεταδόθηκε ἀπὸ τὸν Γαλλικὸ στόλο ὅταν ἀπέκλεισε (μαζὶ μὲ τὴν Ἀγγλία)  ἐκβιαστικὰ τὰ λιμάνια τῆς ἐλεύθερης Ἑλλάδος, μὲ ἀφορμὴ τὰ γεγονότα τοῦ πολέμου στὴν Κριμαία. Τὰ χρόνια ἐντοῦτοις ποὺ ἔζησε κοντὰ του, ἦταν ἀρκετὰ γιὰ νὰ διαποτισθῇ ἀπὸ τὸ δίδαγμά του καὶ νὰ ἐνστερνισθῇ, μὲ κάποιο μαγικό, θὰ ἔλεγα τρόπο, τὴν πατρικὴ διδασκαλία. «Οἱ δύο νεώτεροι υἱοὶ αὐτοῦ, Ἰωάννης καὶ Κωνσταντῖνος, ἐκάθηντο εἰς τὰ κράσπεδα τῆς ἕδρας αὐτοῦ διδάσκοντος. Οὔτως, νήπια σχεδὸν ἔτι ὄντες, εἰσέπνευσαν λεληθότως τὰ ζώπυρα τοῦ εὐγενοῦς ἤθους καὶ τοῦ πατριωτισμοῦ του». Τὸ «λεληθότως», ποὺ χρησιμοποιεῖ σὲ τούτη τὴν φράση ὁ Ἰωάννης Γεννάδιος, τὸ «ἀνεπαισθήτως» τοῦ Καβάφη, ἀνταποκρίνεται σὲ ὅ,τι προσδιορίσθηκε ἤδη ὡς «μαγικὸς τρόπος».

……….Πράγματι, στὸν νέο Ἰωάννη βρίσκουμε νὰ ζωντανεύουν, κοντὰ στ’ ἄλλα, ἡ ἀγάπη, τὸ πάθος, ἀλλὰ κι ὁ σεβασμὸς γιὰ τὸ βιβλίο, γιὰ τὴν μάθηση. Ἡ ἀγάπη καὶ τὸ πάθος καλύπτουν σίγουρα τὴν πλευρὰ τοῦ βιβλιοφίλου. Ὁ σεβασμός, εἶναι ἔνδειξη τοῦ παιδευτικοῦ ῥόλου, τὸν ὁποῖο ἀπέδιδε στὸ βιβλίο καθὼς τὸ θεωροῦσε ὡς τὸ κατ’ ἐξοχὴν μέσον γιὰ τὴν διατήρηση τῆς ἱστορικῆς μνήμης, γιὰ τὴν προαγωγὴ τῆς μελέτης τῆς ἱστορίας τοῦ ἑλληνισμοῦ στὴν μακρᾶ διάρκεια. Ἡ πρώτη ἐγγραφὴ στὶς προσκτήσεις τῆς συλλογῆς τοῦ Ἰωάννη Γενναδίου, πραγματοποιήθηκε τὸ ἔτος 1852. Πρόκειται γιὰ βιβλίο – δῶρο πρωτοχρονιάτικο τοῦ πατέρα του. Ἔκτοτε συνεχίζονται, ἀδιάλειπτα σχεδόν, οἱ καταχωρήσεις ἔως τὸ ἔτος 1872, ὅταν τὰ βιβλία του, φθάνουν περίπου τὰ χίλια. Μία συλλογὴ χωρὶς ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον. Θὰ μποροῦσε νὰ ἀνήκῃ σὲ ὁποιονδήποτε νέο σπουδαστή, συνεπὴ καὶ καλὸν ἀναγνώστη. Ἀξίζει ἐντοῦτοις νὰ σημειωθῇ ὅτι σὲ τούτη τὴν πρώτη ὁμάδα τῶν βιβλίων του, ἀνήκει καὶ τὸ ἀντίτυπο τοῦ «Ἐρωτόκριτου», πρώτη ἔκδοση Βενετίας τοῦ 1713, μοναδικὸ ἀντίτυπο σὲ ὅλο τὸν κόσμο.

……….Ὅταν ἦταν μόλις 15 ἐτῶν, ἔδειξε τὴν ἀγάπη του γιὰ τὸ βιβλίο, συντάσσοντας τὸν Κατάλογο τῆς Βιβλιοθήκης τοῦ πατέρα του. Στὴν πραγματικότητα συνέταξε τρεῖς καταλόγους διαφορετικούς, πρᾶγμα ποὺ δείχνει τὴν εὐαισθησία του στὰ θέματα σχετικὰ μὲ τὴν ταξινόμηση τοῦ βιβλίου. Ἐξ ἄλλου οἱ μεγάλοι, ὀγκῶδεις τόμοι – κατάλογοι τῆς Βιβλιοθήκης του, ταξινομημένοι ὅλοι ἀπὸ τὸν ἴδιο, δεμένοι μὲ χονδρὸ γαλάζιο χαρτόνι, τὰ Μπλού Μπούκς, περικλείνουν τὴν γνώση, τὴν ἐνημέρωση, τὴν σοφία του, ἰδιότητες τὶς ὁποῖες ὁ Ἰωάννης Γεννάδιος ἐπιστράτευσε στὴν διαρκῆ ἐνασχόλησή του μὲ τὸν κόσμο τοῦ βιβλίου.

……….Ἔπειτα ἀπὸ τὰ χρόνια σπουδῶν, ὁ νεαρὸς Ἰωάννης ἔφυγε γιὰ τὸ Λονδῖνο, ὅπου ἄρχισε τὴν ἐπαγγελματικὴ του σταδιοδρομία ὡς ὑπάλληλος στὸν ἐμπορικὸ οἶκο τῶν Ἀδελφῶν Ῥάλλη. Σύντομα ἐν τοῦτοις ὑποχρεώθηκε νὰ τὴν διακόψῃ, γιὰ νὰ ἐνταχθῇ ἐντέλει στὴν ἑλληνικὴ διπλωματικὴ ὑπηρεσία. Σ’ αὐτὴν τελείωσε τὴν σταδιοδρομία του μὲ τὸν ἀνώτατο βαθμὸ τοῦ πληρεξουσίου ὑπουργοῦ, πρέσβης γιὰ πολλὰ χρόνια στὴν βρετανικὴ πρωτεύουσα, ὅπου πέρασε τὸ μεγαλύτερο μέρος τῆς ζωῆς του καὶ ὅπου ἀπεβίωσε στὴν κατοικία του, τὸ Γουάιτ Γκέιτς στὸ Σάρεϋ, στις 7 Σεπτεμβρίου 1932, σὲ ἡλικία 88 ἐτῶν.

Ἡ συλλογή.

……….Μία συγκυρία ποὺ σχετίζεται ἄμεσα μὲ τὴν πατριωτικὴ του εὐαισθησία, ἄλλαξε ῥιζικὰ τὴν ζωὴ καὶ τὶς ἐπαγγελματικὲς του ἀσχολίες. Ὑπερασπιζόμενος τὰ δίκαια τῆς Ἑλλάδος στὴν πολὺ δυσάρεστη γιὰ τὴν πατρίδα του ἐξέλιξη ποὺ εἶχε ἡ γνωστὴ ὑπόθεση τῆς ληστείας τοῦ Δήλεσι, ὁ Ἰωάννης Γεννάδιος ὑποχρεώθηκε νὰ ἐγκαταλείψῃ τὴν ἐργασία του στοὺς Ἀδελφοὺς Ῥάλλη. Ἀκριβῶς σ’ αὐτὰ τὰ χρόνια, ἀνάμεσα στὰ 1872-1892, ἐργαζόμενος στὴν ἑλληνικὴ διπλωματικὴ ὑπηρεσία στὸ Λονδῖνο, στὴν Κωνσταντινούπολη, στὴν Βιέννη, εἶχε τὴν δυνατότητα νὰ ἐπιδοθῇ μὲ μεγαλύτερη ἄνεση στὸ μεγάλο του πάθος. Ὁ ἴδιος ὁμιλεῖ γιὰ τὴν περίοδο αὐτὴ τῆς ζωῆς του ὡς ἐποχὴ πολλῶν καὶ σημαντικῶν προσκτήσεων, ἀφοῦ καὶ οἱ οἰκονομικὲς δυνατότητές του, τὸ ἐπέτρεπαν, ἀλλὰ καὶ οἱ γνῶσεις του γύρω ἀπὸ τὰ πράγματα τοῦ βιβλίου εἶχαν ἑδραιωθεῖ.

……….Ὅπως ἐντοῦτοις, ὁ ἴδιος σημειώνει, ἡ ἐπίμονη ἀναζήτηση καὶ ἀγορὰ σπανίων ἀντιτύπων, τὸν εἶχε ἀποστερήσει ἀπὸ πολλὲς ἄλλες εὐχαριστήσεις τῆς ζωῆς, κάποτε καὶ ἀπὸ τὶς πλέον ἀναγκαῖες. Εἶναι γεγονὸς ὅτι ἔως τὰ τέλη τοῦ βίου του, ἀγόραζε πάνω ἀπὸ τὶς δυνάμεις του, προκειμένου ν’ ἀποκτήσῃ τὰ ἀντικείμενα τοῦ συλλεκτικοῦ του πάθους.

……….Τὸ 1892, ὁ Ἰωάννης Γεννάδιος ἀνακλήθηκε ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ κυβέρνηση γιὰ λόγους οἰκονομίας, ὅπως τότε ἐδηλώθη. Ἡ ἀπόλυσή του στάθηκε ἰσχυρὸ πλῆγμα γιὰ ἕναν ἄνθρωπο χωρὶς περιουσιακὰ στοιχεῖα ἄλλα, ἀπὸ τὸν πλοῦτο τῆς συλλογῆς του, τὴν ὁποία ὑποχρεώθηκε τότε νὰ ἐκποιήσῃ. Ὠστόσο ὁ ζῆλος του δὲν ἀναχαιτίσθηκε παρὰ προσωρινά. Λίγα χρόνια ἀργότερα, χάρις σὲ καλύτερες συνθῆκες ζωῆς καὶ προσωπικῆς (ὕστερα ἀπὸ τὸν γάμο του μὲ τὴν Ἀγγλίδα Φλωρὰνς Λέιγκ, παντρεύτηκε τὴν Ἀνθῆ Γενναδίου, ἡ ὁποία εἶχε κι αὐτὴ τὸ πάθος τοῦ βιβλίου), ὁ Γεννάδιος μπόρεσε νὰ συνεχίσῃ τὶς βιβλιοφιλικὲς του ἐπιδόσεις καὶ νὰ ἐπανακτήσῃ σὲ μεγάλο ποσοστό τὰ βιβλία του ποὺ εἶχε ὑποχρεωθεῖ νὰ ἐκποιήσῃ.

……….Τὸ βιβλίο ὅμως δὲν ἀποτέλεσε γιὰ τὸν Ἰωάννη Γεννάδιο μόνον ἀντικείμενο συλλεκτικοῦ πάθους. Στάθηκε συνάμα ἐργαλεῖο ἔρευνας καὶ μελέτης γιὰ τὶς προσωπικὲς του, ἱστορικοῦ ὡς ἐπὶ τῷ πλεῖστον περιεχομένου, ἐργασίες. Ἡ συγκρότηση τῆς Βιβλιοθήκης του, φανερώνει τὴν ἐνσυνείδητη προσπάθειά του στὴν συγκέντρωση ἐντύπων  ὑπηρετούντων τὴν δικὴ του «Μεγάλη Ἰδέα», στὴν προώθηση μελετῶν σχετικῶς μὲ  τὴν ἑλληνικὴ ἱστορία καὶ τὸν ἑλληνικὸ πολιτισμὸ στὴν παγκοσμιότητά του. Ὁ Ἰωάννης Γεννάδιος ἐργάσθηκε πράγματι, ὅπως τὸ φανερώνει ἡ συγκρότηση τῶν συλλογῶν του, μὲ ἐπιμονὴ καὶ συνέπεια γιὰ τὴν διάσωση τῆς ἑλληνικῆς πολιτισμικῆς κληρονομιᾶς μέσα ἀπὸ τὸν πλοῦτο μιᾶς γραμματείας ποὺ δὲν θεωρήθηκε πάντοτε, ἰδίως ὅσον ἀφορᾶ τὶς νεώτερες περιόδους της, ἄξια προσοχῆς.

Ὅμηρος, Ἰλιᾶς, Φλωρεντία, Δημήτριος ὁ Κρῆς, 1488. Ἀντίτυπο μὲ θαυμάσια χειρόγραφη διακόσμηση, Ἀθήνα, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.

……….Ἔτσι στὸ Τμῆμα τῆς Νέας Ἑλληνικῆς Λογοτεχνίας, κανένα ἔντυπο δεῖγμα τοῦ ἑλληνικοῦ λόγου, ἰδιαιτέρως τῶν χρόνων τῆς ὀθωμανικῆς κατοχῆς, δὲν κρίθηκε ἀνάξιο περισυλλογῆς καὶ διασώσεως. Ὅλα τὰ τεκμήρια τῆς πνευματικῆς-πολιτισμικῆς πορείας τοῦ ἑλληνισμοῦ, ἔχουν πάρει τὴν θέση τους στὴν συλλογὴ του. Ἡ περισυλλογὴ ἐξ ἄλλου – καὶ χρησιμοποιῶ κυριολεκτώντας τὴν λέξη – ἑνὸς ἀσυγκρίτως μεγάλου ἀριθμοῦ φυλλαδίων, τὴν ὁποία εἶχε ἀρχίσει ἀπὸ τὰ νεανικὰ του χρόνια, προσδιορίζει τὴν γραμμὴ ποὺ ἀκολούθησε ἀνέκαθεν καὶ τὶς προτεραιότητες οἱ ὁποῖες καθόριζαν τὴν συγκρότηση μιᾶς βιβλιοθήκης-ἐργαλείου ἱστορικῆς ἔρευνας καὶ μελέτης.

Ἡ Βιβλιοθήκη

……….Ἀπὸ τὰ πλέον σημαντικὰ τμήματα τῆς Βιβλιοθήκης, τὸ τμῆμα Κλασσικῶν Γραμμάτων, περιλαμβάνει μερικὰ ἀπὸ τὰ πλέον πολύτιμα δείγματα τῆς συλλογῆς, ἀπαρτιζόμενο ἀπὸ 7.000 περίπου τόμους, στὴν ἀρχικὴ του μορφή. Ἰκανοποιητικά, ἀλλὰ χωρὶς ἰδιαίτερη ἔμφαση, ἀντιπροσωπεύεται ἐπίσης ὁ τομέας τῆς Βυζαντινῆς Φιλολογίας καὶ τῆς ἐπιστήμης τῆς Θεολογίας. Ὄσο γιὰ τὴν Ἱστορία, μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἀντιπροσωπεύει, στὶς διάφορες ἐκφράσεις της, τὸν βασικὸ κορμὸ τῆς συλλογῆς Ἰωάννη Γενναδίου. Μαζὶ μὲ τὸ τμῆμα «Γεωγραφικά-Ταξίδια», κείμενα ποὺ φωτίζουν πολλὲς ἀθέατες πλευρὲς τῆς ἑλληνικῆς ζωῆς σὲ μία ἰδιαιτέρως κρίσιμη περίοδο τῆς ἱστορίας της (16ος – 19ος αἰ.), ἐπιβεβαιώνουν τὴν βαθιὰ προσήλωση τοῦ συλλέκτη στὰ οἰκεῖα θέματα.

……….Παράλειψη θὰ ἦταν ἡ μὴ ἀναφορὰ στὸ τμῆμα τῆς συλλογῆς τὸ ὁποῖο ἀφορὰ τὶς κοραϊκὲς σπουδές. Μελετητὴς τοῦ κοραϊκοῦ ἔργου ὁ Ἰωάννης Γεννάδιος, εἶχε συντάξει κατάλογο τῶν κοραϊκῶν ἐκδόσεων, εἶχε περισυλλέξει καὶ διασώσει ἀνέκδοτο ὑλικό, ἰδίως ἐπιστολὲς ποὺ χρησίμευσαν μεταγενεστέρως στὶς ἐργασίες νεωτέρων μελετητῶν. Μὲ τὸ μελέτημά του ἐξ ἄλλου, «Κρίσεις καὶ σκέψεις περὶ τῶν ἐπιστολῶν τοῦ Ἀδαμαντίου Κοραῆ», ἔχει καταλάβει τὴν ἀρμόζουσα θέση στὶς σχετικὲς μελέτες. Ἐκφραστὴς τοῦ κοραϊκοῦ φιλελευθέρου φρονήματος σὲ μίαν ἐποχή, ἡ ὁποία φάνηκε νὰ ἀγνοῇ τὴν πνευματικὴ προσφορά, τὴν ἰδεολογικὴ γραμμὴ τοῦ Χιώτη λογίου, παρατηρεῖ: «Ἡμεῖς ὅμως τῶν γνησίων Ἑλλήνων οἱ μὴ ἀποταξάμενοι τὴν σπουδὴ τῆς πατρίου ἱστορίας, γνωρίζομεν ὅτι τοῦ Κοραῆ τὰ Προλεγόμενα, ἐχρησίμευσαν ὡς εἷς τῶν ἰσχυρωτάτων μοχλῶν τῆς εἰς πνευματικὴν ζωὴν ἀνεγέρσεως τοῦ ἡμετέρου γένους· ὅτι οἱ πολιτικοὶ του Διάλογοι, σπουδαίως συνέτειναν εἰς διαμόρφωσιν ἐλευθέρου πολιτεύματος…».

……….Ἀλλὰ καὶ τὸ γνωστὸ μελέτημά του, τὸ ἀναφερόμενο στὴν τύχη τῶν γλυπτῶν τῆς Ἀκροπόλεως καὶ τῶν ἑλληνικῶν ἀρχαιοτήτων γενικότερα, τὸ τιτλοφορημένο, «ὁ Λόρδος Ἔλγιν καὶ οἱ πρὸ αὐτοῦ ἀνὰ τὴν Ἑλλάδα καὶ τὰς Ἀθήνας ἰδίως ἀρχαιολογήσαντες ἐπιδρομεῖς, 1440-1837», συνιστᾶ πλήρη ἱστορικὴ καὶ ἀρχαιολογικὴ πραγματεία γι’ αὐτὸ τὸ δυστυχῶς πάντα ἐπίκαιρο καὶ δισεπίλυτο θέμα. Ὁ Γεννάδιος, σύμφωνα μὲ τὶς προσωπικὲς του μαρτυρίες, εἶχε ἀναλάβει τὴν ἐποχὴ ὅπου ὁ Νικόλαος Μπαλᾶνος πραγματοποιοῦσε τὶς ἀναστηλώσεις στὸν Παρθενῶνα, νὰ μεσολαβήσῃ στὶς ἀρμόδιες ἀρχὲς τοῦ Βρετανικοῦ Μουσείου γιὰ τὴν ἐπιστροφὴ κάποιων «ἀρχιτεκτονικῶν τμημάτων», ἀναγκαίων γιὰ τὴν συμπλήρωση τοῦ ναοῦ. Οἱ προσπάθειές του ἀπέτυχαν. Ἐντούτοις ἀσχέτως ἀπὸ τὸ διαδικαστικὸ μέρος, ἡ στάση καὶ οἱ θέσεις του στὸ μεῖζον αὐτὸ θέμα, ὅπως ἔχουν διατυπωθεῖ σὲ τοῦτο τὸ μελέτημα, προκαλοῦν τὴν ἐκτίμηση καὶ τὸν σεβασμό. Διότι τὸ τοποθετεῖ στὸ πλαίσιο μιᾶς γενικότερης πολιτικῆς ἀπέναντι στὶς ἀρχαιότητες – καὶ ὄχι μόνο σ’ αὐτές – μιᾶς πολιτικῆς ἀνεξάρτητης, ἀπαλλαγμένης ἀπὸ σύνδρομα κατωτερότητας καὶ ὑποχωρήσεων σὲ ἐξωτερικὲς πιέσεις.

Τὰ ἐγκαίνια τῆς Γενναδείου Βιβλιοθήκης τὸν Άπρίλιο τοῦ 1926

……….Ἡ ἀρχικὴ συλλογὴ τοῦ Ἰωάννη Γενναδίου, ἀποτελούμενη ἀπὸ 24.000 περίπου τόμους, ἡ ὁποία ἔχει αὐξηθεῖ ὅλα αὐτὰ τὰ χρόνια, ἐγκαταστάθηκε ἐντέλει στὴν Ἀθήνα, σύμφωνα μὲ τὴν ἐπιθυμία καὶ τὴν θέληση τοῦ δωρητή, χάρις στὴν χορηγία ἀμερικανικῶν ἱδρυμάτων (Κάρνεγκι Κορπορέσιον), τὰ ὁποῖα ἀνέλαβαν τὰ ἔξοδα γιὰ τὴν ἀνέγερση τοῦ κτηρίου καὶ χάρις στὴν συμμετοχὴ τῆς ἑλληνικῆς κυβερνήσεως ποὺ παραχώρησε τὴν γῆ γιὰ τὴν οἰκοδόμησή του καὶ στὴν συμπαράσταση τῆς Ἀμερικανικῆς Σχολῆς Κλασσικῶν Σπουδῶν, ποὺ ἀναδέχθηκε τὴν εὐθύνη τῆς λειτουργίας της. Μὲ τὴν πάροδο τοῦ καιροῦ μετὰ τὰ ἐγκαίνια τοῦ Ἀπριλίου τοῦ 1926, ἡ Βιβλιοθήκη ἐμπλουτίσθηκε καὶ μὲ τὴν μέριμνα τοῦ δωρητοῦ ἔως τὸν θάνατό του, τὸ 1932, ἀλλὰ καὶ μὲ δωρεές, ὅπως τῆς Ἑλένης Σταθάτου, τοῦ Δαμιανοῦ Κυριαζῆ, τοῦ Α. Χατζηαργύρη, τοῦ Ἀνδρέα Στράτου καὶ ἄλλων. Προσφορὲς ἐπίσης ἰδιωτικῶν ἀρχείων τοῦ Γεωργίου Σεφέρη, τοῦ Ὀδυσσέα Ἑλύτη, παλαιότερα τοῦ Νικολάου Δραγούμη, τοῦ Φιλίππου Δραγούμη, τοῦ Ἑρρίκου Σλῆμαν, συλλογῶν ὅπως τοῦ Ν. Χατζηκυριάκου – Γκίκα, ἔχουν καταστήσει τὴν Γεννάδειο Βιβλιοθήκη «ταμεῖο ἐλληνικῶν πνευματικῶν καὶ καλλιτεχνικῶν θησαυρῶν στὴν διάθεση τῶν μελετητῶν.


  • Πηγή: Τὸ ἔνθετο, «Ἑπτὰ Ἡμέρες» τῆς Καθημερινῆς 3/4/1994. Ἀφιέρωμα-Ἰωάννης Γεννάδιος, ὁ ἄνθρωπος, ἡ συλλογή, γιὰ τὰ 150 χρόνια ἀπὸ τὴν γέννηση τοῦ δημιουργοῦ τῆς Γενναδείου Βιβλιοθήκης.
  • Ἐπιμέλεια κειμένου καὶ εἰκόνων: Ἑλληνικὸ Ἡμερολόγιο

Αφήστε μια απάντηση