ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΟΙ ΣΥΝΟΙΚΙΣΜΟΙ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΕΙΡΑΙΑ

Εσωτερικό προσφυγικής παράγκας.

,

  1. Η Αθήνα και ο Πειραιάς υποδέχονται τους πρόσφυγες

……….Η έξοδος των ελληνορθόδοξων τής Μικράς Ασίας που άρχισε κάτω από τραγικές συνθήκες τον Σεπτέμβριο τού 1922, ολοκληρώθηκε το 1924/1925 υπό την εποπτεία τής Κοινωνίας των Εθνών (ΚΤΕ). Το γεγονός ουσιαστικά αποτέλεσε την κορύφωση στην εισροή Ελλήνων προσφύγων διαφορετικών προελεύσεων στην χώρα, που είχε αρχίσει ήδη από το 1910, γιά να επιταχυνθεί αμέσως μετά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Η ρωσική επανάσταση τού 1917, είχε ως αποτέλεσμα την άφιξη μεγάλου αριθμού Ελλήνων από την νότια Ρωσία κατά το 1917/1918, ενώ ακολούθησε η ανταλλαγή των πληθυσμών με την Βουλγαρία, ως αποτέλεσμα τής Συνθήκης τού Νεϊγύ (Neuilly) το 1919. H «σύμβασις περί ανταλλαγής ελληνικών και τουρκικών πληθυσμών» (με εξαίρεση τους μουσουλμάνους τής Δυτικής Θράκης και τους εγκατεστημένους ως το 1918 ελληνορθόδοξους τής Kωνσταντινούπολης) υπογράφεται στην Λωζάννη το 1923.

………Η είσοδος των Μικρασιατών προσφύγων είναι τέτοιας κλίμακας που ανατρέπει κάθε πληθυσμιακή ισορροπία στην χώρα. Ένα κράτος 5 εκατ. κατοίκων με περιορισμένους φυσικούς πόρους, διχασμένο πολιτικά, και οικονομικά κατεστραμμένο, δέχεται ένα κύμα προσφύγων που ο αριθμός τους αγγίζει το 1,5 εκατομμύριο. Ανάμεσά τους υπερτερούν οι γυναίκες και τα παιδιά κάτω των 10 ετών. Από αυτούς, οι μισοί περίπου (47%) εγκαθίστανται σε αγροτικές περιοχές και οι υπόλοιποι (53%) σε αστικές.

……….Τρομακτική είναι η άνοδος τού πληθυσμού, ιδιαίτερα σε Αθήνα και Πειραιά, όπου εγκαθίσταται περίπου το μισό (48%) τού αστικού προσφυγικού πληθυσμού. Το πρόβλημα τής στέγασης των προσφύγων είναι τόσο επιτακτικό, που δεν απομένει καθόλου ελεύθερος χώρος στην πόλη: σχολεία, εκκλησίες, αποθήκες, θέατρα κατακλύζονται από κόσμο ο οποίος σε δεύτερη φάση σε μεγάλο βαθμό θα αυτοστεγαστεί με κάθε μέσο στις παρυφές τής πόλης.

……….Αμέσως κινητοποιούνται δημόσιοι φορείς και οργανισμοί όπως το υπουργείο Υγιεινής, Προνοίας και Αντιλήψεως, το υπουργείο Γεωργίας, το Ταμείο Περιθάλψεως Προσφύγων (ΤΠΠ), η Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων (ΕΑΠ) και η Εθνική Τράπεζα Ελλάδος (ΕΤΕ). Σημαντικό ρόλο στην αποκατάσταση των προσφύγων παίζουν επίσης η ιδιωτική πρωτοβουλία καθώς και ξένες φιλανθρωπικές οργανώσεις, όπως οι αμερικανικός και σουηδικός «Ερυθρός Σταυρός», η “American Near East Relief” κ.ά.

……….Η εγκατάσταση στην περιοχή τής πρωτεύουσας και τού Πειραιά γίνεται σε 12 κύριους και 34 μικρότερους αστικούς οικισμούς στην περίμετρο τής πόλης, 1-4 χλμ. πέρα από τα όρια τής χτισμένης περιοχής. Οι σημαντικότεροι στο διάστημα 1925¬1930, είναι εκείνοι τού Βύρωνα, τής Καισαριανής, τής Νέας Ιωνίας, τής Κοκκινιάς, τού Υμηττού, και τού Ταύρου. Ως το 1936, δημιουργούνται οι οικισμοί των λεωφ. Αλεξάνδρας και Συγγρού, Νίκαιας, Δραπετσώνας, Ελληνικού, Ερυθρού Σταυρού, Στέγης Πατρίδος και με αυτοστέγαση, οι οικισμοί τής Νέας Φιλαδέλφειας, Νέας Σμύρνης, Νέας Καλλικράτειας, Νέας Ερυθραίας. Ως το 1940, ολοκληρώνονται οι οικισμοί Δουργουτίου, Αγίου Ιωάννη Ρέντη, Αγίων Αναργύρων Πειραιά.

Το Δουργούτι το 1955. Φωτογραφία τού Ελβετού Χανς Γκέμπερ Hans Gerber από το αρχείο τού EPH BIBLIOTHEK ZURICH
Το Δουργούτι το 1955. Φωτογραφία τού Ελβετού Χανς Γκέμπερ Hans Gerber από το αρχείο τού EPH BIBLIOTHEK ZURICH

……….Η Αθήνα τού 1922 μόλις που ξεπερνά τις 200.000 κατοίκους και παρουσιάζει ήδη έλλειμμα σε κατοικίες: αντιστοιχεί ένα σπίτι σε 10 κατοίκους. Το οικοδομικό της αποθεματικό περιλαμβάνει φροντισμένα μικροαστικά διώροφα και τριώροφα με κήπους και υπόγειο, αρκετά -συχνά επώνυμα- εκλεκτικιστικά κτήρια με μπαρόκ λεπτομέρειες, αλλά και ένα μεγάλο ποσοστό εξαθλιωμένων σπιτιών που χρονολογούνται από την εποχή τής οθωμανικής κυριαρχίας και στεγάζουν τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα.

……….Μία έκθεση τού υπουργείου Εθνικής Οικονομίας γιά την κατάσταση των εργατικών στρωμάτων στην Αθήνα το 1920, που αναφέρεται σε περίπου 2.000 οικογένειες, φωτογραφίζει το πρόβλημα τής εργατικής στέγης και την χαρακτηρίζει ως: «θλιβερή, […] άθλια, […] μόνιμη πηγή λαϊκής δυστυχίας». Οι κατοικίες περιγράφονται ως «υπόγειες τρώγλες, […] υγρές, […] που αποπνέουν φοβερές οσμές». Τυπικά η κατοικία-δωμάτιο δεν ξεπερνά τα 13 τ.μ. στα οποία περιλαμβάνεται και χώρος κουζίνας, ενώ 31 στις 1.000 κατοικίες δεν έχουν κανένα άνοιγμα φωτισμού ή αερισμού και πέντε ως δέκα οικογένειες χρησιμοποιούν τον ίδιο χώρο υγιεινής.

……….Αν και το κέντρο τής πόλης ηλεκτροφωτίζεται, οι εργατικές συνοικίες φωτίζονται ακόμη με πετρέλαιο, ούτε καν με φωταέριο, ενώ η υδροδότηση είναι γενικά προβληματική. Η μεγάλη πλειονότητα συνωστίζεται στις δημοτικές κρήνες κι όταν το νερό κόβεται ακόμη και εκεί, αναγκάζεται να το αγοράζει. Κάτω από τέτοιες συνθήκες είναι αναμενόμενο πως οι εργατικές γειτονιές, το Μοσχάτο, ο Ρέντης αλλά και ο Ψυρρής και το Γκάζι, «θύλακες εργατικής φτώχειας και περιθωριοποίησης», πλήττονται συχνά από πλημμύρες και επιδημίες, ενώ τη θνησιμότητα των εργατικών στρωμάτων αυξάνει η φυματίωση.

……….Λίγο καλύτερες είναι οι συνθήκες όσον αφορά τουλάχιστον τον αερισμό και τον ηλιασμό, χάρη στο στοιχείο τής αυλής στις καινούργιες -αν και πρόχειρα κατασκευασμένες- κατοικίες στην περιφέρεια τής πόλης, τις οποίες έχτισαν εσωτερικοί μετανάστες που συνέρρεαν στην Αθήνα μετά τους Βαλκανικούς πολέμους (1912-1913).

1912. Στρατιώτες και πολίτες περιμένουν τον ηλεκτρικό στο Μοναστηράκι.
1912. Στρατιώτες και πολίτες περιμένουν τον ηλεκτρικό στο Μοναστηράκι.

……….Όσον αφορά τις συγκοινωνίες και τις επικοινωνίες, ήδη κατά την «μεταρρυθμιστική» δεκαετία 1900-1910, έχει ηλεκτροκινηθεί ο σιδηρόδρομος Αθήνας-Πειραιά, έχει διανοιχτεί η λεωφ. Συγγρού και έχει αρχίσει η ασφαλτόστρωση των δρόμων, ενώ εμφανίζονται τα πρώτα τηλέφωνα και αυτοκίνητα. Η ανάπτυξη τού σιδηροδρόμου ουσιαστικά επιβάλλει και την εξάπλωση τής πόλης σύμφωνα με τις βέλτιστες χωρικές αστικές επιλογές: ΒΑ ως την Κηφισιά και νότια ως το Φάληρο.

……….Στον Πειραιά βιομηχανικές μονάδες έχουν αναπτυχθεί στα ΒΔ τού λιμανιού και κατά μήκος τής σιδηροδρομικής γραμμής. Μετά την έλευση των προσφύγων θα φτάσουν ως τη Νέα Ιωνία. Στην Δραπετσώνα, στην δυτική άκρη τού λιμανιού, είχαν εγκατασταθεί από τις αρχές τού αιώνα, όταν ακόμη η περιοχή ήταν ακατοίκητη, τρεις μεγάλες επιχειρήσεις: το Ναυπηγείο Βασιλειάδη αρχικά, το 1907 η τσιμεντοβιομηχανία Ζαβογιάννη-Ζαμάνου (η μετέπειτα ΑΓΕΤ τού Α. Χατζηκυριάκου) και το 1909 η Ανώνυμη Εταιρεία Χημικών και Λιπασμάτων τού Κανελλόπουλου. Το 1913 μάλιστα, η εταιρεία των λιπασμάτων έχτισε εκεί και εργατικές κατοικίες προκειμένου να στεγαστούν οι εργαζόμενοι τής εταιρείας. Η εγκατάσταση των προσφύγων δημιούργησε τις προϋποθέσεις γιά την επέκταση και ανάπτυξη τής βιομηχανικής ζώνης προς τον δυτικό άξονα τής πόλης.

  1. Φορείς, θεσμοί και μέτρα για την αποκατάσταση των προσφύγων

……….Το Ταμείο Περιθάλψεως Προσφύγων (ΤΠΠ) ιδρύεται το Νοέμβριο τού 1922 ως ΝΠΔΔ. Σχεδόν ταυτόχρονα, με τον νόμο «Περί επιτάξεως ακινήτων δι’ εγκατάστασιν προσφύγων», επιτάσσονται αρχικά περίπου 8.000 κενά ακίνητα. Το μέτρο επεκτείνεται σύντομα και σε σχετικά ευρύχωρα ακίνητα όπου κατοικούν μικρές οικογένειες. Οι εφημερίδες κάνουν έκκληση στο αίσθημα αλληλεγγύης των ιδιοκτητών, αλλά οι μικρές αποζημιώσεις, σε συνδυασμό με τις τριβές που δημιουργεί η ούτως ή άλλως προβληματική υποχρεωτική συγκατοίκηση, λειτουργούν ανασταλτικά.

……….Από την αρχή είναι ξεκάθαρο ότι το μέτρο τής επίταξης δεν θα μπορέσει να καλύψει παρά ένα πολύ μικρό μέρος τής ανάγκης γιά στέγαση, γι’ αυτό αποφασίζεται να ανατεθεί η κατασκευή καταλυμάτων στο ΤΠΠ. Το Ταμείο επιχορηγείται από το κράτος υπό μορφή δανείου που θα εξοφλήσει από τα δικά του έσοδα. Το καταστατικό του, προβλέπει την διαχείριση ποσών που προέρχονται κυρίως από εράνους, δωρεές και κληροδοτήματα. Συνολικά το ΤΠΠ αναλαμβάνει το έργο τής αστικής αποκατάστασης, ενώ το υπουργείο Γεωργίας ασχολείται με την αποκατάσταση των αγροτών προσφύγων.

Πρόσφυγες αγρότες, συλλέγουν τα καπνά από τα φυτώρια, γιά να τα μεταφυτεύσουν.
Πρόσφυγες αγρότες, συλλέγουν τα καπνά από τα φυτώρια, γιά να τα μεταφυτεύσουν.

……….Στο Παγκράτι ανεγείρεται ο πρώτος αστικός συνοικισμός στην περιοχή τής πρωτεύουσας, σε μία περιοχή 100 περίπου στρεμμάτων. Το πείραμα κρίνεται επιτυχημένο και η κατασκευή κατοικιών επεκτείνεται και σε άλλες κατάλληλες τοποθεσίες: στους Ποδαράδες (αργότερα Νέα Ιωνία), στην Καισαριανή στην Αθήνα και στην Κοκκινιά στον Πειραιά, με το σκεπτικό ότι δεν ήταν μακριά από τα αντίστοιχα αστικά κέντρα και ότι είχαν νερό. Ωστόσο οι περιοχές αυτές βρίσκονται στις άκρες τής πολεοδομημένης πόλης και κατά συνέπεια είναι αποκομμένες από τα περιορισμένα αστικά δίκτυα. Το Ταμείο δεν θα ασχοληθεί με έργα υποδομής και ως το τέλος τής δραστηριότητάς του, το 1925, θα παραδώσει 4.000 κτήρια με 9.283 δωμάτια, ενώ η κατασκευή άλλων 2.500 κτηρίων ή 5.990 δωματίων βρίσκεται σε εξέλιξη. Καθώς οι αιτήσεις γιά κατοικία υπερβαίνουν κατά πολύ τις δυνατότητές του, το ΤΠΠ τοποθετεί μία οικογένεια σε κάθε δωμάτιο.

Κτίσιμο προσφυγικού σπιτιού.
Κτίσιμο προσφυγικού σπιτιού.

……….Παράλληλα δραστηριοποιείται έντονα και το υπουργείο Πρόνοιας, το οποίο στο διάστημα 1922-1924 κατασκευάζει 18.337 οικήματα, ενώ ήδη από το 1923 στελεχώνεται η Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων (ΕΑΠ) που θα επιτελέσει και το συνολικό έργο, τόσο τής αστικής, όσο και τής αγροτικής προσφυγικής αποκατάστασης. Η ίδρυση τής ΕΑΠ αποτελεί ουσιαστικά την εγγύηση που απαιτεί η Κοινωνία των Εθνών (ΚΤΕ) γιά να χορηγήσει στην ελληνική κυβέρνηση δάνειο γιά την αποκατάσταση των προσφύγων. Σε αντίθεση με το Ταμείο, η διοίκηση τής ΕΑΠ υπάγεται κατά το ήμισυ στην δικαιοδοσία τής ΚΤΕ και κατά το άλλο ήμισυ στο ελληνικό κράτος.

……….Η ΕΑΠ επιδιώκει αρχικά να ασχοληθεί πρωτίστως με την αγροτική αποκατάσταση, τουλάχιστον ως το 1927, ωστόσο στην συνέχεια, αναδεικνύεται κύριος ρυθμιστής τής αστικής εγκατάστασης. Πάντως οι αριθμοί αποδεικνύουν την προτεραιότητα τής αγροτικής εγκατάστασης: ως το 1930, σε σύνολο 27.456 κατοικιών σε 125 αστικούς συνοικισμούς αντιπαρατίθενται 129.934 κατοικίες σε 2.089 αγροτικούς συνοικισμούς. Από τις τελευταίες, η ΕΑΠ μόνη της έχει κατασκευάσει τις 52.561.

……….Με προτεραιότητα την στέγαση όσο το δυνατόν μεγαλύτερου αριθμού προσφύγων, η ΕΑΠ φτάνει να τοποθετεί ως και 12 οικογένειες ανά όροφο, κάτι που δεν θα την οδηγήσει πάντως σε πολυώροφες λύσεις. Βασικά κινείται στον άξονα χωροθέτησης οικισμών τού ΤΠΠ, χωρίς το καθεστώς ιδιοκτησίας, άρα και η τιμή γης και στέγης, να φαίνεται να παίζουν καθοριστικό ρόλο στις επιλογές της. Ο Βασιλείου δίνει τα παρακάτω μεγέθη σχετικά με την κατασκευαστική δραστηριότητα τής ΕΑΠ στην περίοδο 1924-1930: στον Πειραιά χτίστηκαν 5.584 κατοικίες, ενώ στην Αθήνα, σε σύνολο 8.026 κατοικιών, 1.764 χτίστηκαν στον Βύρωνα, 1.998 στην Καισαριανή, 3.864 στη Νέα Ιωνία και 400 στον Υμηττό.

……….Στο μεταξύ συνεχίζοντας την παράδοση που είχε εισαγάγει το ΤΠΠ, η ΕΑΠ από το 1924 ξεκινά ένα σύστημα εκμίσθωσης των κατοικιών, το οποίο ένα χρόνο αργότερα θα επεκταθεί και σε πωλήσεις. Η προώθηση των αποζημιώσεων με την μεσολάβηση τής Εθνικής Τράπεζας Ελλάδος (ΕΤΕ), έστω και με ατελή και αποσπασματικό τρόπο, ανακουφίζει τους πρόσφυγες. Η ΕΑΠ επίσης που προβληματίζεται καθώς οι πρόσφυγες αντιδρούν με το να μην πληρώνουν το ενοίκιο ή τις μηνιαίες δόσεις των κατοικιών τους, και με τις κατοικίες της να μένουν απούλητες ή να καταλαμβάνονται, θεωρεί πως το μεγαλύτερο μέρος των αποζημιώσεων θα χρησιμοποιηθεί γιά την εξόφληση των κατοικιών, κάτι που ωστόσο δε συμβαίνει πάντα. Η υπογραφή τής Σύμβασης τής Άγκυρας από τον Βενιζέλο το 1930, που εγκαινιάζει την φιλία και την ουδετερότητα μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, σηματοδοτεί επίσημα την αποποίηση των εγκαταλελειμμένων περιουσιών των προσφύγων χάριν τής ελληνοτουρκικής προσέγγισης. Ωστόσο, παρά τις ρυθμίσεις -ή και συχνά εξαιτίας τους, λόγω τής γραφειοκρατίας-, η οικονομική σχέση που έχει αναπτυχθεί ανάμεσα στον οργανισμό και τους πρόσφυγες θα εξελιχθεί σε μείζον πρόβλημα ανάμεσα στους πρόσφυγες και το κράτος, το οποίο παραμένει ακόμη και σήμερα.

……….Από την απογραφή που διενεργεί το τμήμα αστικής αποκατάστασης τής ΕΑΠ το πρώτο εξάμηνο τού 1927, προκύπτει πως οι περίπου μισοί αστοί πρόσφυγες (περίπου 75.000 οικογένειες) είναι συγκεντρωμένοι στην πρωτεύουσα· από αυτούς το 37% (περίπου 28.000 οικογένειες) αυτοστεγάζεται, ενώ από τους υπόλοιπους, περίπου το 33% στεγάζεται σε κατοικίες που χτίστηκαν από το Ταμείο, την ΕΑΠ και το υπουργείο Πρόνοιας, ενώ ένα σεβαστό 27% (20.000 οικογένειες) στεγάζεται σε οικισμούς που έκτισαν οι πρόσφυγες μόνοι τους, δηλ. στις παραγκουπόλεις. Ωστόσο μόλις το 3% των προσφύγων διαμένει ακόμη σε προσωρινό κατάλυμα (επιταγμένες κατοικίες, σκηνές, δημόσια κτήρια, αποθήκες κτλ.), γεγονός που καταδεικνύει την υψηλή προσαρμοστικότητα τού προσφυγικού πληθυσμού.

……….Ως το 1930, η ΕΑΠ έχει ανεγείρει πάνω από 10.000 κατοικίες στην ευρύτερη περιοχή τής πρωτεύουσας, δαπανώντας μόλις το 20% των διαθέσιμων πόρων, ωστόσο με την διάλυσή της, θεωρείται ότι λείπουν ακόμη περίπου 30.000 γιά να ολοκληρωθεί το πρόγραμμα τής αστικής αποκατάστασης.

……….Στο μεταξύ η είσοδος των προσφύγων επιταχύνει τις διαδικασίες διατύπωσης πολεοδομικής νομοθεσίας η οποία κατά βάση υφίσταται μόλις από το 1914. Ήδη το 1917 ο υπουργός Συγκοινωνίας Α. Παπαναστασίου, μετά την αντίδραση που ακολούθησε την ανέγερση τής επταώροφης -με μπετόν αρμέ- οικοδομής Γιάνναρη, στην συμβολή Όθωνος και Φιλελλήνων, είχε προκαλέσει την ψήφιση τού νόμου 858, που ρύθμιζε τα οικοδομικά ύψη. Το πρώτο διάταγμα «Περί υψών», εκδόθηκε δύο χρόνια αργότερα και όριζε ως επιτρεπόμενο ύψος τα 12/10 τού πλάτους τής οδού και μέγιστο τα 22 μ. Τον Αύγουστο τού 1922, άλλο διάταγμα όριζε ως ελάχιστο επιτρεπόμενο ύψος ορόφων στο κέντρο τής πόλης τα 3 μ. και μέγιστο ύψος γιά την οικοδομή τα 22 μ.

……….Η περίοδος 1922-1930 είναι εξαιρετικά γόνιμη από πλευράς νομοσχεδίων. Το νομοθετικό διάταγμα 12.5.1923 «Περί ανεγέρσεως ευθηνών κατοικιών», οι οποίες προορίζονται γιά τους ανάπηρους πολέμου, τους υπαλλήλους, τους συνταξιούχους, τους εργάτες, τους πρόσφυγες και «τας απορωτέρας ιδίως κοινωνικάς τάξεις», αν και σημαντικό ως πρώτη προσπάθεια που απευθύνεται όχι μόνο στους πρόσφυγες αλλά και στα γηγενή κατώτερα κοινωνικά στρώματα, χρειάστηκε στην συνέχεια λεπτομερέστερη διατύπωση. Στις 17.7.1923 δημοσιεύεται το θεμελιώδες νομοθετικό διάταγμα «Περί σχεδίων πόλεων, κωμών και συνοικισμών τού κράτους και οικοδομής αυτών» που γιά πρώτη φορά αντιμετωπίζει συνολικά την ανάπτυξη τής πόλης. Δυστυχώς με το άρθρο 20 τού νόμου 3714 / 24.12.28 που ισχύει γιά μία τετραετία, γίνεται δυνατή η χορήγηση άδειας «προς ανέγερσιν οικημάτων μονίμων ή προσωρινών δι’ αστικήν εν γένει εγκατάστασιν προσφύγων και άνευ τής τηρήσεως τής νομοθεσίας περί σχεδίου πόλεων». Με το άρθρο 40 τού ΝΔ 17.7 / 16.8 «επιτρέπεται η αναγκαστική απαλλοτρίωση […] με σκοπό […] την ίδρυση πλήρων συνοικισμών, όταν το επιβάλλει ανάγκη (εγκατάσταση προσφύγων ή αστέγων λόγω σεισμού, πλημμύρας ή θεομηνίας, κρίση κατοικίας από οποιοδήποτε λόγο κτλ.)». Το βασιλικό διάταγμα «Περί απαλλοτριώσεως ακινήτων διά την ανέγερσιν ευθηνών οικιών» τής 10.11.1923 και το «Περί συστάσεως συνεταιρισμού δημοσίων υπαλλήλων προς ανέγερσιν ευθηνών οικιών» τής 15.11.1923 εισάγουν τον νέο θεσμό των οικοδομικών συνεταιρισμών αλλά και εγκαινιάζουν την πρακτική ιδιαίτερης μεταχείρισης κοινωνικών ομάδων σε ό,τι αφορά την αστική δόμηση στον ελλαδικό χώρο. Ο Τσαγρής σχολιάζει την κατάσταση που επικρατεί: «Διά την οικοδόμησιν παραχωρείται πάσα Κρατική ευκολία ένεκεν τής επιτακτικής ανάγκης τής στεγάσεως [των προσφύγων]. Τόσον, ώστε πλείστοι γηγενείς, προκειμένου να οικοδομήσουν, κατορθώνουν, νομιμότατα, να προσφυγοποιηθούν, διά να απολαύσουν των ευκολιών τής οικοδομήσεως».

……….Ένα άλλο μέτρο που πιθανότατα ψηφίζεται γιά να διευκολύνει το έργο τής ΕΑΠ, η οποία, όπως ήδη αναφέρθηκε, αντιμετωπίζει προβλήματα με την πώληση των διαμερισμάτων της, είναι το νομοθετικό διάταγμα «Περί τής κατ’ ορόφους ή διαμερίσματα ιδιοκτησίας» τής 19.3.1927, που με τροποποιήσεις θα μετασχηματιστεί στον νόμο 3471 / 4.1.1929 «Περί τής ιδιοκτησίας κατά ορόφους» και θα εισαγάγει το θεσμό τής οριζόντιας ιδιοκτησίας αντί τής ιδιοκτησίας κατά οικόπεδο, ανοίγοντας έτσι το δρόμο στην ανέγερση πολυκατοικιών.

……….Στις 14.7.1927 δημοσιεύεται ο νόμος «Περί συστάσεως οικοδομικών συνεταιρισμών αστών προσφύγων», που μετά από διάφορες προσθήκες θα κυρωθεί ως νόμος 3875/7.1.1929 και θα αποτελέσει την νομοθετική βάση τού ζητήματος. Ως το 1933 συστήνονται περισσότεροι από 320 προσφυγικοί οικοδομικοί συνεταιρισμοί με 10.500 μέλη. Επίσης με τον νόμο 5204/1931 «Περί ιδρύσεως εργατικής εστίας», συστήνεται ως ΝΠΔΔ η «Εργατική Εστία» με σκοπό την ανέγερση κτηρίων γιά την εγκατάσταση των επαγγελματικών οργανώσεων των εργατικών στρωμάτων.

……….Στο μεταξύ η ΕΑΠ από το 1926, επεξεργάζεται δικό της οικοδομικό κανονισμό αναλαμβάνοντας στην πράξη ρόλο «πολεοδόμου». Δημοσιεύεται, τέλος, ο κρατικός Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός (ΓΟΚ) με το νόμο 3741 της 17.9.1929. O κανονισμός ακολουθεί τις κατευθύνσεις που είχε θέσει ο Hebrard ήδη από το 1910 και παίρνει την τελική του μορφή μετά από επεξεργασία από τον Δημητρακόπουλο, ανώτατο υπάλληλο στο υπουργείο Μεταφορών, με το ΝΔ της 3.4.1929. Ωστόσο η εφαρμογή του θα συναντήσει αντιδράσεις.

……….Συμπερασματικά μπορεί κανείς να παρατηρήσει πως κάτω από την πίεση των περιστάσεων μπήκαν τα θεμέλια γιά τους σημαντικότερους πολεοδομικούς νόμους, διαιωνίστηκε ωστόσο μία επικίνδυνη τακτική: με το πρόσχημα τής ιδιαιτερότητας τής κοινωνικής ομάδας των προσφύγων, νομιμοποιήθηκε η καταστρατήγηση των νομοθεσιών από το ίδιο το κράτος-νομοθέτη-εκσυγχρονιστή.

……….Το κράτος, αν δεν προέβλεψε, ανέχτηκε πάντως την κατάσταση που διαμορφωνόταν, από την μία επειδή κάλυπτε την αδυναμία του να εφαρμόσει συγκεκριμένη πολιτική σε ένα πολύ ευαίσθητο θέμα, την κοινωνική κατοικία, και από την άλλη γιά λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, καθώς οι κατά καιρούς «διορθωτικές» ρυθμίσεις-νομιμοποιήσεις τής αυθαιρεσίας, αποτέλεσαν έναν από τους κύριους τρόπους ενσωμάτωσης των λαϊκών στρωμάτων, ενώ παράλληλα συντηρούσαν την πελατειακή εξάρτησή τους μέσω των κομμάτων.

  1. Τυπολογία προσφυγικών κατοικιών (1923-1930)

……….Σχεδόν το σύνολο των κατοικιών που κατασκεύασε το ΤΠΠ είχε χαρακτήρα προσωρινού καταλύματος: ήταν ξύλινες «χονδροειδείς παράγκες», εκτεθειμένες στο έλεος των καιρικών συνθηκών λόγω τής κακής κατασκευής και συντήρησης.

Προσφυγικές παράγκες κάτω από τον Λυκαβηττό.
Προσφυγικές παράγκες κάτω από τον Λυκαβηττό.

……….Αντίθετα, η ΕΑΠ χρησιμοποίησε την εμπειρία τού ΤΠΠ γιά να περάσει γρήγορα σε εφαρμογή «στερεότερων» προτύπων. Ο Morgenthau αναφέρει χαρακτηριστικά πως η Επιτροπή χρησιμοποίησε ως επικεφαλής τον νεαρό μηχανικό Σγούτα, που ήδη είχε εργαστεί γιά το Ταμείο. Με προσωπικό μόνο 15 ατόμων οργανώθηκε το έργο κατασκευής των οικισμών σε τέσσερα τμήματα (αρχιτεκτονικός και στατικός σχεδιασμός, νομικά θέματα, επιθεώρηση και λογιστικά), ενώ απασχολήθηκαν πρόσφυγες σε ποσοστό 90%.

……….Ήδη πριν από την ανάληψη δράσης εκ μέρους τής ΕΑΠ, είχαν κατασκευαστεί με πρωτοβουλία των ίδιων των προσφύγων απλές κατοικίες από πλίθρες με άχυρο και λάσπη που ξεραίνονταν στον ήλιο. Αυτός ο τρόπος κατασκευής αντιστοιχούσε στις περιορισμένες δυνατότητες των γυναικόπαιδων που απασχολήθηκαν στην οικοδόμηση.

Προσφυγόπουλα κατασκευάζουν πήλινες πλίθες γιά το κτίσιμο των σπιτιών τους.
Προσφυγόπουλα κατασκευάζουν πήλινες πλίθες γιά το κτίσιμο των σπιτιών τους.

……….Παρόμοιες κατοικίες κατασκεύασε και η ΕΑΠ στην πρώτη φάση των εργασιών της, αλλά μετά την σύναψη συμβάσεων γιά την εισαγωγή ξυλείας από το εξωτερικό, στράφηκε προς τις σταθερές ξύλινες κατασκευές. Ωστόσο η ανάγκη γιά τακτική συντήρηση αυτού τού τύπου κατοικίας έκανε τις ξύλινες κατασκευές να θεωρούνται ασύμφορες και η Επιτροπή κατέληξε ύστερα από πειράματα με διάφορα υλικά, στον βέλτιστο τύπο που, αν και κάπως υψηλότερου κόστους, συνδύαζε την μονιμότητα με την φθηνή συντήρηση, δηλ. σπίτια φτιαγμένα από εγχώρια πέτρα, με επένδυση από σοβά και καλυμμένα στην στέγη με εγχώρια κεραμίδια.

……….Διαμορφώθηκαν δύο βασικοί τύποι δίδυμων κατοικιών: μονώροφη και διώροφη, γιά δύο και τέσσερεις οικογένειες αντίστοιχα. Σε κάθε οικογένεια αναλογούν τρία ελαχίστων διαστάσεων δωμάτια, από τα οποία το «μεγάλο» παίζει διπλό ρόλο καθιστικού και υπνοδωματίου. Στην διώροφη κατοικία, που είναι ακριβώς σαν την μονώροφη από άποψη διαρρύθμισης, η πρόσβαση σε κάθε ένα από τα διαμερίσματα γίνεται από εξωτερική σκάλα. Ως προς την εξωτερική όψη: «το φυσικό κιτρινωπό χρώμα τής μαρμαροκονίας και το φυσικό κόκκινο των κεραμιδιών τής στέγης, δημιουργούν έναν ευχάριστο και γραφικό συνδυασμό». Και οι δύο τύποι περιβάλλονται από κήπο. Επίσης η ΕΑΠ αντικαθιστά με κεραμίδια το πισσόχαρτο που κάλυπτε τα καταλύματα τού Ταμείου βελτιώνοντας κατά πολύ τις συνθήκες στέγασης μεγάλης μερίδας προσφύγων.

……….Παρά την έμφαση στην επανάληψη και τυποποίηση που χαρακτηρίζει τις κατοικίες τής ΕΑΠ, θα χρησιμοποιηθούν συνολικά περισσότεροι από 100 τύποι μέχρι το 1930.  Ο Παπαϊωάννου αναφέρει μεταξύ των επικρατέστερων κατηγοριών (εκτός από τα δίδυμα σπίτια) τις εξής:

  1. Μικρές ελεύθερες μονώροφες κατοικίες (τύπος που εφαρμόστηκε συχνά).
  2. Στίχους σπιτιών (μονώροφα ή διώροφα γιά έξι, οκτώ, δέκα ή δώδεκα οικογένειες κατά όροφο ανά μονάδα κατοικίας όπως στην Καισαριανή).
  3. Ελεύθερα σπίτια (διώροφα γιά μία ή δύο οικογένειες γιά πιό εύπορους πρόσφυγες, όπως στον οικισμό τής Νέας Φιλαδέλφειας).

……….Παράλληλα το υπουργείο Πρόνοιας, που έχει ήδη αναπτύξει κατασκευαστική δραστηριότητα, ιδρύει το 1927 την Υπηρεσία Διαχειρίσεως Αστικών Προσφυγικών Συνοικισμών. Εκτός από τις εργασίες ολοκλήρωσης έργων τού ΤΠΠ, το υπουργείο αναλαμβάνει και νέες κατασκευές σε γενικές γραμμές πολύ κατώτερου επιπέδου από τις αντίστοιχες τής ΕΑΠ, με πιό γνωστό παράδειγμα τον οικισμό των «Γερμανικών» στην άκρη τής Κοκκινιάς. Η υδροδότηση παρέμενε προβληματική και γι’ αυτό τον λόγο η ΕΑΠ ανοίγει πηγάδια στους οικισμούς της. Καθώς όμως ο πληθυσμός συνεχίζει να αυξάνεται, τα πηγάδια δεν επαρκούν. Ο μεγαλύτερος και φτωχότερος οικισμός τής Κοκκινιάς υποφέρει περισσότερο. Το νερό τελικά μεταφέρεται από ιδιωτικές πηγές και πωλείται στους πρόσφυγες. Όσον αφορά τις εγκαταστάσεις υγιεινής, αρχικά χτίζονται κοινά αποχωρητήρια και στην συνέχεια γίνεται «οικονομικά εφικτό» να υπάρχει ξεχωριστό αποχωρητήριο γιά κάθε κατοικία. Στην φάση των κοινόχρηστων αποχωρητηρίων, ο Morgenthau ομολογεί πως «η αξιοπρέπεια, η κοσμιότητα και η άνεση θυσιάστηκαν στον βωμό μιάς πιεστικής ανάγκης».

……….Η Επιτροπή, παρά το γεγονός πως δε θα αναλάβει κανένα έργο υποδομής, κάνει προτάσεις στο υπουργείο Συγκοινωνιών σχετικά με την επέκταση τού οδικού δικτύου, ώστε να συνδεθεί η Αθήνα με την Κοκκινιά. Ωστόσο, καθώς έργα τέτοιας κλίμακας έχουν προτεραιότητα στην επαρχία ώστε να εξυπηρετηθούν οι αγροτικοί συνοικισμοί, ελάχιστες παρόμοιες πρωτοβουλίες θα έχουν συνέχεια στις μεγαλύτερες πόλεις. Η κορύφωση των ελλείψεων σε έργα υποδομής και πιό συγκεκριμένα αποχετευτικών, θα γίνει αισθητή κατά τις περιοδικές πλημμύρες που πλήττουν την Καισαριανή και τον Βύρωνα. Η ΕΑΠ επίσης υπογραμμίζοντας την σύνδεση μεταξύ των συνθηκών στέγασης των προσφύγων και τής εκδήλωσης ασθενειών όπως η φυματίωση, αλλά και η ελονοσία -που κυριολεκτικά κάνει θραύση στην επαρχία-, ιδρύει την Υγιειονομική της Υπηρεσία το 1925 και με την συνδρομή τής ΚΤΕ κατασκευάζει στους συνοικισμούς της, μικρές μονάδες ιατρικής περίθαλψης.

……….Ωστόσο οι πραγματοποιημένες κατοικίες δεν επαρκούν σε καμμία περίπτωση κι έτσι το μεγαλύτερο μέρος των προσφύγων αυτοστεγάζεται. Ανάμεσά τους είναι πολύ λίγοι εκείνοι που είναι σε θέση να ξεφύγουν από την λύση τής πρόχειρης κατασκευής ενοικιάζοντας ή, ακόμη περισσότερο, αναλαμβάνοντας οι ίδιοι την οικοδόμηση των κατοικιών τους.

……….Στους τελευταίους παρέχονται οικόπεδα και δάνεια, ενώ το κράτος αναλαμβάνει τα έργα υποδομής. Οι περιπτώσεις τής Νέας Σμύρνης, τής Καλλίπολης και τής Νέας Καλλικράτειας (στο νότιο άκρο τής Πειραϊκής) ανήκουν σε αυτή την κατηγορία.

……….Το παράδειγμα τής Νέας Σμύρνης είναι χαρακτηριστικό. Σμυρναίοι πρόσφυγες, από τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα στην πατρίδα τους, οργανώνονται το 1923 και σε ένα χρόνο πετυχαίνουν την απαλλοτρίωση περιοχής ανατολικά τής λεωφόρου Συγγρού. Το 1925 αρχίζει η οικοδόμηση -σύμφωνα με το Σχέδιο Καλλιγά που προέβλεπε μεγαλύτερο πλάτος δρόμων- και το 1928, ο Βενιζέλος υπογράφει σύμβαση με την γαλλική εταιρεία Societe Immobiliere du Boulevard Haussmann γιά την κατασκευή τόσο τής υποδομής όσο και των κατοικιών τού οικισμού. Το τυπολόγιο κατοικιών που εξέδωσε η τελευταία, θα επηρεάσει την οικοδόμηση τής Νέας Σμύρνης, παρ’ ότι η εταιρεία δεν θα αναλάβει τελικά το έργο καθώς θα κηρυχθεί έκπτωτη το 1932. Η οικονομική κρίση ματαιώνει τα σχέδια πρότυπης οικοδόμησης και πολλοί από τους ιδιοκτήτες που δεν έχουν τη δυνατότητα να εκμεταλλευτούν τα οικόπεδά τους, αναγκάζονται να τα πωλήσουν σε εύπορους γηγενείς με αποτέλεσμα να χάσει η περιοχή τον αμιγή προσφυγικό χαρακτήρα της και να εξελιχθεί σε μεσοαστική γειτονιά.

Το Δουργούτι το 1955. Φωτογραφία τού Ελβετού Χανς Γκέμπερ Hans Gerber από το αρχείο τού EPH BIBLIOTHEK ZURICH

……….Η συντριπτική πλειονότητα των προσφύγων πάντως, στεγάζεται πρόχειρα σε άθλιες παράγκες που σε μεγάλο ποσοστό θα παραμείνουν ως και τις αρχές της δεκαετίας τού ’70, παρά τον «προσωρινό» χαρακτήρα τους. Παραγκουπόλεις δημιουργούνται κοντά στις «οργανωμένες» προσφυγικές περιοχές, στις παρυφές τής πόλης αλλά και όπου υπάρχει ελεύθερος χώρος, συχνά σε μέρη εντελώς ακατάλληλα. Φτιαγμένες από ευτελή υλικά, αυτές οι τρώγλες στεγάζουν ολόκληρες οικογένειες.

……….Ο Παπαϊωάννου με ευαισθησία παρατηρεί τις αντιστοιχίες με τα παραδοσιακά σπίτια: «Η χρήση ωραίων χρωμάτων, οι γλάστρες, οι πάγκοι, τα σκέπαστρα και άλλες έξυπνες διακοσμητικές επινοήσεις δίνουν σε αυτές [τις τρώγλες] την εμφάνιση τής καλλίτερης ανώνυμης λαϊκής αρχιτεκτονικής είτε ενός εκλεπτυσμένου εξωπραγματικού σκηνικού. Παράλληλα υπάρχει σωστή αντίληψη τής ανθρώπινης κλίμακας και αυτές οι τρώγλες δεν θα ήταν διόλου τρώγλες αν δεν συνέτρεχαν σε αυτό οι ασυμβίβαστα μικρές τους διαστάσεις και η ευτελής τους κατασκευή». Αυτή η διάθεση γιά καλυτέρευση ακόμη και των άθλιων συνθηκών εμπόδισε τις προσφυγικές παραγκουπόλεις από το να μεταμορφωθούν σε περιοχές μεγάλης αστικής υποβάθμισης (slums).

……….Η διαφορά ωστόσο είναι οριακή, όπως φαίνεται από τα κείμενα τής ΕΑΠ: «Υπάρχουν μερικές από αυτές τις χτισμένες εκτάσεις, όπου το σύνολο των κατασκευών παρουσιάζει μάλλον την εικόνα ενός τεράστιου στρατώνα παραπηγμάτων παρά εικόνα κανονικού οικισμού. Βλέπει κανείς κατοικίες καμωμένες από λάσπη ή από σανίδες, που καμιά φορά δεν έχουν πάνω από τέσσερα ή πέντε μέτρα επιφάνεια. Υπάρχουν στέγες καλυμμένες από υπολείμματα τενεκέδων ή από το λεγόμενο πισσόχαρτο, απ’ όπου περνάει άνετα η βροχή, και κάτω από αυτές τις συνθήκες συχνά τρία, τέσσερα, καμιά φορά και πέντε ή έξι άτομα στοιβάζονται πάνω στο πατημένο χώμα γιά να περάσουν την νύχτα. Υπάρχουν γειτονιές όπου ελικοειδείς διάδρομοι κυκλοφορίας των πεζών διακόπτονται από μολυσμένους δύσοσμους σίφωνες, ανοιχτούς, όπου απορρίμματα λιμνάζουν και σήπονται».

Το Δουργούτι το 1955. Φωτογραφία τού Ελβετού Χανς Γκέμπερ Hans Gerber από το αρχείο τού EPH BIBLIOTHEK ZURICH

……….Οι παραγκουπόλεις εξαλείφθηκαν βαθμιαία, αν και με πολύ αργούς ρυθμούς, σε σημείο που ως και τον Φεβρουάριο τού 1978, περίπου 3.000 αστικές προσφυγικές οικογένειες ζούσαν ακόμη σε παραπήγματα.

  1. Επιρροή του ελληνικού μοντερνισμού στη στέγαση των προσφύγων

……….Η Ανωτάτη Σχολή Αρχιτεκτόνων, πρώτη αρχιτεκτονική σχολή της χώρας, ιδρύεται το 1917 στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (ΕΜΠ), ενώ ο Σύλλογος Αρχιτεκτόνων Διπλωματούχων Ανωτάτων Σχολών (ΣΑΔΑΣ) πέντε χρόνια αργότερα. Προσωπικότητες σαν τους Α. Ορλάνδο, Ε. Hebrard, Α. Ζάχο και Δ. Πικιώνη στελεχώνουν τα δύο παραπάνω κέντρα, αλλά θα περάσει καιρός ώσπου τα έργα και οι ιδέες τους να γίνουν ευρύτερα γνωστά. Από αυτούς ο Hebrard έχει ήδη προσφέρει τις υπηρεσίες του στον κρατικό μηχανισμό που δραστηριοποιείται γιά πρώτη φορά στον επανασχεδιασμό τής Θεσσαλονίκης μετά την πυρκαγιά τού 1917. Τον Απρίλιο τού 1920 κατά την πρώτη συνεδρίαση τού Ανωτάτου τεχνικού Συμβουλίου τού Κράτους, που είχε συσταθεί από τον υπουργό Συγκοινωνίας Α. Παπαναστασίου, επιτροπή αρχιτεκτόνων, με εισηγητές μεταξύ άλλων, τους Π. Καλλιγά και Hebrard, παρουσιάζει ένα νέο υπόμνημα γιά την πολεοδόμηση τής πρωτεύουσας. Στο υπόμνημα τονίζεται η ανάγκη τής αντιμετώπισης «καθ’ ολοκληρίαν» τής «υπαρχούσης πόλεως» σε αντιδιαστολή με την ενασχόληση αποκλειστικά με την περιφέρειά της. Ο Καλλιγάς θα υποβάλει το μόνο πολεοδομικό σχέδιο σε ολόκληρη την διάρκεια τού Μεσοπολέμου, το 1924, σε συνέχεια τής παλαιότερης πρότασής του, τού 1918.

……….Ενδιαφέρον παρουσιάζει το συμπέρασμα τής επιτροπής σύμφωνα με το οποίο η ανεξέλεγκτη επέκταση αραιάς δόμησης, αποτελεί το κύριο πρόβλημα τής πόλης και βελτίωση θα προκύψει με σχετική αύξηση τής πυκνότητάς της. Ωστόσο μόνο μετά το 1930 θα αρχίσει να ωριμάζει η ιδέα των συγκροτημένων προτάσεων- επεμβάσεων και συνάμα ο κοινωνικός ρόλος τού αρχιτέκτονα, σε συνδυασμό με τα μηνύματα γιά μία νέα «μοντέρνα» αρχιτεκτονική και πολεοδομία που έρχονται από την Ευρώπη. Φορείς αυτών των μηνυμάτων είναι κυρίως οι πρώτοι απόφοιτοι τής νεοσύστατης αρχιτεκτονικής σχολής, Ν. Μητσάκης, Θ. Βαλεντής και Π. Καραντινός, μεταξύ άλλων, που δείχνουν να γνωρίζουν και να παρακολουθούν με ενθουσιασμό τα έργα τού Bauhaus (1919-1932) και τού Le Corbusier, αλλά και όσοι επιστρέφουν από κύριες ή μεταπτυχιακές σπουδές στο εξωτερικό. Είναι αυτοί που θα εκφράσουν, εντυπωσιακά συγχρονισμένοι «με την ακμή τού μεσοπολεμικού ευρωπαϊκού μοντερνισμού», τις «ρασιοναλιστικές αρχές» και στην Ελλάδα. Το πλέον αντιπροσωπευτικό σύνολο έργου μοντέρνας ελληνικής αρχιτεκτονικής, αποτελεί το φιλόδοξο και επιτυχημένο πρόγραμμα κατασκευής νέων σχολικών κτηρίων σε όλη την Ελλάδα. Στους πιό παραγωγικούς αρχιτέκτονες τού προγράμματος συγκαταλέγονται οι Μητσάκης, Α. Σιάγας και Καραντινός.

……….Το καλοκαίρι τού 1933, γίνεται στην Αθήνα, μετά την ματαίωση τής διεξαγωγής του στην Μόσχα, το 4ο συνέδριο CIAM, με θέμα την λειτουργική πόλη και «πρωταγωνιστές» τους Le Corbusier και S. Giedion. Το συνέδριο είχε ως αποτέλεσμα την σύνταξη τής γνωστής «Χάρτας των Αθηνών». Την εποχή εκείνη η παρουσία τού «μοντέρνου» είναι ήδη αισθητή στην αρχιτεκτονική τής Αθήνας. Οι ξένοι αρχιτέκτονες που βρίσκονται στην κορυφή τής πρωτοπορίας μπορούν να θαυμάσουν τα ελληνικά παραδείγματα που περιλαμβάνουν, εκτός από τα σχολικά κτήρια, επαύλεις και πολυκατοικίες στο κέντρο τής Αθήνας.

……….Στη μία από τις δύο επιστημονικές ελληνικές ανακοινώσεις τού συνεδρίου, τού Σ. Παπαδάκη, μέλους τού ελληνικού τμήματος των CIAM, με πρόταση γιά τον συνοικισμό τής Νέας Αλεξάνδρειας, γίνεται αναφορά στην τρωγλοποίηση κεντρικών περιοχών τής πόλης. Στον αντίποδα τής θεωρητικής προσέγγισης τού Παπαδάκη, ο Κυπριανός Μπίρης πειραματίζεται το 1931 με τον σχεδιασμό και την ανέγερση τής πρώτης «συστηματικής» πενταώροφης πολυκατοικίας στην Αθήνα, στην οδό Μπουμπουλίνας, «η οποία απέβλεψε εις την εξυπηρέτησιν τής αστικής τάξεως» και όχι «τής ευπορωτέρας και οπωσδήποτε ανωτέρας τάξεως ενοικιαστών». Ο Μπίρης κατά δική του ομολογία δεν στόχευε πρωτίστως στην επιχειρηματική επιτυχία και κάνει σαφές στο άρθρο, πως θεωρεί την πολυκατοικία ως την «μόνην πλέον λύσιν τού προβλήματος τής στέγης εν Αθήναις», ιδίως γιά «δημοσίους υπαλλήλους, αξιωματικούς και αστούς πρόσφυγες», με μέριμνα τού κράτους πάντα, ώστε να αποφευχθεί τόσο η κερδοσκοπία όσο και η προσβλητική γιά την αισθητική τής πόλης εικόνα που συνιστούν οι προσφυγικοί συνοικισμοί, χαρακτηριστικά επί των λεωφόρων Κηφισίας και Συγγρού. Στο ίδιο άρθρο αναφέρεται αντιστικτικά και μετά πολλών επαίνων η πρωτοβουλία τού Δήμου Αθηναίων να ανεγείρει «πολυκατοικίας διά την απορωτέραν τάξιν τής πρωτευούσης» επί τής λεωφ. Αλεξάνδρας.

……….Στα Τεχνικά Χρονικά τού 1936, παρουσιάζονται οι «πολυκατοικίες» τής λεωφ. Αλεξάνδρας, μαζί με εκείνες που κατασκευάστηκαν κυρίως επί των λεωφόρων Κοκκινιάς (σημερινή λεωφ. Π. Ράλλη) και Συγγρού (συνοικισμός Κοσμετάτου), καθώς και στην Δραπετσώνα, στην Στέγη Πατρίδος (στους πρόποδες τού Λυκαβηττού) και στο Δουργούτι (Νέος Κόσμος) μεταξύ άλλων, από το 1934 ως το 1936. Συνολικά σε Αθήνα και Πειραιά κατασκευάστηκαν 2.218 κατοικίες και 1.057 κατοικίες-διαμερίσματα σε πολυκατοικίες γιά την στέγαση προσφύγων. Στο άρθρο δεν αναφέρονται τα ονόματα των αρχιτεκτόνων αλλά μόνο των εργοληπτών/ εργολάβων μηχανικών, γεγονός που είχε επισημανθεί με πικρία από τον έναν από τους αρχιτέκτονες, τον Κ. Λάσκαρι, σε επιστολή-διαμαρτυρία του στο περιοδικό. Ο Λάσκαρις, που παρουσιάζει και μικρή συμμετοχή στο πρόγραμμα σχολικών κτηρίων, είναι μαζί με τον Δ. Κυριακό, οι αρχιτέκτονες τής σημαντικής πλειονότητας των προαναφερομένων πολυκατοικιών. Η πιό φιλόδοξη μελέτη του πάντως, όπως εμφανίζεται από τον Βασιλείου, κυρίως όσον αφορά τον κτηριακό όγκο και την δυναμική των όψεων, θα μείνει στα χαρτιά.

……….Από τους επιφανέστερους συμμετέχοντες στο πρόγραμμα, ο Μητσάκης αναφέρεται ως μελετητής και στους αστικούς προσφυγικούς συνοικισμούς στο Αίγιο (1927-1930) και το Μεσολόγγι (1928), και ο Σιάγας στην δεύτερη φάση τής κατασκευής τού συγκροτήματος στο Δουργούτι (1938-1940), καθώς και στις κατοικίες τού Αγίου Ιωάννη Ρέντη που παρουσιάζονται στην συνέχεια.

……….Τόσο οι πολυκατοικίες τής πρώτης περιόδου 1933-1936, με εξαίρεση τον συνοικισμό Κοσμετάτου που απαρτίζεται από διώροφες διπλοκατοικίες τεσσάρων κυρίων δωματίων και δωματίου υπηρεσίας(!), όσο και τής περιόδου 1936-1939 (συγκροτήματα στους Αγίους Αναργύρους Πειραιά, στον Άγιο Ιωάννη Ρέντη, στην Καισαριανή και στο Δουργούτι), παρουσιάζουν κοινά χαρακτηριστικά, διατάσσονται αρκετές φορές σε σχήμα Π ή Γ, ακολουθώντας «ένα υποτυπώδες πολεοδομικό σχέδιο βασισμένο στο ιπποδάμειο σύστημα», και είναι κυρίως τριώροφες χωρίς ανελκυστήρες, με κλιμακοστάσια που εξυπηρετούν από δύο ως δώδεκα διαμερίσματα. Περιλαμβάνουν κατοικίες ενός και δύο δωματίων, κουζίνας και αποχωρητηρίου, μέσου εμβαδού 30 τ.μ. καθώς και κοινόχρηστα πλυντήρια σε ταράτσες ή ημιυπόγεια που συχνά μετατρέπονται σε κατοικίες, καθώς τα διαμερίσματα δεν επαρκούν. Έχουν προβλεφθεί εγκαταστάσεις νερού και ηλεκτρισμού, αλλά όπου δεν υπάρχει αστική υποδομή οι κάτοικοι θα αναγκαστούν να πληρώσουν γιά να την αποκτήσουν: στον Άγιο Ιωάννη Ρέντη οι κάτοικοι από την εγκατάστασή τους το 1939 και γιά τέσσερα χρόνια, δεν είχαν νερό και φως.

……….Χρησιμοποιούνται εγχώρια υλικά γιά λόγους οικονομίας. Τυπικά οι πλάκες είναι από οπλισμένο σκυρόδεμα και φέρονται από επιχρισμένες ή ανεπίχριστες λιθοδομές. Όσον αφορά την μορφολογία, οι απλοί παραλληλεπίπεδοι όγκοι τους, όπου η μόνη παραχώρηση είναι οι επαναλαμβανόμενοι μικροί εξώστες, σε συνδυασμό με την παντελή έλλειψη διακοσμητικών στοιχείων, προσδίδουν στα κτήρια μία αυστηρότητα που θυμίζει «τον γερμανικό φονξιοναλισμό». Κατά την περίοδο 1936-1939, παρουσιάζονται κάποιες μικρές αποκλίσεις από την σχεδόν καθαρή μορφολογία τού Bauhaus: τα προεξέχοντα κλιμακοστάσια, οι χώροι εισόδου καθώς και οι χώροι των πλυντηρίων στις ταράτσες στο συγκρότημα τής Καισαριανής, καλύπτονται με κεραμίδια, ενώ το συγκρότημα τού Αγίου Ιωάννη Ρέντη εμφανίζει επιρροές από την λαϊκή αρχιτεκτονική συνδυάζοντας την εμφανή λιθοδομή με το μπετόν. Συνήθως οι κατοικίες είναι διαμπερείς με ικανοποιητικό ηλιασμό. Ωστόσο ο ελεύθερος χώρος μεταξύ τους, παραμένει πάντα αδιαμόρφωτος, όταν δεν καταλαμβάνεται από τους κατοίκους των ισογείων.

Στέγη Πατρίδος. Συγκροτήματα προσφυγικών πολυκατοικιών.
Στέγη Πατρίδος. Συγκροτήματα προσφυγικών πολυκατοικιών.

……….Από τις φωτογραφίες τής εποχής, που παρουσιάζουν τα συγκροτήματα αμέσως μετά την αποπεράτωσή τους, είναι δυνατό να φανταστεί κανείς την εντύπωση – ίσως ελαφρά μεγεθυμένη λόγω τής απουσίας τού χρώματος- που θα έκαναν στον προσφυγικό κόσμο. Από τη μία, αφού στο σύνολό τους αποτελούν εκκαθαρίσεις τρωγλών και προσωρινών οικισμών που προϋπήρχαν στα ίδια μέρη, και μόνη η κατασκευή τους συνιστούσε καλυτέρευση των συνθηκών διαβίωσης. Από την άλλη, η «πρωτοποριακή τολμηρότητα», κυρίως των μεγαλυτέρων (Δραπετσώνας, Δουργουτίου), καθώς και το α-κοινώνητο των μεταξύ τους χώρων, πρέπει να κρίνονταν απογοητευτικά. Πολύ γρήγορα βέβαια η αρχική εντύπωση άλλαξε, αφού η επιτακτική ανάγκη γιά περισσότερο χώρο επέφερε σημαντικές αλλαγές στις όψεις και στις ταράτσες των κτηρίων (προσθήκη ανοιγμάτων και κτισμάτων στις ταράτσες, κλείσιμο εξωστών κ.ά.). Οι εσωτερικοί ελεύθεροι χώροι επίσης, ιδιαίτερα στα μικρότερα συγκροτήματα (Άγιοι Ανάργυροι Πειραιά, Άγιος Ιωάννης Ρέντης), ζωντάνεψαν με την κατάληψη και την μετατροπή τους σε κήπους και αυλές που λειτουργούσαν ως επέκταση των μικροσκοπικών κατοικιών το μεγαλύτερο μέρος τού χρόνου.

……….Καθώς με τον καιρό η πόλη εξαπλώθηκε και τους ξεπέρασε, τα συγκροτήματα των προσφυγικών συνοικισμών, «γερνώντας άσχημα» χωρίς καμμία συντήρηση, χωνεύτηκαν από την οικοδομημένη συνεχή μητροπολιτική περιοχή, χωρίς να πάψουν ωστόσο να συνιστούν ανεξάρτητα στοιχεία. Η R. Hirschon στην ανθρωπολογική μελέτη της γιά την Κοκκινιά, αναφέρει πως τουλάχιστον ως τις αρχές τής δεκαετίας τού ’70, η ζωή τής «γειτονιάς», όχι μόνο στην Κοκκινιά αλλά και σε άλλους προσφυγικούς συνοικισμούς, καθόριζε την καθημερινότητα και συνιστούσε σημαντικό παράγοντα κοινωνικής οργάνωσης, την ίδια εποχή που στην υπόλοιπη Αθήνα σιγά σιγά χανόταν σιγά σιγά.

……….Η στροφή προς συντηρητικότερα πρότυπα σηματοδοτεί την πορεία προς το τέλος των προγραμμάτων προσφυγικής κατοικίας και συμπίπτει με την εγκαθίδρυση τής δικτατορίας τού Μεταξά το 1936. Είναι γεγονός πως το καθεστώς εφάρμοσε δημαγωγική κοινωνική πολιτική ιδιοποιούμενο τα βενιζελικό έργο και μάλιστα συνεχίζοντάς το σε κάποιο βαθμό. Ωστόσο οι αλλεπάλληλες εσωτερικές κρίσεις που συνοδεύουν την αρχή τής δεκαετίας τού ’30 και κορυφώνονται με την μερική πτώχευση τής χώρας το 1932, «θα κλείσουν οριστικά το διάστημα προβληματισμού-έκφρασης και δόμησης πάνω στους άξονες τού μοντέρνου κινήματος».

……….Μία ιδιαίτερη περίπτωση αποτελεί η Νέα Σμύρνη όπου εμφανίζονται μερικά ενδιαφέροντα δείγματα επώνυμης αλλά και ανώνυμης μοντέρνας αρχιτεκτονικής, από τα οποία διασώζονται το Γ’ δημοτικό σχολείο τού Ν. Μητσάκη το οποίο σχεδιάστηκε το 1940 και κατασκευάστηκε την δεκαετία τού 1950, και ως πρόσφατα η κατοικία Ε. Κυριακόπουλου (1934) των Θ. Βαλεντή και Γ. Μιχαηλίδη.

……….Παραμένει πάντως αμφίβολο αν οι ιδέες και ο ενθουσιασμός των Ελλήνων -και ξένων- μοντέρνων μεταδόθηκαν στο ευρύτερο αρχιτεκτονικό αλλά και κοινωνικό περιβάλλον, την στιγμή μάλιστα που οι περισσότεροι ασχολήθηκαν κυρίως με ιδιωτικά έργα. Κατά τον Φιλιππίδη, από το 1934 κιόλας οι «συντηρητικοί» αρχιτέκτονες επιτίθενται στους «επαναστάτες» τού μοντερνισμού, με πρόσχημα το δίλημμα: διεθνής ή εθνική αρχιτεκτονική. Παρά την γενναία αντίδραση τού Καραντινού, τού πιό δραστήριου εκπρόσωπου τού κινήματος, αντίδραση που εκφράζεται με συνεχή αρθρογραφία στα Τεχνικά Χρονικά, η ήττα δεν είναι μακριά και το επιστέγασμα είναι η εκλογή τού Κ. Κιτσίκη ως καθηγητή στην αρχιτεκτονική σχολή τού ΕΜΠ το 1940.

……….Όταν στην δεκαετία τού ’50 θα συντελεστεί η έκρηξη τής ανοικοδόμησης, οι νέες συνθήκες δεν θα επιτρέψουν την σύνδεση με τον προπολεμικό μοντερνισμό. Κατά τον Κονταράτο, η μοντέρνα αρχιτεκτονική τού ’50 είναι «μάλλον μετριοπαθέστερη» από εκείνη τού ’30. Η άνοιξη, που επέτρεψε στην ελληνική αρχιτεκτονική να συμπορευθεί με την διεθνή πρωτοπορία, κράτησε πολύ λίγο…

  1. Κοινωνική κατοικία και στέγαση των προσφύγων

……….Ο ερχομός των προσφύγων, η επιτακτική ανάγκη τους γιά στέγαση και η αντιμετώπιση τού προβλήματος από το ελληνικό κράτος, ουσιαστικά εγκαινιάζουν το κεφάλαιο τής κοινωνικής κατοικίας στην ιστορία τού τόπου. Όπως ήδη αναφέρθηκε πιό πάνω, το ΝΔ 12.5.1925 «Περί ανεγέρσεως ευθηνών κατοικιών» είναι θεμελιώδες γιά την κοινωνική κατοικία. Μετά τα πρώτα προσωρινά μέτρα, και ιδιαίτερα μετά την επιστροφή τού Βενιζέλου στην εξουσία το 1928, γίνεται σιγά σιγά συνείδηση, πως οι πρόσφυγες δεν θα ξαναγυρίσουν στις πατρίδες τους. Η υπογραφή τής Σύμβασης τής Αγκυρας το 1930 επικυρώνει και επίσημα την οριστική εγκατάσταση των προσφύγων στην Ελλάδα και ακυρώνει το ψυχολογικό εμπόδιο τής προσωρινότητας που συντελούσε στην απομάκρυνσή τους από τον ντόπιο πληθυσμό. Η ομαλή ενσωμάτωση των προσφύγων θεωρείται απόλυτη προτεραιότητα, με την κατοικία να παίρνει συνεχώς αυξανόμενη σημασία. Σε αυτό συνηγορούν όλες οι πολιτικές παρατάξεις που αποβλέπουν στην διάδοση τής ιδιοκατοίκησης και τής αποκατάστασης των προσφύγων ως «αξιοπρεπών» ιδιοκτητών.

……….Και ενώ η ανάγκη γιά στέγαση των προσφύγων παραμένει επιτακτική, η ΕΑΠ ως και το 1930 συνεχίζει την κατασκευή των μονώροφων ή διώροφων κατοικιών της, χωρίς κανένα απολύτως δίλημμα σχετικά με την επιλογή κατασκευής πολυώροφων συγκροτημάτων. Ανάλογη άποψη είχε επικρατήσει και κατά τον επανασχεδιασμό τής Θεσσαλονίκης μετά την πυρκαγιά τού 1917, όταν προτιμήθηκε η λύση η πιό κοντινή στην «ιδανική» περίπτωση τής μονοκατοικίας κατά το αγγλικό ή βελγικό πρότυπο, με δύο η τέσσερεις κατοικίες ανά κτίσμα.

……….Ενδιαφέρον παρουσιάζει η εικόνα που διαμορφώνεται στην πρωτεύουσα από το 1922 και μετά. Από τα πρώτα στατιστικά στοιχεία των ετών 1927, 1928 και 1929 διασπιστώνεται η ύπαρξη 48 τετραώροφων, 14 πενταώροφων, 3 εξαωρόφων και ενός επταώροφου, έναντι 3.636 μονώροφων, 1.070 διώροφων, και 264 τριώροφων κτισμάτων.

……….Ήδη από το 1927, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, υπήρχε η νομοθετική κάλυψη όσον αφορά το καθεστώς των κατοικιών-διαμερισμάτων, γιά οικοδομές σε προσφυγικούς συνοικισμούς αρχικά και δύο χρόνια αργότερα και γιά τις υπόλοιπες. Επισημάνθηκε επίσης η θετική στάση αρχιτεκτόνων και πολεοδόμων προς τα πολυώροφα κτήρια, με το σκεπτικό πως η υψηλή δόμηση σε κεντρικές περιοχές θα αποτελούσε το ισχυρότερο αντίδοτο στην άναρχη επέκταση τής πρωτεύουσας, βάζοντας τέλος στις «διαλυτικές τής εννοίας τής πόλεως» τάσεις, καθώς και στην «παραγκοποίησιν τού εσωτερικού της». Ομοφωνία επίσης φαίνεται να υπάρχει και ως προς την αναγκαιότητα τής κρατικής παρέμβασης, ώστε να αποφευχθούν η εμπορευματοποίηση και η κερδοσκοπία.

……….Οι απόψεις αυτές απηχούν το γενικότερο προβληματισμό Ευρωπαίων κυρίως πολεοδόμων και αρχιτεκτόνων πάνω στο πρόβλημα τής κοινωνικής κατοικίας. Ήδη στο 2ο CIAM τής Φρανκφούρτης (1929), είχε εξεταστεί το ζήτημα τής ελάχιστης κατοικίας (habitation minimum) με βάση ένα «βιολογικόν ελάχιστον» και ο Gropius είχε αναπτύξει την κοινωνική άποψη τού θέματος. Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα αποτελεί το -αποκατεστημένο στις αρχές τής δεκαετίας τού ’90- συγκρότημα εργατικών κατοικιών στην περιοχή De Kiefhoek τού Rotterdam σχεδιασμένο από τον J.J.P. Oud (1928-1930).

……….Ήταν όμως δυνατή η ανέγερση πολυώροφων κτηρίων από κατασκευαστικής και οικονομικής άποψης σε ευρεία κλίμακα στην Ελλάδα τού Μεσοπολέμου; Όσον αφορά την τεχνογνωσία, γιά άλλη μία φορά τα μηνύματα είναι αντικρουόμενα. Από τη μία, στο 4ο CIAM ο πολιτικός μηχανικός Σαντορίνης παρουσιάζει επιστημονική ανακοίνωση με θέμα την εξέλιξη τού οπλισμένου σκυροδέματος, συνοδεύοντάς την με 19 διαφάνειες με λεπτομέρειες ειδικών κατασκευών τού εργοστασίου «Κρόνος» στην Ελευσίνα, στο οποίο γίνεται χρήση μυκητοειδούς πλάκας γιά πρώτη φορά στην Ελλάδα το 1924 από τον ίδιο. Αν και οι αρχιτεκτονικές εφαρμογές που παρουσιάζονται αναφέρονται κυρίως στα κελύφη και στις δυνατότητες κάλυψης μεγάλων επιφανειών και όχι στην κατοικία, δε μπορεί παρά να επισημανθεί το υψηλότατο επίπεδο τόσο τής έρευνας, όσο και των ειδικών κατασκευών στην χώρα.

……….Την ίδια στιγμή όμως το κράτος γιά να τονώσει την απασχόληση χορηγούσε αθρόα άδειες εξασκήσεως επαγγέλματος σε τεχνίτες, εργοδηγούς και εργολάβους, αλλά και σε «πρόσωπα τελείως άσχετα προς τας οικοδομικάς τέχνας […] οι οποίοι χάριν εντυπώσεως ετιτλοφορήθησαν εμπειροτέχναι». Οι εμπειροτέχνες είχαν το δικαίωμα να χτίζουν κτήρια ως και δύο ορόφων, «κατά τον ευτελέστερον τρόπον», σύμφωνα με τον Μπίρη. Μόνο σε περιπτώσεις όπου γινόταν χρήση οπλισμένου σκυροδέματος σε πατώματα και στέγες, απαιτούνταν κατά την έκδοση τής οικοδομικής άδειας, στατικοί υπολογισμοί υπογεγραμμένοι από διπλωματούχο αρχιτέκτονα ή μηχανικό.

……….Εξετάζοντας τώρα το θέμα από οικονομικής άποψης, ο Δημητρακόπουλος ανάγει την περιορισμένη κατασκευή πολυωρόφων κατοικιών στον μοιραίο συνδυασμό που συνιστούν το μικρό κεφάλαιο και η κατακερματισμένη ιδιοκτησία. Επισημαίνει επίσης την περιορισμένη επιτυχία που είχαν οι προσπάθειες τής ΕΤΕ «να θεραπεύση τα οικονομικά κενά» που ευθύνονται γιά την «ατελή και ανώμαλον στέγασιν», καθώς και την έλλειψη κοινής συνείδησης «περί τής ανάγκης εντέχνου κατασκευής των οικοδομών».

……….Γίνεται φανερό από τα παραπάνω πως το κράτος δεν είναι σε θέση να εφαρμόσει με συνέπεια μία συνολική -πόσο μάλλον φιλόδοξη- κοινωνική πολιτική στο ζήτημα τής στέγασης γενικότερα. Η γενική ασυδοσία που επικράτησε όσον αφορά τις παρεκκλίσεις από τον νόμο «Περί σχεδίων πόλεων» τού 1923, επιτρέπει σε τελική ανάλυση σε κάθε ενδιαφερόμενο την ανάληψη οικοδομικών δραστηριοτήτων σχετικών με την κατασκευή κατοικίας και απευθύνεται σε πρόσφυγες και γηγενείς εξίσου. Σε πολλές οικοδομικές εταιρείες παρέχονται εγγυήσεις και οικονομικές ευκολίες όταν επενδύουν τα κεφάλαιά τους στην ανέγερση προσφυγικών συνοικισμών. Γρήγορα η άνθηση των ιδιωτικών οικοδομικών εταιρειών που παίζουν ρόλο πολεοδόμου και αρχιτέκτονα, υποβάλλοντας υποτυπώδη σχέδια, θα οδηγήσει στην «ανάπτυξη» νέων οικισμών, που μετά την έγκριση τού «σχεδίου» τους, προχωρούν στην εφαρμογή ή όχι των διατάξεων τού νόμου κατά βούληση.

……….Βέβαια ανάμεσα στα παραδείγματα ξεχωρίζουν και εκείνα που βρίσκονται στον αντίποδα τής προχειρότητας, διαμορφώνοντας την ελληνική απόδοση των «κηπουπόλεων». οι οικισμοί τού Ψυχικού σε σχέδια του Α. Νικολούδη το 1923 από την εταιρεία ΚΕΚΡΩΨ, τής Εκάλης το 1924 σε σχέδια τού Σ. Αγαπητού και τής Φιλοθέης το 1933 από την εταιρεία ΤΕΚΤΩΝ, όπου μηχανισμό κοινωνικού διαχωρισμού αποτελούσε ο ίδιος ο οικοδομικός κανονισμός που εγκρίθηκε. Με αυτόν τον τρόπο, όχι μόνο δεν επεκτείνεται η κρατική πολιτική γιά την κοινωνική κατοικία από τους πρόσφυγες στα γηγενή μειονεκτικά στρώματα, αλλά σιγά σιγά περνά στην δικαιοδοσία τής ελεύθερης αγοράς που διέπει την αστική κατοικία.


Πηγή: Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία, και η σελίδα http://asiaminor.ehw.gr.

Αφήστε μια απάντηση