,
……….Στὶς 13 Ἰουλίου 1963, ὁ Φίλων Κτενίδης, ἱδρυτὴς τοῦ περιοδικοῦ Ποντιακὴ Ἑστία, θεατρικὸς συγγραφέας, λαογράφος καὶ ἰατρός, ἄφησε τὴν τελευταία του πνοὴ σὲ ἡλικία 74 ἐτῶν. Δὲν ἦταν ὅμως μόνο αὐτὸ ποὺ ἄφησε ὁ μεγάλος αὐτὸς Πόντιος. Πιστὸς στὸ προγονικὸ Χρέος, ἄφησε κι ἕνα πολύτιμο ἔργο πανελλήνιας σημασίας.
……….Γεννημένος στην Τραπεζούντα τῷ 1889 ἀφοῦ πέρασε τὰ παιδικὰ του χρόνια στὴν Κρωμνῆ, τῷ 1906 ἀποφοίτησε μὲ ἄριστα ἀπὸ τὸ περίφημο «Φροντιστήριον Τραπεζούντος». Πολέμησε ὡς ἐθελοντής στοὺς Βαλκανικοὺς πολέμους τοῦ 1912-1913 καθὼς καὶ στὸ Μικρασιατικὸ Μέτωπο. Μετὰ τὴν Μικρασιατικὴ Καταστροφὴ βρέθηκε στὴν Ἑλλάδα ὅπου ἀσχολήθηκε μὲ πάθος μὲ τὴν συγκέντρωση καὶ διαφύλαξη τοῦ ἱστορικοῦ καὶ λαογραφικοῦ Ποντιακοῦ θησαυροῦ. Μεταξὺ τῶν ἔργων ποὺ ἔγραψε εἶναι καὶ ἡ «Καμπάνα τοῦ Πόντου». Μεγάλη ἐπίσης ἡ προσπάθειά του γιὰ τὴν ἀνιστόρηση στὴν Ἑλλάδα, τῆς ἐρειπωθείσας στὸν Πόντο ἱστορικῆς Σταυροπηγιακῆς Μονῆς τῆς Παναγίας Σουμελᾶ. Μὲ μόνο βοηθὸ τὴν ἀκράδαντη πίστη του ὅτι οἱ Πόντιοι θὰ σπεύσουν νὰ τὸν βοηθήσουν, κατέθεσε στὶς 15 Αὐγούστου τοῦ 1951 τὸν θεμέλιο λίθο καὶ δὲν διαψεύστηκε.
*
ΤΟ ΤΑΜΑ ΚΑΙ ΟΡΑΜΑ ΤΟΥ ΦΙΛΩΝΟΣ ΚΤΕΝΙΔΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΝΕΟ ΛΑΜΠΡΟ ΘΡΟΝΟ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΟΥΜΕΛΑ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ (1922-1952)
.
Ρούλας Παπαδημητρίου
……….Ὅταν ὁ ἔγκριτος ἰατρὸς κ’ ἐκλεκτὸς διανοούμενος κ. Φίλων Κτενίδης, μᾶς κάλεσε τὸν Νοέμβριο τοῦ 1950, στὴν διάλεξη ποὺ ἔδωσε στὴν Εὔξεινο Λέσχη γιὰ τὴν «Παναγία Σουμελᾶ» τοῦ Πόντου, μεταφέροντάς μας σ’ ἕνα κόσμο θρύλου καὶ ἱστορίας ποὺ μᾶς γοήτευσε, μᾶς ἐμπιστεύθηκε καὶ μιὰ μυστικὴ του σκέψη : Πὼς ὄνειρο καὶ πόθος του ἦταν νὰ ὑψώσῃ νέα -Κατοικία στὴ δόξα Της, μὲ τὴ βοήθεια τῶν Ποντίων ἀδελφῶν καὶ ὅλου τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ, ποὺ μὲ λαχτάρα θὰ ξανααντίκρυζε λαμπρὴ μιὰ νέα Ἐκκλησιὰ νὰ σκέπῃ τὴν θεία τοῦ Εὐαγγελιστὴ Λουκᾶ Εἰκόνα. Μιὰ Ἐκκλησιὰ σ’ ἕνα τοπίο τῶν Μακεδονικῶν Βουνῶν, ποὺ ἡ ἄγρια ὀμορφιὰ του νὰ θύμιζε τὰ ὕψη τοῦ Ὄρους Μελᾶ. Ὁ πόθος του καὶ τ’ ὄνειρο μᾶς θέρμανε τὴν καρδιά. Ἄλλὰ κανεὶς φαντάζομαι δὲν πίστεψε τὴν ὥρα ἐκείνη, ὅτι τὸ ὅραμα, ποὺ ἔτσι ὁλοζώντανο ἐπρόβαλε μπροστὰ μας, ἔμελλε τόσο γρήγορα νὰ γίνῃ πραγματικότης.
……….Ὅμως ὁ εὐγενικὸς ὁμιλιτὴς μας, ὅλα μέσα στὸ νοῦ καὶ τὴν ψυχὴ του τὰ εἶχε προετοιμάσει γιὰ τὸ ὑπέροχο Ἔργο καὶ σύντομα, πολὺ σύντομα, στὶς Καστανιᾶς – τοῦ θείου σὲ ὀμορφιὲς βουνοῦ τὴν κορυφή, στήθηκε ἐκ μέρους του καὶ ἐκ μέρους τῶν νοσταλγῶν Ποντίων, ὁ νέος λαμπρὸς Θρόνος τῆς Παντάνασσας.
……….Ἡ νέα Παναγία Σουμελᾶ, ἕτοιμη νὰ λειτουργήσῃ τὸ Δεκαπενταύγουστο τοῦ 1952, ἔρχεται νὰ συνεχίσῃ μιὰ παράδοση δεκαέξι αἰώνων, ποὺ δόξασε τὸν Ἑλληνοχριστιανικὸ Πολιτισμὸ μας. Τὰ πλήθη τῶν πιστῶν ποὺ θὰ συγκεντρώνονται στὴν Χάρη Της, θὰ εύλογοῦν τὸ ὡραῖο αὐτὸ Ἔργο τῆς ἰδιωτικῆς πρωτοβουλίας καὶ θὰ εὐγνωμονοῦν τὴν θεία ἔμπνευση, ποὺ δὲν ἄφησε τὸν ἱδρυτὴ κ. Κτενίδη καὶ ὅσους πρόθυμα τὸν ἐβοήθησαν, νὰ καμφθοῦν ἀπὸ τὰ πολλὰ ἐμπόδια ποὺ στάθηκαν στὸν δρόμο τους.
……….(…) Ὀ γιατρὸς κ. Φίλων Κτενίδης, ποὺ νέος, κατατρεγμένος ἀπὸ τοὺς τούρκους, καθὼς διηγιέται, προσέφυγε στὴν Χάρη Της καὶ σώθηκε, ἔκανε τάμα στὴν ζωὴ του νὰ ἀναστήσῃ τὸν ὡραῖο Της θρῦλο. Ἡ ἰδέα ποὺ τὴν ἐκμυστηρεύθηκε σὲ μιὰ διάλεξή του στὴν Εὐξεινο Λέσχη τῆς Θεσσαλονίκης μας τὸν Νοέμβριο τοῦ 1950, σὰν τὴν δροσιὰ ποὺ πέφτει στὸ νωτισμένο χῶμα καὶ βλασταίνει τὸν καρπό, ἔπιασε καὶ φούντωσε. Ἔγινε γρήγορα μιὰ ὡραία πραγματικότης. Τὸ ὄνειρο μιὰ ζωντανὴ ἀλήθεια. Ἀπὸ τὸν ἱερὸ ζῆλο του παρακινημένοι οἱ Πόντιοι σὲ γενικὴ Συνέλευσή τους, τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1951, ἐξέλεξαν εἰκοσιπενταμελὴ Ἐπιτροπὴ ἀπὸ ἔγκριτους πολῖτες ποὺ ἀντιπροσώπευαν ὅλες τὶς περιοχὲς τοῦ Πόντου ἀναθέτοντάς τους τὴν φροντίδα γιὰ τὴν ἵδρυση τῆς νέας Μονῆς Σουμελᾶ.
……….Τὸ Διοικητικὸ Συμβούλιο τῆς Ἐπιτροπῆς ἀπαρτίσθηκε ἀπὸ τὸν κ. Φίλωνα Κτενίδη, Πρόεδρο, Ἀρ. Μουμτσίδη καὶ Ὀρ. Κογκαλίδη, Ἀντιπροέδρους, Κ. Παρασκευόπουλο, Γενικὸ Γραμματέα, Ζάχο Ζαχαριάδη, Ταμία καὶ Γ. Πατσάκωφ, Σύμβουλο.
……….Ἡ Συνέλευση ἀποφάσισε νὰ κτίσῃ τὴν νέα Μονὴ Σουμελᾶ, καθὼς ἐπίσης Ὀρφανοτροφεῖο καὶ Σχολὲς γιὰ τὰ ἄπορα παιδιά, ὥστε καθὼς ἔλεγε ἡ προκήρυξή τους : “νὰ συνεχίσουν τὸ ἔργο τῶν προγόνων τους εἰς τὸν τομέα τῆς κοινωνικῆς ἀλληλεγγύης καὶ διὰ τῆς καλλιεργείας τοῦ Ἑλληνικοῦ Θρησκευτικοῦ αἰσθήματος καὶ τῆς διατηρήσεως τῶν κατ’ ἐξοχὴν Ἑλληνικῶν παραδόσεων, νὰ προσφέρουν Ἐθνικὴν ὑπηρεσίαν εἰς τὸ Πανελλήνιον».
……….Μετὰ τὴν ὁμόφωνη αὐτὴ Ἐθνοπρεπῆ ἀπόφαση, πρῶτο μέλημα τῶν ἀδελφῶν μας Ποντίων ἦταν ἡ ἐκλογὴ τοποθεσίας ἀντάξιας ἐκείνης ποὺ ἡ Παναγία ἡ ἴδια δόξασε στὸ Ὄρος Μελᾶ. Ἐρευνώντας τὶς κορυφὲς τῶν βουνῶν τῆς Μακεδονίας μὲ τὴν πλούσια βλάστηση, κατέληξαν στὴν κορυφὴ τῆς Καστανιᾶς, ποὺ ἡ θέα της ξανοίγει πρὸς τὶς ὀμορφιὲς τῆς ἀπεραντοσύνης τοῦ οὐρανοῦ καὶ μιᾶς θέας ποὺ ἀγκαλιάζει σ’ ἕνα εὐρὺ ὁρίζοντα Φύση καταπράσινη καὶ ὡραία. Ἐκεῖ στὸ μεγαλεῖο καὶ στὴν γαλήνη τῆς ἐρημιᾶς, ἄξιζε ἡ νέα Κατοικία τῆς Παντάνασσας. Ὁ Πόντιος Γενικὸς Διοικητὴς Βορείου Ἑλλάδος τότε κ. Ἰασονίδης καὶ ὅλοι οἱ ὑπεύθυνοι βοήθησαν, ἐγκαρδιωμένοι ἀπὸ τὸ ἔργο ποὺ ἄρχιζε. Ἔτσι τὸ Δεκαπενταύγουστο τοῦ 1951, ὅλα ἦταν ἕτοιμα γιὰ τὴν μεταφορὰ τῆς Ἁγίας Εἰκόνας στὸν νέο Της Θρόνο.
……….Ἡ διαδρομὴ ἀπὸ τὰς Ἀθήνας ὡς τὰ ὕψη τῆς Καστανιᾶς ὑπῆρξε μεγαλειώδης. Ἀποδόθηκαν τιμὲς Βασιλίσσης στὴν Μεγαλόχαρη τοῦ Πόντου. Τὸ Βυζάντιο ξανάζησε σὲ ὅλη του τὴν μεγαλοπρέπεια. Στὴν Θεσσαλονίκη ὁ Παναγιώτατος Μητροπολίτης Παντελεήμων ἐχοροστάτησε στὴν λειτουργία, ποὺ πανηγυρικὰ ἔγινε στὴν Ἀχειροποίητο, μπροστὰ σὲ χιλιάδες Λαοῦ ποὺ δάκρυζε ἀπὸ ἱερὴ συγκίνηση. Στὴν Βέρροια, ποὺ ἔπλεε στὶς κυανόλευκες, ἐνθουσιώντα πλήθη ἀνέμεναν τὴν ἄφιξή Της, μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τὸν πάλλευκο Ἱεράρχη Ἀλέξανδρο.
……….Μόλις ἐμφανίσθηκε ἡ Εἰκόνα, ὁ σεβάσμιος γέροντας ἐγονυπέτησε, ὅλοι οἱ ἱερεῖς καὶ ὁ λαὸς μαζὶ του. Ὕστερα μὲ χέρια τρεμάμενα τὴν πῆρε, τὴν ἀσπάστηκε καὶ ὑψώνοντάς Τη πρὸς τὸν οὐρανό, εἶπε μὲ κατάνυξη : “Εἶδον οἱ ὀφθαλμοὶ μου τὴν Εἰκόνα Σου Θεοτόκε, τὴν Εἰκόνα αὐτὴν τὴν λαμπρὰν καὶ πάνσεπτον, ἡ ὁποία θὰ σκέπῃ τὰ ἀκραῖα σύνορα τῆς Πατρίδος , τὴν Εἰκόνα ἡ ὁποία τοῦ λοιποῦ θὰ φυλάττῃ τὸ ποίμνιόν Σου, ὅπως ἐπὶ αἰῶνας ἐφύλαξε τοῦτο εἰς ἄλλα ὅμοια μὲ αὐτὸ βουνά”.
……….Μετὰ τὴν ἀρχιερατικὴ δέηση, μὲ λαμπρὴ πομπὴ ἡ Εἰκόνα μεταφέρθηκε στὴν Καστανιᾶ καὶ κεῖ στὸν νέο Της Θρόνο. Εὐλαβικὰ τοποθετήθηκε πάνω σὲ λίθινο βωμό, ἔγινε ἡ ἔπαρση τῆς Σημαίας καὶ ὁ Μητροπολίτης εὐλόγησε τὸν χῶρο γιὰ τὴν θεμελίωση τοῦ Ναοῦ.
……….Ἡ τιμὴ τῆς θεμελιώσεως ἀνῆκε στὸν ἐμπνευστὴ τοῦ ἔργου, τὸν κ. Φίλωνα Κτενίδη. Μὲ φωνὴ παλλόμενη ἀπὸ μεγάλη συγκίνηση καὶ ἰκανοποίηση ὁ κ. Κτενίδης ἀνέγνωσε :“Παύλου Βασιλεύσαντος, Σήμερον, ἡμέρᾳ Τετάρτη, 15 Αὐγούστου τοῦ σωτηρίου ἔτους 1951, κατετέθη ὁ θεμέλιος οὗτος λίθος, ἐφ’ οὖ ἱδρύεται ναΐδριον τῆς Μονῆς Παναγίας Σουμελᾶ πρωτοβουλίᾳ τῶν ἐκ Πόντου προελθόντων Ἑλλήνων…” .
……….Ἀπὸ τότε ἕνας χρόνος πέρασε. Δεκαπενταύγουστος 1952. Ψυχὲς καὶ χέρια ἐργάστηκαν ἀκαταπόνητα.
……….Οἱ στρατιῶτες τοῦ Β΄ Σώματος Στρατοῦ ἄνοιξαν ὡς τὶς ψηλὲς κορφὲς δρόμο. Οἱ Πόντιοι καὶ ὁ λαὸς ὅλος προσέφεραν κατὰ τὴν δύναμή τους μικρές, μεγάλες προσφορές. Χωρικοὶ τὴν ἐργασία τους. Πονεμένοι κι’ εὐτυχισμένοι τὰ ἀφιερώματά τους. Σὰν τὰ μελίσσια τὰ ἐργατικὰ γύρω ἀπ’ τὴν Κυψέλη τοῦ Καλοῦ, ψυχὲς καὶ χέρια ἕνα χρόνο ἐργάσθηκαν…
……….Καὶ φέτος (1952) τὸ Πανηγῦρι τοῦ Δεκαπενταύγουστου θὰ ἠχήση πάνω στὶς ψηλὲς κορφές, γιὰ νὰ πῇ στὰ πέρατα τοῦ κόσμου πὼς ἔτσι ζεῖ ὁ Ἑλληνισμός. Ἔτσι ἡ λαμπάδα αὐτὴ ἡ ἄσβεστη τῆς ψυχῆς του, ἀνάφτει τὸ πνευματικὸ της φῶς.
……….Τριάντα χρόνια πρίν, στὸν Πόντο. Τώρα στὴ γωνιὰ αὐτὴ τῆς Ἑλλάδος, ποὺ ὅλους μᾶς σύμμασε, ὅλους μᾶς χώρεσε καὶ κανεὶς δὲ ξέρει ποιὲς δυνάμεις κοχλάζουν μέσα Της, τὶ μέλλεται ἀκόμη σὲ δόξα νὰ χαρῇ. Πόσα ἔχει νὰ ἐλπίζῃ ἡ Ἑλλάδα μας ὅταν ἔτσι τὴν σκέπει ἡ εὐλογία τοῦ οὐρανοῦ !
***
Πηγή κειμένου: «Παναγία Σουμελᾶ – Θρύλοι καὶ Ἱστορία», τῆς Ρούλας Παπαδημητρίου ἡ ὁποία τὸ συνέγραψε βάσει τῶν πολυτίμων πηγῶν ποὺ ἔδωσε ὁ Φίλων Κτενίδης.
***