Ο ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΥΝΤΡΙΠΤΙΚΗΣ ΗΤΤΑΣ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΣΤΡΑΤΙΑΣ ΣΤΑ ΔΕΡΒΕΝΑΚΙΑ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ

,

Δημιουργία τοῦ Λουδοβίκου Λιπαρίνι. «Έλληνας αγωνιστής».
Δημιουργία τοῦ Λουδοβίκου Λιπαρίνι. «Ἕλλην ἀγωνιστής».

,

……….Μετὰ ἀπὸ τὰ γεγονότα τῆς 26ης Ἰουλίου 1822 στὰ Δερβενάκια, τὸ μισὸ τῆς στρατιᾶς τοῦ Δράμαλη, ποὺ διάβηκε τὸ στενὸ τοῦ Ἁγίου Σώστη, δὲν μποροῦσε πλέον νὰ λογαριάζεται. Σὲ τέσσερεις χιλιάδες ὑπολογίσθηκαν οἱ νεκροὶ τοῦρκοι ἐκείνης τῆς μάχης, ἐνῶ ὁ Φραντζῆς τοὺς ἀνεβάζει σὲ ὀκτὼ χιλιάδες. Οἱ ὑπόλοιποι ἀπὸ τοὺς δεκεπέντε χιλιάδες ποὺ ἀποτελούσαν τὸ σῶμα ἐκεῖνο καὶ ποὺ κατώρθωσαν νὰ περάσουν στὴν Κουρτέσα φτάνοντας στὴν Κόρινθο, ἦταν σὲ ἀχρηστία.

……….Μὲ ἐκμηδενισμένο τὸ ἠθικό, χωρὶς ἀποσκευές, δὲν ἦταν πλέον δυνατόν νὰ χρησιμοποιηθοῦν. Ἀπὸ τοὺς τραυματίες ποὺ ἀπέμειναν στὴν χαράδρα τοῦ Ἁγίου Σώστη κανεὶς δὲν διασώθηκε. Μόνο εἰκοσιοκτὼ τοῦρκοι μὲ ἕναν πασσᾶ, κατάφεραν νὰ κρυφτοῦν τὴν φοβερὴ νύκτα κάτω ἀπὸ τὸ πρόχωμα τοῦ Νικηταρᾶ καὶ μόλις ξημέρωσε ἔσπευσαν νὰ φύγουν πρὸς τὴν Κουρτέσα. Ἔγιναν ὅμως ἀντιληπτοὶ ἀπὸ τοὺς στρατιῶτες τοῦ Νικηταρᾶ, οἱ ὁποῖοι τοὺς καταδίωξαν, φόνευσαν δέκα καὶ αἰχμαλώτισαν ἕναν.

……….Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο ἔγινε, σύμφωνα μὲ τὶς περιγραφὲς τῶν αὐτοπτῶν ἱστορικῶν τοῦ ἀγῶνα, ἡ μάχη τοῦ Ἁγίου Σώστη ἐπέφερε καίριο τραῦμα κατὰ τῆς ἐκστρατείας τοῦ Δράμαλη. Γιὰ μεγάλο χρονικὸ διάστημα «ἐλεύκαζαν ἐκεῖ τὰ κόκκαλα τῶν νεκρῶν, ἀνθρώπων καὶ ζώων, ποὺ ἐσκεπάζοντο ἀπὸ τὰς φυσικὰς προσχώσεις καὶ ἀπεκαλύπτοντο ἔπειτα ἀπὸ τὰς διαβρώσεις τοῦ ἐδάφους ἀπὸ τοὺς χειμμάρους».  Κατὰ τὴν παράδοση τόσο ἦταν τὸ κακὸ κατὰ τὴν πολύωρη ἐκείνη πολεμικὴ λαίλαπα, ὥστε ἐπὶ ἕνα ὁλόκληρο ἑξάμηνο μετὰ τὴν 26η Ἰουλίου δὲν φάνηκε στὰ στενὰ τοῦ Ἁγίου Σώστη οὔτε ἕνα πουλί…

……….Ἡ δημοτικὴ ποίηση ἔδωσε τὴν εἰκόνα τῆς ἑλληνικῆς νίκης μὲ δραματικὰ τραγούδια ἀπὸ τὰ ὁποῖα τὸ παραστατικώτερο κομμάτι εἶναι τὸ ἀκόλουθο :

«Ἦταν ἀσκέρι τούρκικο, μιὰ κοσαριὰ χιλιάδες, / ἦταν πασσάδες ξακουστοί, πολλοὶ ντερεμπεῆδες.  / Δὲν ἐτηράξανε στρατό, μηδὲ καὶ παλληκάρια / καὶ ἄλα-ἄλα κάνανε, στὸν Ἅγιο Σώστη πᾶνε. / Μὰ κεῖ τοὺς καρτεράγανε μὲ δυνατὸ ντουφέκι / ὁ καπετὰν Νικηταρᾶς κ’ οἱ Κολοκοτρωναῖοι.

Δόστε φωτιά, μωρὲ παιδιά, προσέχτε παλληκάρια. / Κ’ εὐθὺς ἐξεσπαθώσανε, τοὺς ἔδωκαν ντουμάνι, / τοὺς τσάκισαν καὶ πέφτανε κορμιὰ χωρὶς κεφάλια. / Θέλτε ν’ ἀκοῦστε κλάματα, δάκρυα καὶ μοιρολόγια ; / Περάστ’ ἀπὸ τὴν Ἀναπιαγὰ καὶ ἀπὸ τὸ Πεντεσκοῦφι, / ἐκεῖ θ’ ἀκοῦστε κλάματα, δάκρυα καὶ μοιρολόγια. / Κλαῖνε τ’ ἀχούρια γι’ ἄλογα, καὶ τὰ τζαμιὰ γι’ ἀγάδες, / κλαῖνε καὶ οἱ χανούμισσες τοὺς ἄντρες, τὰ παιδιὰ τους.

Τ’ εἶν’ τὸ κακὸ ποὺ γίνηκε, τ’ εἶν’ τὸ κακὸ ποὺ πάθαν/ τῆς Ρούμελης οἱ μπέηδες καὶ τοῦ Μωριᾶ οἱ λεβέντες; / Στὰ Δερβενάκια κείτονται, κορμιὰ χωρὶς κεφάλια, / στρῶμά’ χουνε τὴ μαύρη γῆς, προσκέφαλο τὴν πέτρα / κ’ ἔχουνε γιὰ παπλώματα τοὺς πάγους καὶ τὰ χιόνια./ Κι ὅσοι διαβάτες κι ἄν περνοῦν στέκουν καὶ τὰ ρωτᾶνε·

  • Κορμιά, ποῦν’ τὰ κεφάλια σας, κορμιὰ ποῦν’ τ’ ἄρματά σας ;
  • Οἱ Κλέφτες μᾶς τὰ πήρανε, οἱ Κολοκοτρωναῖοι, τὸ κρῖμα νἄχῃ ὁ Δράμαλης, τ’ἀνάθεμα ὁ σουλτᾶνος. / Μᾶς ἔστειλαν μέσ’ τὸ Μωριᾶ, τοὺς Κλέφτες νὰ βαροῦμε. Ἐδῶ Κλέφτες δὲν ηὕραμε. Εὑρήκαμε λιοντάρια. / Στὰ δόντια σούρνουν τὸ σπαθί, στὰ χέρια τὸ ντουφέκι. / Φυσάει ἀέρας Κορθινός, μαΐστρος τραμουντάνας / καὶ πάει τὰ χαιρετίσματα στοῦ Δράμαλη τ’ ἀσκέρια. / Πιάνουν καὶ κάνουν γράμματα στὰ δόλια τους χαρέμια.
  • Νὰ μὴ μᾶς παντυχαίνετε, νὰ μὴ μᾶς καρτερᾶτε, / γιατὶ ἐπαντρευθήκαμε στὰ Δερβενάκια μέσα. / Πήραμ’ τὴν πέτρα πεθερά, τὴ μαύρη γῆς γυναίκα / κι αὐτὰ τὰ λιανολίθαρα οὗλα γυναικαδέλφια.»

Πηγές :

Αφήστε μια απάντηση