Ο ΘΡΗΝΟΣ ΤΟΥ Γ. ΚΑΝΔΗΛΑΠΤΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΥΙΟ ΤΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟ, ΗΡΩΑ ΤΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ ΤΟΥ ’40.

.

.

……….[Τί γλυκής άνθρωπος ! Τον γνώρισα ως επιστήμονα μέσα από τα βιβλία του. 11 μικρά βιβλία τα οποία είχα ξεκοκαλίσει· αλλά αυτό είναι άλλο πράγμα…]


.

[Απόσπασμα από κάποιο βιβλίο-αφιέρωμα στον μεγάλο αυτόν Έλληνα.]

.

Ο θρήνος τού Γ. Κανδηλάπτη γιά τον υιό του Θεόδωρο, ήρωα τού Μετώπου τού ’40

.

……….Ο θάνατος τού Θεόδωρου συγκλονίζει το Γ. Κανδηλάπτη και επηρεάζει την προσωπικότητα και το έργο του. Η οικογένεια θεωρεί ότι «ο πατέρας το άντεξε, γιατί μετά από λίγες μέρες άρχισε πάλι να γράφει, αντίθετα η μητέρα πάντοτε θυμόταν τον Θεόδωρο και έκλαιγε όταν μιλούσε γι’ αυτόν» (Συνέντευξη με τον Ιωάννη Κανδηλάπτη, 2000).

……….Όμως, όπως φαίνεται από την προσωπική αλληλογραφία τού συγγραφέα, «[]σὲ ἐπιστολὴ ποὺ ἔγραψε πέντε χρόνια μετὰ τὸν θάνατο τοῦ λατρεμένου του παιδιοῦ, ἀπευθυνόμενος σὲ αὐτό, τοῦ περιγράφει μὲ γλαφυρὸ καὶ συγκινητικὸ τρόπο τὰ συναισθήματα ποὺ βίωσε μέχρι νὰ συνειδητοποιήσῃ ὅτι πράγματι δὲν θὰ ἐπέστρεφε ἀπὸ τὰ πεδία τῶν μαχῶν.

  • Ἀπὸ τὴν ἄρνηση… «[]ἔκλεισα τά ὦτα μου διά νά μήν ἀκούσω τούς ψιθυρισμούς των περί ἐμέ []ἐνέκρωσα τό σῶμα μου ἵνα ἀναίσθητον εἶναι πρός τό μαῦρον περιβάλλον μου»,
  • τὴν ἐλπίδα… «[]Ἡ ἀνίκητος ἐλπίς μέ συνεκράτει καί ἡμέρας καί ὥρας ὁλοκλήρους ηὐχαριστούμην νά καθήσω ἐπί πολλάς ἡμέρας ἐπί τῆς ὁδοῦ []μήπως σέ εἶδον καθ’ ὁδόν»,
  • μέχρι τὴν συνειδητοποίηση τῆς ἀπώλειας… «[]τότε πλέον ἐπίστευσα αὐτό καί ἐνόμισα ὅτι ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ ἐστροβιλίζοντο περί ἐμέ καί ἀνελύθην εἰς δάκρυα…»

……….Γράφει σαν να πρόκειται να στείλει την επιστολή σε παραλήπτη, θυμάται τις ευτυχισμένες στιγμές μαζί του και τού αναφέρει κείμενα επιστολών, τις οποίες ο Θεόδωρος είχε στείλει στον ίδιο, στην μητέρα και σε κάθε ένα από τα αδέλφια του ξεχωριστά. Η πρώτη σελίδα τής επιστολής μιλά γιά την οδύνη τής αγγελίας του θανάτου του.

……….«Προσφιλέστατόν μου τέκνον Θεόδωρε, Φεῦ! Ἐπέπρωτο νά πίνῳ καί τό πικρόν ποτήριον τοῦ ἀώρου θανάτου σου. Δέν τό ἐπίστεψα καί ὅμως ἦτο ἀληθές. Ἔκλεισα τούς ὀφθαλμούς μου καί δέν ἤθελον νά ἀναγνώσῳ τάς συλλυπητηρίους ἐπιστολάς τῶν φίλων μου, ἔκλεισα τά ὦτα μου διά νά μήν ἀκούσω τούς ψιθυρισμούς των περί ἐμέ, διά πλαγίων μέσων ἀποπειράμενων νά μέ καταστήσωσιν ἐνήμερον τῆς πληξάσης με συμφορᾶς, ἐνέκρωσα τό σῶμα μου ἵνα ἀναίσθητον εἶναι πρός τό μαῦρον περιβάλλον μου.

……….Ἀλλ’ ἡ πολύμηνος σιωπή σου ἀπό τῆς 12ης Φεβρουαρίου μέχρι τῆς 15ης Ἀπριλίου ἤρχισε νά κλονίζῃ τάς ἐλπίδας μου, ἄν καί πάλιν ἐπίστευον ὅτι αὐταπατῶμαι, ὅτι ζῇς καί ὅτι θά ἔλθῃς καί θά σέ περιπτύξω εἰς τήν ἀγκάλην μου.

……….Ἀπό τῆς 15ης Ἀπριλίου ἤρχισαν νά ἐπιστρέφωσιν ἐκ τοῦ μετώπου τά ἐθνικά μας στρατεύματα καί τότε ἔγινα βάρος εἰς πάντα ἐρχόμενον διά τῆς ἐρωτήσεως: μήπως ἔρχεσαι; μήπως εἶσαι καθ’ ὁδόν; Οὐδέν, οὐδεμία σκιά σου. Κατά τό διάστημα τοῦτο ἡ σύζυγος τοῦ ἐν Χαλκίδι φίλου συναδέλφου σου Θωμᾶ Κρασᾶ, ἥτις τρέφει μεγάλην ἐκτίμησιν πρός σέ διά τήν εὐγενῆ συμπεριφοράν σου καί τήν πρός τόν σύζυγόν της ἀδελφικήν φιλίαν σου, μοί ἔγραψε πλαγίως πως καί ἀοριστολογικῶς τήν ἐνδεχομένην ἀπώλειάν σου, ἀλλά δέν τό ἐπίστευσα, διότι ἡ πατρική καρδία δέν θέλει νά πιστεύσῃ τοιαῦτα ἀπαίσια μηνύματα.

……….Ἡ ἀνίκητος ἐλπίς μέ συνεκράτει καί ἡμέρας καί ὥρας ὁλοκλήρους ηὐχαριστούμην νά καθήσω ἐπί πολλάς ἡμέρας ἐπί τῆς ὁδοῦ Ἀλεξανδρουπόλεως-Νέας Χηλῆς, ὅθεν ἤρχοντο οἱ ἐξ Ἀλβανίας στρατιῶται, μήπως σέ εἶδον καθ’ ὁδόν, μήπως καί σύ θ’ ἀκολουθήσῃς τούς αἰσίως καταφθάσαντας γαμβρόν μου Ἀθανάσιον καί τόν ἀδελφόν σου Δημήτριον ἐκ τοῦ στρατιωτικοῦ βίου των. Ἀλλά δυστυχῶς, ἡ μοῖρα μου μέ ἐφθόνησε, καί δέν ἦλθες, δέν ἐφάνης σύ, τό χάρμα τῶν γηρατείων μου καί τό ἔρεισμα τῆς ἀναλαμπῆς τῆς παγιδευθείσης μου χαρᾶς εἰς τά ὀλίγα ὑπόλοιπα ἔτη τοῦ βίου μου.

……….Καί ἐνῶ τά περισπούδαστα ἐν Ἀθήναις καί Θεσσαλονίκῃ φῦλλα μέ ζωηρά χρώματα ἔγραψαν τόν ἡρωϊκόν θάνατόν σου καί οἱ ἐν Ἀθήναις συγκεντρωθέντες ἐπιζήσαντες Εὐέλπιδες φίλοι σου ἐτέλεσαν πάνδημον τό ὡς ἄνω διαμνημονευθέν μνημόσυνόν σου, ἐγώ ὁ ταλαίπωρος ἐβαυκαλιζόμην μέ ψευδεῖς πληροφορίας, ὅτι μέ 17 ἄλλους ἀνωτέρους ἀξιωματικούς προτιμήσαντες τήν εἰς Αὔγουστον μέσον Θεσσαλίας ἀναχώρησίν σας, καί μέ ἄλλων πληροφορίας ὅτι πολεμῶν γενναίως συνελήφθης αἰχμάλωτος καί ἀπήχθης εἰς Ἰταλίαν.

……….Καί ἐνῶ οἱ φίλοι μου οἰκτείροντές με ἀπεμάκρυνον τά ἀναγράφοντα τόν θάνατόν σου φῦλλα, ἐγώ δέ ἐπίστευον εἰς αὐτούς καί ἐνόμιζον ὅτι ζεῖς καί θά ἐπανέλθῃς, καί μέ τοιαύτας κενάς ἐλπίδας συνεκράτουν καί τήν ἀτυχή σου μητέρα καί τά ἀγαπητά σου ἀδέλφια. Πολλάκις τήν νύκτα ἐξανιστάμενος καί ἐνῶ περί ἐμέ ἐκοιμῶντο μακαρίως τά προσφιλῆ μου τέκνα, ἐγώ ἀνάπτων ἀλλεπάλληλα τσιγάρα ἐσυλλογιζόμην, ἐμονολόγουν, διηρωτώμην, μήπως τά διαδιδόμενα εἶναι ἀληθῆ ἀφοῦ καί ἡ σιωπή σου εἶναι ἐποικοδομητική τῶν φημῶν.

……….Τήν 20ήν Ἀπριλίου τοῦ 1941 ἀφίχθη ἐξ Ἀθηνῶν ὁ ἐξ Αἰσύμης ἄλλοτε μαθητής μου Παντελῆς Σαχινίδης, στρατιώτης καί ἐνῶ ἐν τῇ οἰκίᾳ μου ἔτρωγε τόν ἄρτον μου καί χωρίς νά σφυγμομετρήσῃ τήν πατρικήν καί μητρικήν καρδίαν καί πρός ἐπιβράβευσιν τῆς φιλοξενίας μου ἄνευ ὑπεκφυγῶν καί «ἀσεκλεμετέν», ὡς λέγουσιν οἱ Τοῦρκοι, εἶπεν ὅτι: «ὁ Θεοδωράκης ἐσκοτώθη εἰς τό Ἀλβανικόν Μέτωπον» καί ὅτι «αἱ ἐφημερίδες τό διετυμπάνισαν». Δέν τόν ἐπιστεύσαμεν, διότι, ὡς προεῖπον, ἡ πατρική καρδία δέν θέλει νά πιστεύσῃ εἰς τοιαῦτα καί βαρέα ἀγγέλματα.

……….Ἀλλά τά γενόμενα οὐκ ἀπογίνονται καί τήν ἑπομένην ἐνῷ ἐξηρχόμην ἐκ τοῦ καφενείου ὁ «Πόντος» τοῦ Δημ. Τσαϊρίδου συνέτυχον τήν ὥραν ἐκείνην τόν ἐξ Ἀθηνῶν ἐρχόμενον φίλον Νικ. Πεταλᾶν, ὅστις ἀγνοῶν ὅτι δέν ἔμαθον τήν ἀπαισίαν εἴδησιν μέ συνελυπήθη διά τόν θάνατόν σου, σέ, ὅν ἐγνώρισε καί ἐξετίμησε τόν χαρακτῆρα σου κατά τήν ἐνταῦθα γυμνασιακήν μόρφωσιν.

……….Τότε πλέον ἐπίστευσα αὐτό καί ἐνόμισα ὅτι ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ ἐστροβιλίζοντο περί ἐμέ καί ἀνελύθην εἰς δάκρυα. (…).»

(Επιστολή με ημερομηνία 3 Δεκεμβρίου 1946).

*** *** ***
Σημείωση δικὴ μας: 

……….Ἀξίζει νὰ σημειωθῇ ὅτι τὴν ἐπιστολὴ ἔγραψε ὁ πατέρας. σχεδὸν πέντε χρόνια μετὰ τὸν θάνατο τοῦ υἱοῦ του Θεόδωρου στὶς 28 Φεβρουαρίου 1941.


  • Πηγή: «Χρονολόγιο καὶ ἐργογραφία Γεωργίου Θ. Κανδηλάπτου – Κάνεως, 1881-1971», ἔργο τῆς Μαρίας Κ. Βεργέτη, ἀπὸ τὸν ἐκδοτικὸ οἶκο τῶν Ἀδελφῶν Κυριακίδη κατὰ τὸ ἔτος 2002.
  • Επιμέλεια κειμένου και εικόνας: Ἑλληνικὸ Ἡμερολόγιο