,
,
Οι δύο εκδοχές γιά την τύχη τού ελληνικού Χρυσού πριν την Γερμανική εισβολή και η μετέπειτα πορεία του
.
Εκδοχή πρώτη και επικρατέστερη
.
……….Βάσει τής μεταπολεμικής αφηγήσεως τού υποδιοικητού τής Τραπέζης τής Ελλάδος, Γ. Μαντζαβίνου στον Ηλία Βενέζη, ο οποίος εκτός από λογοτέχνης ήταν και υπάλληλος τής Τραπέζης, η λήψη μέτρων γιά την μεταφορά τού Χρυσού εκτός Αθηνών, πάρθηκε μόλις έγινε ξεκάθαρο ότι η Γερμανία είχε πρόθεση να βοηθήσει την Ιταλία.
……….Ως τόπος προορισμού τού Χρυσού προκρίθηκε η Κρήτη και συγκεκριμένα το Υποκατάστημα τής Τραπέζης στην πόλη τού Ηρακλείου όπου υπήρχαν ασφαλή χρηματοκιβώτια.
……….Το βάρος τού Χρυσού που επρόκειτο να μεταφερθεί ανερχόταν σε 610.796,431 ουγγιές. Την προπαρασκευαστική εργασία ανέλαβαν και γνώριζαν μόνο τρείς ή τέσσερεις υπάλληλοι, και, μόλις αυτή ολοκληρώθηκε, ζητήθηκε από το Πολεμικό Ναυτικό να θέσει στην διάθεση τής Τραπέζης τα αντιτορπιλικά «Βασιλεύς Γεώργιος» και «Βασίλισσα Όλγα» γιά την μεταφορά. Η μεταφορά έγινε – σύμφωνα πάντοτε με όσα αφηγήθηκε μεταπολεμικά ο Γ. Μαντζαβίνος – την Καθαρά Δευτέρα στις αρχές Φεβρουαρίου τού 1941.
……….Βάσει όμως τού Εορτολογίου, η Καθαρά Δευτέρα τού 1941 είναι η 3η Μαρτίου.
……….Ο δε ναύαρχος Σακελλαρίου στο βιβλίο του «Η θέσις τής Ελλάδος εις τον δεύτερον παγκόσμιον πόλεμον», Ν.Υόρκη 1944, σελ.199, γράφει ότι γιά την μεταφορά τού χρυσού χρησιμοποιήθηκε το «Σπέτσαι», το οποίο και εκτέλεσε την αποστολή στις 11 Απριλίου 1941.
……….Πάντως είναι λογικό να υπάρχει διαφοροποίηση ως προς τις ημερομηνίες, διότι ήταν μία επιχείρηση που έπρεπε να διεκπεραιωθεί υπό καθεστώς υψηλής ασφάλειας.
……….Συνεχίζοντας ο Γ. Μαντζαβίνος την διήγησή του, είπε ότι την πορεία τού Χρυσού στην Κρήτη ακολούθησε και η Διοίκηση τής Τραπέζης στις 22 Απριλίου τού 1941, μετά την αναχώρηση τού Βασιλέως Γεωργίου Β΄ και τής Κυβερνήσεως. Η επιβίβαση έγινε υπό τραγικές συνθήκες σε μία παραλία των Μεγάρων ενώ δίπλα τους φλεγόταν ένα βομβαρδισμένο από «στούκας» ατμόπλοιο. Στην Σούδα έφτασαν το πρωί τής 23ης Απριλίου, όπου σχεδόν αμέσως δέχθηκαν επιδρομή γερμανικών «στούκας». Δεύτερος σταθμός μετά την Σούδα ήταν τα Χανιά, στα οποία και εγκαταστάθηκαν στο εκεί Υποκατάστημα τής Τραπέζης.
……….Όταν άρχισε να διαγράφεται η επικείμενη κατάληψη τής Κρήτης, άρχισε η προετοιμασία γιά την μεταφορά πλέον τού Χρυσού εκτός Ελλάδος. «Θέμα κύριον ἦτο δι’ ἡμᾶς πάλιν νὰ περισώσωμεν τὸν χρυσὸν τοῦ ἀποθέματος καὶ νὰ τὸν μεταφέρωμεν εἰς χώραν ἀσφαλή. Τοιαύτη χώρα ἦτο ἡ Νότιος Ἀφρική. Ὁ χρυσὸς θὰ ἔπρεπε νὰ μεταφερθῇ ἀπὸ τὸ Ἡράκλειον εἰς τὴν Πραιτώριαν, ἕδραν τῆς Κεντρικῆς Τραπέζης τῆς Νοτίου Ἀφρικῆς. Ἀπεφασίσθη νὰ μεταφερθῇ εἰς ἄλλο πλοῖον διὰ τὸ μακρυνὸν του ταξείδι.»
Τα 16 κιβώτια με νομίσματα και τιμαλφή τής Εθνικής Τραπέζης (ΕΤΕ) που εγκαταλείφθηκαν στο Ηράκλειο και η κατάσχεσή τους από τους Γερμανούς
……….Σύμφωνα με τον συγγραφέα και ερευνητή κύριο Δ. Κούκουνα, κατά την μεταφορά τού Χρυσού από το Ηράκλειο, και ίσως από αμέλεια κάποιων υπευθύνων, εγκαταλείφθηκαν στα υπόγεια τού Υποκαταστήματος Ηρακλείου ποσότητες χρυσού, αργύρου και άλλων πολύτιμων τιμαλφών. Τον «ξεχασμένο» θησαυρό εντόπισε στις 5 Ιουνίου τού 1941 ο Γερμανός Κύνσεμπεργκ, ο οποίος εκτελούσε ειδική αποστολή γιά λογαριασμό τού Ρίμπεντροπ. Με τηλεγράφημα που έστειλε στις 7 Ιουνίου 1941, ενημέρωνε ότι ο χρυσός ανερχόταν σε νομίσματα βάρους 91.502 κιλών, ο άργυρος σε νομίσματα βάρους 127.075 κιλών, ενώ εντοπίσθηκαν και πέντε μικρά κιβώτια γεμάτα χρυσό, άργυρο και κοσμήματα που προέρχονταν από δωρεές πολιτών γιά την Ελληνική Εθνική Άμυνα. Αυτά μεταφέρθηκαν στο Βερολίνο στις 15 Μαΐου τού 1942 και παραδόθηκαν στην Ράϊχσμπανκ (την Τράπεζα τού Ράϊχ) γιά ρευστοποίηση.
……….Γι’ αυτή την ποσότητα τού χρυσού και αργύρου, υπάρχει μεταπολεμική ενημέρωση από τον διοικητή τής Εθνικής Τραπέζης, ο οποίος αναφέρει την παράδοση στην Τράπεζα τής Ελλάδος στις 12 Απριλίου τού 1941, δέκα κιβωτίων (γιά ασφαλέστερη φύλαξη), τα οποία περιείχαν χρυσό βάρους 90.944,750 κιλών, αργύρου βάρους 142.314,500 κιλών συνολικής αξίας 12.000 χρυσών λιρών και έξι κιβωτίων με τιμαλφή από τον Πενελλήνιο Έρανο Κοινωνικής Πρόνοιας.
……….Τα δέκα από αυτά τα κιβώτια, η Τράπεζα τής Ελλάδος μετέφερε στο Υποκατάστημα τού Ηρακλείου Κρήτης. Η κατάσχεσή τους από τους Γερμανούς γνωστοποιήθηκε στην Εθνική Τράπεζα μέσω τής Τραπέζης τής Ελλάδος, με αντίγραφο τού πρωτοκόλλου παραδόσεως. Τότε η ΕΤΕ με δύο έγγραφά της προς τον πληρεξούσιο τού Ράϊχ στην Ελλάδα, ζήτησε την απόδοση των κατασχεθέντων ως ιδιωτικής περιουσίας. Ουδεμία απάντηση δόθηκε.
……….Συνέχισε όμως τα διαβήματά της, και μέσω των κατοχικών υπουργείων Οικονομικών και Εθνικής Οικονομίας, αλλά, και με επανάληψη τού διαβήματός της προς τον Οικονομικό πληρεξούσιο τής Γερμανίας στην Ελλάδα το 1943. Αποτέλεσμα ήταν να επιστραφούν μόνο τα έξι κιβώτια με τα τιμαλφή αντικείμενα τού Πενελληνίου Εράνου Κοινωνικής Πρόνοιας. Το 1944 επανέλαβε το διάβημα γιά επιστροφή και των δέκα κιβωτίων με τα χρυσά και αργυρά νομίσματα, χωρίς όμως αυτά να επιστραφούν ποτέ.
Η μεταφορά τού Ελληνικού Χρυσού από την Κρήτη στην Αίγυπτο (Μάϊος 1941)
……….Ξεκινώντας λοιπόν από το λιμάνι τού Ηρακλείου και υπό τις διαρκείς επιθέσεις των γερμανικών «στούκας», ο χρυσός με την συνοδεία των υπαλλήλων τής Τραπέζης, Αριστείδου Λαζαρίδη και Μίνωος Λεβή, φορτώθηκε στο μικρό αγγλικό ρυμουλκό «Σάλβυα» με κυβερνήτη έναν έφεδρο αξιωματικό τού αγγλικού εμπορικού ναυτικού. Ο κυβερνήτης με τα μικρά του αντιαεροπορικά πολυβόλα κατόρθωσε και κατέρριψε δύο από τα γερμανικά αεροπλάνα. Υπό συνεχή συναγερμό και με τον Χρυσό στο κατάστρωμα τού ρυμουλκού, το «Σάλβυα» κατάφερε να φτάσει στο λιμάνι τής Σούδας.
……….Από εκεί τα κιβώτια πάλι υπό συνεχή συναγερμό και βομβαρδισμό, μεταφορτώθηκαν στο καταδρομικό «Διδώ», το οποίο είχε αποσπασθεί από την ναυτική μοίρα Μεσογείου και τεθεί στην διάθεση τής Τραπέζης τής Ελλάδος ειδικά γιά την μεταφορά τού Χρυσού. Δίπλα από το «Διδώ», τού οποίου τα πυροβόλα έβαλλαν διαρκώς, φλεγόταν ένα Δανέζικο πλοίο. Παρ’ όλο τού ότι η μεταφόρτωση έγινε υπό φρενήρεις ρυθμούς, διότι ο Άγγλος κυβερνήτης βιαζόταν να αποπλεύσει φοβούμενος γιά το πλοίο του, δεν σημειώθηκε καμμία απώλεια και ο χρυσός τοποθετήθηκε στο κύτος τού «Διδώ». Μόνο ένα κιβώτιο έσπασε γεμίζοντας χρυσές λίρες το κύτος, και τότε ο κυβερνήτης έδωσε διαταγή ενώ το «Διδώ» έπλεε προς Αλεξάνδρεια, να μαζευτούν όλες οι λίρες. Βρέθηκαν όλες εκτός από μία…
Η μεταφορά στην Νότιο Αφρική, η τήξη και η ανάτηξη με τον κανονισμένο βαθμό καθαρότητος
……….Ήδη η Τράπεζα μέσα σε έναν μήνα από την άφιξη τού Χρυσού στην Αίγυπτο, σε συμφωνία με τις Συμμαχικές Αρχές, ρύθμισε την μεταφορά του μέσω τού Σουέζ στην Πραιτώρια. Μικρή καθυστέρηση δημιούργησε κατά παράδοξο τρόπο η Εθνική Τράπεζα τής Αιγύπτου, η οποία όταν τής ζητήθηκε από την διοίκηση τής Τραπέζης τής Ελλάδος ο Ελληνικός Χρυσός που ήταν αποθηκευμένος στο Υποκατάστημα τής Αλεξάνδρειας, προέβαλε αντιρρήσεις λέγοντας ότι: «Εμείς γνωρίζουμε ότι η Τράπεζα τής Ελλάδος είναι στην Αθήνα». Τελικά τον παρέδωσαν…
……….Η μεταφορά τού Χρυσού από την Αλεξάνδρεια έγινε μέσω τής ερήμου τού Σουέζ, με φορτηγά τα οποία συνοδεύονταν από τεθωρακισμένα. Από το Σουέζ φορτώθηκε σε επίτακτο εμπορικό πλοίο στο οποίο επιβιβάσθηκε και ο Διευθυντής Αριστείδης Λαζαρίδης μαζί με έναν υπάλληλο, με προορισμό το Ντέρμπαν τής Νοτίου Αφρικής. Από εκεί μεταφορτώθηκε σε ειδική αμαξοστοιχία την οποία διέθεσε ο Στρατάρχης Ματς.
……….Πάντοτε με την συνοδεία τού Αριστείδη Λαζαρίδη, επόμενος σταθμός ήταν το Γκέρμιστον Νοτίου Αφρικής όπου έγινε επανέλεγχος και λιώσιμο τού χρυσού διότι αποτελείτο από διάφορα χρυσά νομίσματα αλλά και ράβδους. Έπρεπε λοιπόν να μετατραπεί σε ομοειδείς ράβδους με τον κανονισμένο βαθμό καθαρότητος.
……….Η ανάτηξη τού Ελληνικού Χρυσού έγινε υπό την επίβλεψη τής South African Reserve Bank, εκδοτικής Τράπεζας τής Νοτίου Αφρικής. Οι ράβδοι χρυσού που προέκυψαν, είχαν βάρος 608.350,790 ουγγιές. Αυτός ο Χρυσός μεταφέρθηκε στην Πραιτώρια όπου και εναποτέθηκε γιά φύλαξη στα θησαυροφυλάκια τής South African Reserve Bank. Λόγω των ειδικών μέτρων ασφαλείας, δεν πληρώσαμε ασφάλιστρα τα οποία με μέτριους υπολογισμούς θα ανέρχονταν σε 500.000 λίρες, αλλά καταβλήθηκαν μόνο τα έξοδα μεταφοράς και ανατήξεως τού χρυσού, τα οποία ήταν ελάχιστα.
Αυτή είναι η πλέον επίσημη εκδοχή.
Η Τράπεζα τής Ελλάδος συμφωνεί με την πρώτη εκδοχή μεταφοράς τού Χρυσού
……….Σύμφωνα με το βιβλίο «Ιστορία τής Τράπεζας τής Ελλάδος 1928-2008, τού Μιχάλη Ψαλιδόπουλου, το οποίο τυπώθηκε τον Απρίλιου τού 2014 από την Τράπεζα τής Ελλάδος, στις σελίδες 34 & 123, αναφέρεται η πρώτη εκδοχή ως προς την διάσωση τού Χρυσού, δηλαδή τής μεταφοράς στην Νότιο Αφρική 610.796,431 ουγγιών (πριν την τήξη τους), γράφοντας συγκεκριμένα ότι: «Έτσι, εγγράφηκε υποθήκη γιά την ανασυγκρότηση τής δραχμής στο μέλλον. Τελικά, μετά τον ενδιάμεσο σταθμό τού Λονδίνου, το απόθεμα χρυσού επέστρεψε μεταπολεμικά στην Ελλάδα. Σήμερα τα συναλλαγματικά αποθέματα τής χώρας φυλάσσονται, σύμφωνα με την διεθνή πρακτική, σε περισσότερες τής μίας χώρες. Συγκεκριμένα τα ελληνικά αποθέματα βρίσκονται κατά 29% στις ΗΠΑ, κατά 20% στο Ηνωμένο Βασίλειο, κατά 4% στην Ελβετία και κατά 47% στην ίδια την Ελλάδα. Με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται η κάλυψη εθνικών αναγκών σε πιθανές έκτακτες περιστάσεις».
Η δεύτερη εκδοχή
……….Γι’ αυτήν την δεύτερη εκδοχή, με υπόμνημά του στην σελίδα 44 τού βιβλίου του ‘’Η ελληνική οικονομία κατά την Κατοχή’’, ο κύριος Δημοσθένης Κούκουνας γράφει ότι «… η αυθεντικότητα τού δημοσιεύματος είναι κατά τεκμήριο υπό μερική αμφισβήτηση, καθώς αντικειμενικά δεν μπορούσε να έχει ολοκληρωμένη ενημέρωση».
……….Σύμφωνα λοιπόν με αυτό το (υπό μερική αμφισβήτηση) δημοσίευμα, ο χρυσός είχε ήδη αρχίσει να μεταφέρεται στο εξωτερικό από τον Αύγουστο τού 1940. Όταν η Ιταλική επίθεση από τον Μάϊο τού 1941 κατέστη οφθαλμοφανής, οι διοικούντες τής Τραπέζης τής Ελλάδος άρχισαν να φυγαδεύουν χρυσό αξίας ενός και ημίσεως δισεκατομμυρίου δραχμών στην Αγγλία, ενώ έτερο φορτίο χρυσού αξίας τριών δισεκατομμυρίων δραχμών φυγαδεύτηκε στην Αμερική (Η.Π.Α.). Στις τελευταίες ημέρες πριν την γερμανική εισβολή στην Αθήνα, στα υπόγεια τής Τραπέζης τής Ελλάδος δεν υπήρχε χρυσός περισσότερος των πεντακοσίων εκατομμυρίων δραχμών.
……….Έτσι λοιπόν βάσει τής δεύτερης εκδοχής, το μεγαλύτερο μέρος τού ελληνικού χρυσού βρισκόταν ήδη στα χρηματοκιβώτια τής Αγγλίας και τής Αμερικής.
*** *** ***
Πηγές:
-
«Ιστορία τής Τράπεζας τής Ελλάδος 1928-2008», Μιχάλη Ψαλιδόπουλου, έκδ. 2014.
-
«Η Ελληνική Οικονομία κατά την Κατοχή και η αλήθεια γιά τα Κατοχικά Δάνεια», Δημοσθένη Κούκουνα, έκδ.2013.
-
Κείμενο και επιμέλεια: Ἑλληνικὸ Ἡμερολόγιο