,
,
Από την ελπίδα τής ανεξαρτησίας στον ξεριζωμό, 1918-1923
.
γράφει ο Ευριπίδης Γεωργανόπουλος
Διδάκτωρ Ιστορίας τού Α.Π.Θ.
.
……….Μετά τον πόλεμο, παρά τις μεγάλες δυσκολίες που αντιμετώπισαν οι Έλληνες, κατάφεραν να ξαναβρούν σύντομα σε ένα βαθμό τον παλιό ρυθμό τής ζωής τους. Η ήττα τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και οι διακηρύξεις, κυρίως των ΗΠΑ, περί αυτοδιάθεσης των λαών, είχαν δημιουργήσει μεγάλες ελπίδες στους Έλληνες τού Πόντου γιά εθνική αποκατάσταση. Οι μουσουλμάνοι, καθώς ήταν φοβισμένοι λόγω τής πιθανής διάλυσης τής αυτοκρατορίας και τής τιμωρίας γιά τα εγκλήματα που είχαν διαπράξει, κρατούσαν στάση αναμονής. Η ειρηνική αυτή περίοδος, που έμελλε να είναι και η τελευταία γιά τον Ελληνισμό τού Πόντου, δεν κράτησε πολύ και από τον Μάρτιο τού 1919 ξεκίνησαν πάλι οι επιθέσεις κατά των Ελλήνων.
……….Η αισιοδοξία των Ελλήνων τού Πόντου γιά εθνική αποκατάσταση δεν στηριζόταν σε κάποια θετικά δεδομένα γιά το ζήτημα. Στην πραγματικότητα δεν είχε υπάρξει στο διπλωματικό πεδίο καμία ανάλογη συζήτηση. Όταν ο Βενιζέλος, παρά τα υπομνήματα που είχε αποστείλει ο Κωνσταντινίδης τον Νοέμβριο τού 1918 προς τους Συμμάχους με τα οποία ζητούσε την ανεξαρτησία τού Πόντου, στις 17/30 Δεκεμβρίου 1918 στο υπόμνημα που υπέβαλε προς το Συμμαχικό Συμβούλιο με τις διεκδικήσεις τής Ελλάδος ζήτησε να περιληφθεί ο ανατολικός Πόντος στην Αρμενία, ο εφησυχασμός των Ποντίων γύρω από το ζήτημα έλαβε τέλος. Η κινητοποίηση των Ποντίων προκειμένου να πείσουν τον Βενιζέλο να αλλάξει πολιτική δεν είχε αποτέλεσμα, όπως και τα υπομνήματα που υπέβαλαν στους Συμμάχους. Έτσι, αποφασίσθηκε να σταλεί ο Χρύσανθος στο Παρίσι ως εκπρόσωπος των Ελλήνων τού Πόντου με σκοπό να προωθήσει το αίτημα τής αυτοδιάθεσης. Ο Χρύσανθος στο Παρίσι συναντήθηκε με τον Βενιζέλο, ο οποίος μετά την ενημέρωση που είχε, χωρίς να εγκαταλείψει τη λύση που είχε προτείνει, συμφώνησε να προωθήσει το ζήτημα σύμφωνα με τη θέληση των Ποντίων.
……….Έτσι, ο Χρύσανθος στις αρχές Μαΐου υπέβαλε υπόμνημα με τα ελληνικά αιτήματα και στη συνέχεια συναντήθηκε με ηγέτες και αξιωματούχους των Μ. Δυνάμεων, ο σημαντικότερος εκ των οποίων ήταν ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ουίλσον, ο οποίος κράτησε μία γενικώς θετική στάση υποσχόμενος πως «θα πράξωμεν παν το δυνατόν διά τον λαόν σας». Δεν υπήρξε όμως στη συνέχεια καμία ουσιαστική εξέλιξη στο ζήτημα, αφού δεν υπήρχε συνολικότερα διευθέτηση τού οθωμανικού προβλήματος. Ο Χρύσανθος ήρθε σε συνεννόηση με τον Βενιζέλο και γιά δημιουργία Στρατιωτικού Σώματος Ποντίων, ενώ ο Βενιζέλος τον Ιούλιο έστειλε στον Καύκασο και τη νότια Ρωσία μία Αποστολή Περίθαλψης των Ελλήνων προσφύγων, τής οποίας το πολιτικό σκέλος με επικεφαλής τον Ι. Σταυριδάκη είχε επιφορτισθεί με τη διερεύνηση τού ζητήματος τής ανεξαρτησίας τού Πόντου. Προς ενίσχυση τής προσπάθειας τού Χρύσανθου πραγματοποιήθηκε τον Ιούλιο τού 1919 συνέδριο των Ποντίων στο βρετανοκρατούμενο Βατούμ, στο οποίο εκλέχθηκε το Εθνικό Συμβούλιο τού Πόντου, αποφασίστηκε η ένωση τής Ελλάδος και τού Πόντου και ζητήθηκε η στρατιωτική κατάληψη τού Πόντου από τους Συμμάχους προς αποτροπή τής εξόντωσης των Ελλήνων που είχε και πάλι ξεκινήσει.
……….Και πράγματι την ίδια περίοδο είχε αρχίσει να αυξάνεται η επιθετικότητα των μουσουλμάνων, εξέλιξη που ήταν κυρίως εμφανής στην προσπάθεια αποτροπής επιστροφής των Ελλήνων προσφύγων από τη Ρωσία. Νέες διαστάσεις έλαβε η μουσουλμανική επιθετικότητα μετά την απελευθέρωση τής Σμύρνης από τον ελληνικό στρατό, την κίνηση αυτοδιάθεσης τού Πόντου και κυρίως μετά την εκδήλωση τού κινήματος τού Μουσταφά Κεμάλ στις 19 Μαΐου στην Αμισό. Ουσιαστικά ξεκινούσε μία νέα περίοδος σύγκρουσης που όλο και περισσότερο έδειχνε ότι θα ήταν η τελική και άρα η πιό σκληρή. Η κατάσταση ήταν τόσο σοβαρή που οι Βρετανοί και οι Γάλλοι αρμοστές στον Πόντο, και όχι μόνο, απηύθυναν συχνά εκκλήσεις καθ’ όλη την περίοδο τού καλοκαιριού τού 1919 γιά αποστολή συμμαχικών στρατευμάτων προκειμένου να προστατευθούν οι χριστιανικοί πληθυσμοί. Η παρουσία μικρών συμμαχικών δυνάμεων στην Τραπεζούντα, στην Αμισό και τη Μερζιφούντα δεν μπορούσε φυσικά να περιορίσει τη δράση των μουσουλμανικών συμμοριών. Οι εξελίξεις αυτές οδήγησαν σε επανεμφάνιση των ανταρτικών σωμάτων κυρίως στον δυτικό Πόντο, τα οποία προσπάθησαν να προστατέψουν τους Έλληνες από την επιθετικότητα των μουσουλμάνων.
……….Η συνάντηση τού Χρύσανθου με τον Ουίλσον είχε ως αποτέλεσμα την εκδήλωση ενδιαφέροντος των Αμερικανών γιά την περιοχή, σε συνδυασμό πάντοτε με το αρμενικό ζήτημα γιά το οποίο ενδιαφερόντουσαν πρωτίστως. Έτσι, το καλοκαίρι τού 1919 συντάχθηκαν τρεις εκθέσεις από μικρές αμερικανικές αποστολές στον Πόντο και την Αρμενία, που παρουσίαζαν κάποια στοιχεία γιά πρώτη φορά γιά την κατάσταση στον Πόντο και τη θέση των Ελλήνων. Αντιθέτως, μία μεγάλη αποστολή που ακολούθησε τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο, η αποστολή Χάρμπορντ, ασχολήθηκε κυρίως με την Αρμενία και είχε ελάχιστα στοιχεία γιά τον Ελληνισμό τού Πόντου. Καμία πάντως από τις εκθέσεις των αποστολών αυτών δεν πρότειναν να ανεξαρτητοποιηθεί ο Πόντος.
……….Η τελμάτωση τού ζητήματος τού Πόντου οδήγησε τον Χρύσανθο κατά την επιστροφή του στον Πόντο το φθινόπωρο να βολιδοσκοπήσει τις διαθέσεις μουσουλμάνων προκρίτων τού Πόντου που διαφωνούσαν με τον Κεμάλ γιά συνεργασία με τους Έλληνες. Οι συζητήσεις δεν κατέληξαν πουθενά. Ο χρόνος όμως που περνούσε χωρίς να βρεθεί λύση λειτουργούσε εναντίον των ελληνικών συμφερόντων. Έτσι, ο Χρύσανθος μαζί με την ελληνική αποστολή στον Καύκασο προσέγγισε τους Αρμενίους, με τους οποίους κατέληξαν σε συμφωνία γιά τη δημιουργία ομόσπονδου ποντοαρμενικού κράτους τον Ιανουάριο τού 1920. Η συμφωνία αυτή, όμως, παρέμεινε στα χαρτιά καθώς δεν τη δέχτηκε η αρμενική αντιπροσωπία στο Παρίσι, αλλά και η ελληνική πλευρά δεν είχε τη δύναμη να πιέσει γιά την υλοποίησή της. Χαρακτηριστικό είναι ότι τελικά το Στρατιωτικό Σώμα Ποντίων που συγκροτήθηκε, έπειτα από πολλές δυσκολίες λόγω και περιορισμένης προέλευσης εθελοντών, αποτελείτο μόνο από ένα τάγμα με περίπου 370 στρατιώτες, το οποίο δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ γιά το ζήτημα τού Πόντου αλλά εντάχθηκε στο εκστρατευτικό σώμα τής Μ. Ασίας στη Σμύρνη.
……….Το ζήτημα τής αυτοδιάθεσης γνώρισε μία νέα και τελευταία αναλαμπή, κάπως ανέλπιστα ύστερα από μία πολύμηνη στασιμότητα. Σε συζητήσεις τού Βενιζέλου με τους Βρετανούς γιά μία τελική επίθεση στο κεμαλικό κίνημα υπήρξε η πρόταση τον Ιούνιο και τον Ιούλιο τού 1920 να γίνει απόβαση ελληνικών, αλλά πιθανώς και βρετανικών δυνάμεων στον Πόντο ώστε να βληθεί ο κεμαλικός Στρατός από δύο πλευρές, και από τη δυτική Μ. Ασία και από τον Πόντο. Οι διαπραγματεύσεις όμως γιά το οθωμανικό ζήτημα που έβαιναν τότε στο τέλος τους οδήγησαν στη διακοπή των συζητήσεων. Στη Συνθήκη των Σεβρών που υπεγράφη στις 28 Ιουλίου/10 Αυγούστου 1920 προβλεπόταν ο ανατολικός Πόντος να περιληφθεί στην Αρμενία. Το σχέδιο απόβασης επανήλθε στις συζητήσεις Βενιζέλου και Βρετανών ύστερα και από τις εκκλήσεις τού Έλληνα αλλά και άλλων αρμοστών στην Πόλη γιά στρατιωτική επέμβαση στον Πόντο είτε τής Ελλάδας είτε των Συμμάχων λόγω των εντεινόμενων σφαγών των Ελλήνων. Την απόβαση στον Πόντο επιθυμούσαν και οι Αρμένιοι, καθώς ο Κεμάλ είχε ξεκινήσει την επίθεσή του στην Αρμενία τον Σεπτέμβριο τού 1920. Ο Βρετανός στρατάρχης Χένρυ Ουίλσον, στον οποίο ο Βενιζέλος πρότεινε με λεπτομέρειες το σχέδιο απόβασης, αν και ήταν επιφυλακτικός, λόγω αμφισβήτησης τής δυνατότητας τού ελληνικού στρατού να προχωρήσει σε μία τέτοια επιχείρηση, δεν το απέρριψε. Η ήττα όμως τού Βενιζέλου στις εκλογές την 1/14 Νοεμβρίου 1920 ματαίωσε το σχέδιο. Η κατάληψη, δε, την ίδια περίοδο τής Αρμενίας από τον Κεμάλ και τους μπολσεβίκους ακύρωσε και τη δημιουργία αρμενικού κράτους που θα περιελάμβανε τον ανατολικό Πόντο.
……….Οι εξελίξεις αυτές σήμαναν την αρχή τού τέλους γιά τον Ελληνισμό τού Πόντου. Από τη μία πλευρά η νέα ελληνική κυβέρνηση, την οποία σύντομα όλοι οι «σύμμαχοι» έσπευσαν να εγκαταλείψουν, δεν είχε κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο γιά τον Πόντο. Από την άλλη πλευρά οι κεμαλικοί, έχοντας επικρατήσει στην ανατολική Μ. Ασία και έχοντας να αντιμετωπίσουν μία απομονωμένη ελληνική κυβέρνηση, δρομολόγησαν το τελικό σχέδιό τους εξόντωσης τού Ελληνισμού τού Πόντου. Έτσι, από τις αρχές τού 1921 ενέτειναν τις ανθελληνικές τους ενέργειες, οι οποίες περιελάμβαναν και φυλακίσεις προκρίτων και εύπορων Ελλήνων. Από τον Μάιο τού 1921 οι ανθελληνικές επιθέσεις έλαβαν τη μορφή οργανωμένου και μαζικού εκτοπισμού των Ελλήνων τού δυτικού Πόντου με σκοπό την εξόντωσή τους με τη γνωστή δικαιολογία περί κινδύνου απόβασης ελληνικών δυνάμεων και συνεργασίας των κατοίκων με τους αντάρτες. Οι εκτοπισμοί αρχικά γίνονταν με περιοδικές αποστολές. Από τον Ιούλιο όμως αποφασίσθηκε συνολικός εκτοπισμός, ενώ παράλληλα πραγματοποιούνταν εκτεταμένες σφαγές Ελλήνων. Σύντομα επεκτάθηκαν οι εκτοπισμοί και στον παράλιο και στον μεσόγειο Πόντο. Η αντίδραση των ανταρτών και οι νίκες που σημείωσαν κατά των κεμαλικών τον Ιούλιο περιόρισαν σε ένα βαθμό, έστω και προσωρινά, την εξόντωση των Ελλήνων, δεν κατάφεραν όμως να αποτρέψουν τον εκτοπισμό. Την ίδια αναποτελεσματικότητα είχε και ο βομβαρδισμός λιμανιών τού Πόντου από ελληνικά πολεμικά πλοία.
……….Μετά την αποτυχία τής ελληνικής προέλασης τον Αύγουστο τού 1921 ο Κεμάλ συνέχισε το σχέδιο εξόντωσης των Ελλήνων τού Πόντου. Τον Σεπτέμβριο τού 1921 τα λεγόμενα «Δικαστήρια τής Ανεξαρτησίας» στην Αμάσεια οδήγησαν στην εκτέλεση εκατοντάδες σημαίνοντες Έλληνες που είχαν συλληφθεί με την κατηγορία συμμετοχής στην κίνηση γιά την ανεξαρτησία τού Πόντου. Οι διαμαρτυρίες, Ελλήνων αλλά και ξένων ιθυνόντων, ακόμη και όταν έγιναν γνωστές οι σφαγές των Ελλήνων τον Μάιο τού 1922 μέσα από δημοσιεύματα βρετανικών και αμερικανικών εφημερίδων, δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα. Μόνο η δράση των Ελλήνων ανταρτών και οι επιτυχίες που είχαν τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο στις συγκρούσεις με τον πολυάριθμο κεμαλικό στρατό κατάφεραν να περιορίσουν τις διώξεις των Ελλήνων. Η συνέχιση μάλιστα των επιτυχιών τους στις αρχές τού 1922 οδήγησε τον Κεμάλ στην πρόταση αμνηστίας στους αντάρτες τού δυτικού Πόντου, την οποία όμως αυτοί αρνήθηκαν.
……….Ύστερα από αυτές τις εξελίξεις, το 1922 και έως την καταστροφή οι Έλληνες τού Πόντου επεδίωξαν να επιτύχουν συμμαχική ή ελληνική επέμβαση στον Πόντο περισσότερο γιά να προστατευθούν οι ελληνικοί πληθυσμοί από τον ολοκληρωτικό αφανισμό παρά γιά τη δημιουργία αυτόνομου κράτους. Οι προσπάθειες αυτές δεν είχαν καμία τύχη. Αντιθέτως οι κεμαλικοί προχώρησαν τον Μάιο και τον Ιούνιο σε νέες σφαγές. Η Μικρασιατική Καταστροφή εξέπληξε και απογοήτευσε όπως ήταν φυσικό τους Ποντίους. Ο Κεμάλ, προκειμένου να φέρει προ τετελεσμένων γεγονότων την Ελλάδα ως προς την ανταλλαγή των πληθυσμών, άρχισε να πιέζει τους Ποντίους να φύγουν. Οι περισσότεροι πρόσφυγες μεταφέρθηκαν αρχικά στην Κωνσταντινούπολη, όπου ζώντας υπό άθλιες συνθήκες υπέστησαν μεγάλες απώλειες. Οι Έλληνες τού Πόντου, αλλά και οι υπόλοιποι Έλληνες τής Μ. Ασίας και τής Ανατολικής Θράκης, ξεριζωμένοι από την πατρίδα τους, προσπάθησαν και επέτυχαν τα επόμενα χρόνια κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες όχι μόνο να επιβιώσουν, αλλά και να προοδεύσουν συμβάλλοντας αποφασιστικά στην πρόοδο τής Ελλάδας, μην ξεχνώντας όμως ποτέ την καταγωγή τους και την πατρίδα τους, τον Πόντο.
-
Πηγή: Η εξαιρετική περιοδική έκδοση, «Ελλήνων Ιστορικά».