,

,
……….Ὁ Ἰβηρικῆς καταγωγῆς Αὐτοκράτωρ Φλάβιος Θεοδόσιος Αὔγουστος (Flavius Theodosius Augstus), ἤ Μεγάλος Θεοδόσιος Α’, διακρίθηκε γιὰ τὶς στρατηγικὲς του ἱκανότητες καὶ ἀπό τὴν ἡλικία τῶν τριάντα ἐτῶν ὁ Γρατιανὸς τὸν ἔστεψε Αὔγουστο τῆς Ἀνατολῆς, ἀκριβῶς λόγῳ τῶν ἐπιτυχιῶν του στὰ πεδία τῶν μαχῶν· ἀργότερα κατάφερε νὰ καταπολεμήσῃ τοὺς Γότθους στὴν Ἰλλυρία.
……….Στὴν προσπάθειά του νὰ καταστείλῃ τὶς συνεχεῖς βαρβαρικὲς τους ἐπιδρομὲς στὸ Ἀνατολικὸ τμῆμα καὶ στὰ πλαίσια ἀσκήσεως ἐξωτερικῆς πολιτικῆς, τοὺς προσεταιρίσθηκε ὡς συμμάχους (federati), παραχωρῶντας τους γῆ γιὰ νὰ κατοικίσουν ἑκατέρωθεν τοῦ Βοσπόρου, στὴν Φρυγία καὶ στὴν Θρᾲκη, μὲ ἀντάλλαγμα τὴν στρατιωτικὴ ὑπηρεσία στὸν Αὐτοκράτορα γιὰ τὴν ἄμυνα τῶν συνόρων τοῦ κράτους ἀπό τοὺς ἄλλους βαρβάρους. Τὸ εἰρηνικὸ διάστημα ἦταν βραχὺ καὶ ἡ παρουσία τους στὴν περιοχὴ μελλοντικῶς ἀποδείχθηκε δυσμενής.
……….Στὴν συλλογικὴ μνήμη ὁ Θεοδόσιος ἔμεινε περισσότερο γνωστὸς γιὰ τὶς ἀποφάσεις του ὑπὲρ τῆς Χριστιανικῆς Πίστεως, σὲ μία περίοδο ὅπου ἡ Αὐτοκρατορία διχάζετο ἀπό διάφορες τάσεις, αἰρέσεις, θρησκεῖες, ποὺ δημιουργοῦσαν διαμάχες καὶ ἀναταραχές. Κατὰ τὴν διάρκεια λαϊκῆς ἐξεγέρσεως στὴν Θεσσαλονίκη καὶ τὴν δολοφονία τοῦ ἐπικεφαλῆς τῆς φρουρᾶς, Γότθου Βουθέριχου τῷ 389, ἔδωσε τὴν ἐντολὴ γιὰ τὴν ἐκτέλεση 7.000 ἀμάχων (ἤ 15.000 κατὰ τοὺς Κεδρηνό, Θεοφάνη, Μωϋσῆ Χωρηνό). Γιὰ τὴν πράξη του αὐτὴ προέβη σὲ δημόσια ἀπολογία μπροστὰ στὸν ἀρχιεπίσκοπο Μεδιολάνων Ἀμβρόσιο.
……….Κυρίως ὅμως ἀντιμετώπισε τὶς αἰρετικές ὁμάδες ποὺ διαφωνοῦσαν μὲ τὶς ἀποφάσεις τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Μὲ τὶς ἀποφάσεις του ὑπέρ τοῦ χριστιανισμοῦ σχετίζεται τὸ διάταγμα γιὰ τὸ κλείσιμο τῆς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς τῶν Ἀθηνῶν στὴν ὁποία εἶχαν φοιτήσει ὁ Ἰουλιανός, ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνὸς καὶ πολλοὶ ἄλλοι ἐθνικοί καὶ χριστιανοί, ἡ ἀπαγόρευση μὲ ποινὴ θανάτου καὶ δήμευση τῆς περιουσίας τῶν ἐθνικῶν, τῆς κάθε μορφῆς θυσίας, μαντικῆς, ψαλμωδιῶν πρὸς τιμὴ τῶν θεῶν, ἡ κατεδάφιση ἤ τὸ σφράγισμα ἐθνικῶν ἱερῶν, καθὼς καὶ ἡ ἀπαγόρευση τελέσεως θυσιῶν στοὺς Ὀλυμπιακούς Ἀγῶνες. Τὰ σκληρὰ αὐτά μέτρα, δημιούργησαν ἀντιθέσεις καὶ μῖσος ἀνάμεσα στοὺς πιστοὺς τῆς παλιᾶς καὶ τῆς νέας θρησκείας. Ἀκολούθησαν πράξεις βίας, ἰδιαιτέρως ἀπό τὴν πλευρὰ κάποιων φανατικῶν χριστιανῶν.
……….Μετὰ τὸν θάνατό του, τὸ Ἀνατολικό Ρωμαϊκὸ κράτος διαχωρίστηκε ὁριστικὰ ἀπὸ τὸ Δυτικὸ καὶ τὴν ἐξουσία στὰ δύο αὐτὰ τμήματα ἀνέλαβαν οἱ γιοὶ του. Ἔκτοτε τὰ δύο τμήματα τῆς Αὐτοκρατορίας ἀκολούθησαν διαφορετικὲς πορεῖες, γι’ αὐτὸ πολλοὶ ἱστορικοὶ θεωροῦν τὸ ἔτος 395 ἀπαρχὴ τῆς «βυζαντινῆς» ἱστορίας. Καὶ ἐνῷ τὸ δυτικὸ τμῆμα θὰ δεχθῆ τὴν εἰσβολή τῶν γερμανικῶν φύλων ποὺ ἔφεραν τὸ τέλος τοῦ ρωμαϊκοῦ κόσμου, τὸ ἀνατολικὸ τμῆμα στὸ ὁποῖο τὸ ἑλληνικὸ στοιχεῖο κυριαρχοῦσε, κινδύνευσε μὲν προσωρινὰ ἀπό αὐτὰ τὰ φῦλα, ἀντιστάθηκε ὅμως κι ἄντεξε στὶς βαρβαρικὲς εἰσβολές ἐπί χίλια χρόνια.