,

Τὸ ζήτημα τῶν κατοχικῶν δανείων καὶ τὸ χρέος τῆς Γερμανίας πρὸς τὴν Ἑλλάδα
……….Στὶς 27 Φεβρουαρίου τοῦ 1953, τὸ Συνέδριο Ἀποζημιώσεων τοῦ Λονδίνου ἀποφάσισε βάσει τοῦ ἄρθρου 5, παρ.2,
νὰ ἀ ν α β λ η θ ῇ ὁποιαδήποτε συζήτηση καὶ διευθέτηση τῶν ἀξιώσεων γιὰ ἀποζημιώσεις οἱ ὁποῖες πήγαζαν ἀπὸ τὸν Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μὲ τὴν ἀνωτέρω Συμφωνία, «…ἡ ἐξέταση τῶν ἀπαιτήσεων ποὺ ἀπορρέουν ἀπὸ τὸν Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ἀπὸ χῶρες ποὺ βρίσκονταν σὲ πόλεμο μὲ ἤ ποὺ εἶχαν καταληφθεῖ ἀπὸ τὴν Γερμανία κατὰ τὴν διάρκεια αὐτοῦ τοῦ πολέμου (…) θὰ πρέπει νὰ ἀναβληθοῦν (…)» Οἱ ἀπαιτήσεις μας, θὰ διακανονίζοντο μελλοντικῶς, στὰ πλαίσια ἑνὸς «Συμφώνου Εἰρήνης» τὸ ὁποῖο θὰ ὑπεγράφετο μεταξὺ τῆς Γερμανίας (μετὰ τὴν ἐπανένωσή της), μὲ ὅλες τὶς χῶρες ποὺ ἦταν σὲ ἐμπόλεμη κατάσταση κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου (βλέπε Συνθήκη τῆς Βόννης τῆς 26ης Μαΐου 1952 ποὺ ὑπεγράφη ἀπὸ τὴν Δυτικὴ Γερμανία καὶ τροποποιήθηκε στὶς 23 Ὀκτωβρίου 1954 στὸ Παρίσι).
……….Ἡ ἐπανένωση ἔγινε τῷ 1990, μὲ μία Συμφωνία ὀνομασθεῖσα, «Συμφωνία Δύο – σὺν – Τέσσερεις» (2+4), ὑπονοῶντας τὴν Ἀνατολικὴ καὶ Δυτικὴ Γερμανία καὶ τὶς τέσσερεις νικήτριες Δυνάμεις τοῦ Β΄ Π.Π. Σκοπίμως (;) δὲν ὀνομάσθηκε «Συμφωνία Εἰρήνης» γιὰ νὰ μὴν συνδεθῇ μὲ τὰ ὅσα προέβλεπε, τόσο ἡ Συμφωνία τοῦ Λονδίνου τοῦ 1953, ὅσο καὶ ἡ «Ἀπόφαση/ Συμφωνία Ἀποζημιώσεων τοῦ 1946». Τὸ Βερολῖνο θεωρεῖ ὅτι βάσει τῆς Συνθήκης 2+4 τοῦ 1990, καὶ τὴν καταβολὴ ὁρισμένων ποσῶν πρὶν καὶ μετὰ τὴν ἐπανένωση, τὸ ζήτημα τῶν ἐπανορθώσεων τοῦ Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ἔχει κλείσει ὁριστικῶς… Πάνω σ’ αὐτὸ βασίζεται ἡ Γερμανία καὶ συνεχίζει νὰ ἀρνεῖται τὴν καταβολὴ τῶν χρεωστούμενων, θεωρῶντας ὅτι εἴτε παραγράφηκαν, εἴτε ἐξοφλήθηκαν…
……….Σχετικῶς τώρα μὲ τὴν παράγραφο 4, τοῦ ἄρθρου 5, τῆς Συμφωνίας τοῦ 1953, περὶ διαγραφῆς χρεῶν (τὸ ὁποῖο δὲν σχετίζεται μὲ τὸν Β΄Π.Π. καὶ τὴν Ἑλλάδα), αὐτὸ ἀφορᾶ διακανονισμὸ ὡς πρὸς τὴν πληρωμὴ καὶ διαγραφὴ χρεῶν γιὰ τὸ προπολεμικὸ ἐξωτερικὸ χρέος τοῦ γερμανικοῦ Ράιχ, τὸ ὁποῖο περιελάμβανε τὰ ποσὰ τῶν πολεμικῶν ἐπανορθώσεων τοῦ Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
ΤΟ ΧΡΕΟΣ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

-
Πηγή το βιβλίο τού Δημοσθένη Κούκουνα: «Η Ελληνική Οικονομία κατά την Κατοχή και η αλήθεια γιά τα Κατοχικά Δάνεια», των Εκδόσεων Ερωδιός.
……….Πολλές φορές, ειδικώς το τελευταίο διάστημα, έχει γίνει μνεία γιά τον χρυσό που εκλάπη από τους Γερμανούς, ή τις κατοχικές επανορθώσεως/αποζημιώσεις και τα κατοχικά δάνεια.
…………Όσα λέγονται περί κλαπέντος χρυσού, δεν ευσταθούν, διότι ως γνωστόν ο χρυσός φυγαδεύτηκε εγκαίρως, πριν την άφιξη των Γερμανών στην Αθήνα. Ορισμένες μικρές ποσότητες χρυσού και αργύρου καθώς και εισφορές σε τιμαλφή από τον πανελλήνιο έρανο προνοίας, είτε επιστράφηκαν, είτε εντάχθηκαν στο συνολικό χρέος, με την συναίνεση των κατακτητών. Άρα θέμα χρυσού δεν υφίσταται.
……….Σχετικά με τις πολεμικές επανορθώσεις και αποζημιώσεις, έχουν καλυφθεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ανεξαρτήτως πόσο ικανοποιητικός ήταν. Το επίσημο ελληνικό κράτος το οποίο αδικήθηκε κατά την κατανομή των επανορθώσεων και αποζημιώσεων, δέχθηκε ρυθμίσεις που επέβαλε η Διάσκεψη τής Ειρήνης των Παρισίων το 1946, και όσες άλλες διασκέψεις ακολούθησαν στην συνέχεια. Πάνω σε αυτό βασίζεται η Γερμανία και συνεχίζει να αρνείται την καταβολή αυτών που χρωστάει, θεωρώντας ότι είτε παραγράφηκαν είτε εξοφλήθηκαν…
……….ΟΜΩΣ… το ζήτημα των κατοχικών δανείων έχει εντελώς διαφορετική βάση και είναι θλιβερό που το ελληνικό κράτος δεν έχει επιτύχει μέχρι σήμερα να τις διεκδικήσει και ικανοποιήσει.
……….Γιά το ζήτημα των κατοχικών δανείων, η αξίωση εδράζεται κατ’ αρχήν στην συμφωνία τού Μαρτίου 1942, μεταξύ Γερμανών και Ιταλών, η οποία τροποποιήθηκε αργότερα, έπειτα από τις διαπραγματεύσεις στο Βερολίνο και την Ρώμη (Σεπτέμβριος – Οκτώβριος 1942). Δεν έχει καμμία αξία το γεγονός ότι επρόκειτο γιά μία διμερή συμφωνία μεταξύ τής Γερμανίας τού Χίτλερ και τής Ιταλίας τού Μουσολίνι, χωρίς τότε η κατεχόμενη Ελλάδα να λάβει απευθείας μέρος σε μία τριμερή συμφωνία. Οι συμφωνίες αυτές, κατοχυρώνουν την Ελλάδα απολύτως, και προβλέπουν ότι, όσα χρηματικά ποσά έλαβαν οι Γερμανοί και Ιταλοί κατακτητές, είναι αποδοτέα ατόκως, με την λήξη τού πολέμου. Και είναι γελοίος ο ισχυρισμός, ότι τα δάνεια εκείνα, αποτελούσαν καταβολές σε τυπωμένα χαρτονομίσματα, υπονοώντας ότι ήταν ακάλυπτα και πληθωριστικά. Πρόκειται γιά δραχμές, οι οποίες μπορεί να ήταν «ακάλυπτες» με την τραπεζική ορολογία, αλλά ήταν χαρτονομίσματα ΜΕ ΑΙΜΑ. Όχι εξ αιτίας των κάθε λογής πολεμικών εγκλημάτων που γνώρισε τότε ο ελληνικός λαός, και αυτό είναι άλλο ζήτημα, αλλά διότι έτσι προκλήθηκε η πείνα και συστηματικά οι κατακτητές λεηλάτησαν την αγροτική παραγωγή και την όλη ελληνική οικονομία.

……….Αλλά τα χαρτονομίσματα εκείνα είχαν συγκεκριμένη αξία, έστω κι αν ήταν συνεχώς μεταβαλλόμενη, λόγω τής διαρκώς αυξανόμενης κυκλοφορίας και τού πληθωρισμού. Όχι απλώς οι αρμόδιες υπηρεσίες, αλλά οιοσδήποτε απλός πολίτης, μπορεί κάλλιστα να υπολογίσει την πραγματική αξία, αρχικώς στην βάση τής τιμαριθμικής δραχμής. Εν πάση περιπτώσει, πρόκειται γιά συνολικό ποσόν ως προς την Γερμανία (διότι η αντίστοιχη και σημαντικά μικρότερη απαίτηση έναντι τής Ιταλίας έχει ικανοποιηθεί μεταπολεμικά), ανερχόμενο σε σημερινή αξία εκατό δισεκατομμυρίων ευρώ. Αυτό αφορά το κεφάλαιο άτοκα, όπως ήταν η αρχική διμερής συμφωνία τού 1942.
……….Ωστόσο, η οφειλή τής Γερμανίας είναι πολύ μεγαλύτερη, διότι από την λήξη τού πολέμου και συγκεκριμένα από την Διάσκεψη Ειρήνης των Παρισίων, κατέστη ληξιπρόθεσμη, οπότε λαμβάνοντας υπ’ όψιν ένα χαμηλό επιτόκιο, η σημερινή ελληνική απαίτηση ανέρχεται στο επίπεδο των πεντακοσίων δισεκατομμυρίων ευρώ τουλάχιστον. Αυτό είναι το ποσόν που σήμερα αποτελεί ΧΡΕΟΣ ΤΙΜΗΣ γιά την σύγχρονη Γερμανία, να αποδώσει αμέσως, αυθωρεί και παραχρήμα στην πτωχή και καθημαγμένη Ελλάδα. Χωρίς άλλες δικαιολογίες και κωλυσιεργίες. Τα πράγματα είναι ξεκάθαρα.
……….(…) Αυτή την στιγμή, όπως και τα τελευταία εβδομήντα χρόνια, το ζήτημα τής εξόφλησης των κατοχικών δανείων, είναι άμεσης προτεραιότητας εθνικό θέμα. Πεντακόσια και… δισεκατομμύρια ευρώ, προερχόμενα από το ΑΙΜΑ τής κατοχικής περιόδου.
……….(…) Και απλώς θα καταλαβαίναμε τότε, πόσο στραβά ξεκινήσαμε την μεταπολεμική περίοδο, στηριζόμενοι σε λανθασμένες επιλογές και χωρίς πραγματικά κεφάλαια, γιά να αναδημιουργήσουμε την οικονομία μας έπειτα από την καταστροφική περίοδο τής Κατοχής. Σίγουρα κάποιοι ευθύνονται γι’ αυτό, και όχι οι απλοί πολίτες.
ΤΑ ΚΑΤΟΧΙΚΑ ΜΑΡΚΑ

……….Οι νεοαφιχθέντες κατακτητές Γερμανοί, πήραν αυθαίρετα τις αποφάσεις τους και έστησαν δικούς τους μηχανισμούς γιά να χρηματοδοτηθούν οι δαπάνες των στρατευμάτων τους. Κάθε άλλο παρά απροετοίμαστοι ήταν, το αντίθετο μάλιστα! Είχαν υπεραπλουστεύσει την διαδικασία, και η εκτύπωση γινόταν σε ειδικά τροχήλατα λιθογραφεία, δηλαδή σε τροχόσπιτα εντός των οποίων υπήρχαν εκτυπωτικά μηχανήματα. Η χρήση των φρεσκοτυπωμένων αυτών χαρτονομισμάτων, έγινε αφειδώς, αφού με τις άδειες που έπαιρναν οι στρατιώτες γιά «να βγουν στην πόλη», εφοδιάζονταν με τέτοια χαρτονομίσματα των οποίων – όπως αναγραφόταν ευκρινώς, στα γερμανικά βέβαια – η χρήση, επιτρεπόταν στις κατεχόμενες περιοχές και όχι εντός τού Ράιχ. Αυτά ήταν τα κατοχικά ράιχσμαρκ, με τα οποία οι αδειούχοι στρατιώτες εγκαινίασαν την οικονομική αφαίμαξη τής χώρας. Διότι δεν αρκούνταν σε ό,τι μπορεί να έχει ανάγκη ένας στρατιώτης στην έξοδό του, αλλά πραγματοποιούσαν εφόδους στα εμπορικά καταστήματα τής πόλης, κυριολεκτικά αδειάζοντας τα ράφια και τις προθήκες εν είδει αμόκ. Χρειάζεται μία περιγραφή αυτόπτη, γιά να αντιληφθούμε τί γινόταν με την επέλαση των εξοδούχων Γερμανών.
……….Όλοι οι αδειούχοι στρατιώτες, πληρώνονταν με κατοχικά μάρκα, τα οποία κατέστησαν υποχρεωτικό μέσον συναλλαγής. Με αυτά είχαν από την υπηρεσία τους δικαίωμα, να αγοράζουν οποιαδήποτε εμπορεύματα, και να τα στέλνουν ως δώρα στις οικογένειές τους. Ακόμη και τα μεταφορικά που καταβάλλονταν στις σιδηροδρομικές ή ταχυδρομικές υπηρεσίες γιά την αποστολή των «δώρων» στους τόπους καταγωγής τους, πληρώνονταν με κατοχικά μάρκα.

……….Στην ερώτηση των συντετριμμένων επιχειρηματιών, πώς θα μπορούσαν να ανανεώσουν την αποθήκη τους, η απάντηση ήταν ότι τα μάρκα αυτά δεν θα γίνουν δεκτά γιά πληρωμή προϊόντων εισαγωγής»!!
……….(…) Αρχικά τα μάρκα είχα ισοτιμία 50 δραχμές, αλλά αφότου οι Ιταλοί ανέλαβαν καθήκοντα κατοχικής δύναμης και στην Αθήνα, η ισοτιμία αναπροσαρμόστηκε στις 60 δραχμές. Είναι δε αξιοσημείωτο, ότι η ισοτιμία παρέμεινε σταθερή παρ’ όλες τις φοβερές νομισματικές διακυμάνσεις που ακολούθησαν. Και επειδή τα κατοχικά μάρκα χρησιμοποιούνταν για την μισθοδοσία των Γερμανών στρατιωτικών, κυκλοφορούσαν ανεξέλεγκτα γιά την Τράπεζα τής Ελλάδος, η οποία ήταν υποχρεωμένη να τα δέχεται και να τα εξαγοράζει με την ισχύουσα ισοτιμία – που ναί μεν παρέμενε σταθερή, αλλά αυξανόταν αναλόγως με την ροή τού τιμαρίθμου, στο ύψος τού μισθού των στρατιωτών). (…) Εκτός από τα κατοχικά μάρκα, κυκλοφορούσαν στις αντίστοιχες κατεχόμενες περιοχές ιταλικές λιρέτες και μεσογειακές δραχμές, όπως επίσης βουργαρικά λέβα στην κατεχόμενη από τους βούργαρους Μακεδονία και Θράκη, ακόμα και αλβανικά φράγκα στην Θεσπρωτία!!
Η ΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΤΣΟΛΑΚΟΓΛΟΥ
……….Η κυβέρνηση Τσολάκογλου ενοχλήθηκε από την ανεξέλεγκτη αυτή νομισματική κυκλοφορία κατοχικών χαρτονομισμάτων, τα οποία καθημερινά ήταν υποχρεωμένη να ανταλλάσσει με το εθνικό χαρτονόμισμα. Γιά να λυθεί το ζήτημα, κρίθηκε σκόπιμο να πραγματοποιηθεί ευρεία σύσκεψη όσων θα μπορούσαν να έχουν υπεύθυνη γνώμη. Σ’ αυτήν πήραν μέρος οι υπουργοί Οικονομικών Σ. Γκοτζαμάνης, Εθνικής Οικονομίας Πλ. Χατζημιχάλης, Δικαιοσύνης-Εργασίας Αντ. Λιβιεράτος, ο γενικός γραμματέας τού Υπουργείου Οικονομικών και οι εγκυρότεροι τότε Έλληνες οικονομολόγοι: Δ. Μάξιμος, Αλ. Διομήδης, Γ. Πεσμαζόγλου, Κ. Ζαβιτζιάνος, Μ. Νεγρεπόντης, Α. Λαμπρόπουλος, Θ. Λεκατσάς, Ιω. Ηλιάσκος, Β. Δεληγιάννης, Δ. Χέλμης, Ξενοφών Ζολώτας, Ιερ. Πίντος και Άγγ. Αγγελόπουλος.
……….Η ομόφωνη γνώμη που διατύπωσαν, ήταν «…ὅπως ἡ κυβέρνησις καταβάλῃ πάσαν προσπάθειαν διὰ τὴν ἄμεσον παύσιν τῆς κυκλοφορίας τῶν χαρτονομισμάτων κατοχῆς, τῆς ἑλληνικῆς κυβερνήσεως ἀναλαμβανούσης τὴν ὑποχρέωσιν νὰ χορηγῇ εἰς δραχμᾶς τᾶς δαπάνας κατοχῆς, αἱ ὁποῖαι ἔπρεπε νὰ εἶναι ὅσον τῷ δυνατὸν περιωρισμέναι, ἀνάλογοι πρὸς τὴν οἰκονομικὴν δυνατότητα τῆς χώρας…».
…………Η σταθερή άποψη τού Ξενοφώντος Ζολώτα, όπως και τού Α. Αγγελόπουλου τότε, ήταν ό,τι δοθεί στους κατακτητές, έπρεπε να εξευρεθεί με βαριά φορολογικά μέτρα. Γιά να γίνει αυτό όμως, προϋπέθετε την απόσυρση των κατοχικών μάρκων και των ιταλικών μεσογειακών δραχμών, ώστε να ελέγχεται η νομισματική κυκλοφορία. Έτσι την 1η Αυγούστου 1941, η Τράπεζα τής Ελλάδος, άρχισε να δέχεται την εξαγορά των χαρτονομισμάτων αυτών με καταβολή δραχμών!! Μόνον όταν ολοκληρώθηκε η ανταλλαγή, μπόρεσε να εντοπισθεί το πραγματικό ύψος των κατοχικών δαπανών γιά το Α΄3μηνο (Μάϊος – Ιούλιος 1941), τής παρουσίας των κατακτητών.

……….Στην δραματική εξάρθρωση τής κατοχικής οικονομίας, βασικό ρόλο έπαιξε και η γεωστρατηγική θέση τής Ελλάδος, διότι μέσω τού εδάφους της, γινόταν η τροφοδοσία και ο εξοπλισμός τής στρατιάς τού Ρόμελ. Χρειάστηκε να συρθεί στο χάος η ελληνική οικονομία ώστε να χρηματοδοτηθεί η εκστρατεία τού Άφρικα Κόρπς. Ακόμα και ελληνικά λαχανικά και φρούτα δεσμεύονταν γιά να σταλούν στους Γερμανούς, ενώ στην Ελλάδα «φιλοξενούνταν» οι Άραβες σύμμαχοι τού Άξονα, με τα γερμανοντυμένα μέλης τής Αραβικής Λεγεώνας να διαφέρουν μόνο στο χρώμα τού δέρματος από τις υπόλοιπες γερμανικές μονάδες κατοχής.

……….Όσο γιά τους Γερμανούς τραυματίες, ιδίως τού Ανατολικού Μετώπου, η ηλιόλουστη Ελλάδα ήταν ένα αναζωογονητικό θέρετρο. Φυσικά τα επιταγμένα ξενοδοχεία και καταλύματα με την ανάλογη επιτόπια τροφοδοσία, πληρώνονταν από το ελληνικό δημόσιο. Όλες αυτές οι δαπάνες οδήγησαν στην κατοχική χρεοκοπία. Στην πραγματικότητα η χώρα δεν συνήλθε ποτέ μέχρι σήμερα από αυτήν την αιτία και η οικονομία της έμεινε μόνιμα καθηλωμένη.
……….Οι κατακτητές συνέχιζαν να δαπανούν ανεξέλεγκτοι, καθώς αρκούσε μία εντολή τους γιά να επιβαρυνθεί το ελληνικό δημόσιο με ό, τι ποσά εκείνοι έκριναν αναγκαίο. Η ελπίδα ότι με την απόσυρση των κατοχικών νομισμάτων θα βελτιωνόταν η κατάσταση, δεν καρποφόρησε.
-
Επιμέλεια κειμένου και εικόνων: Ἑλληνικὸ Ἡμερολόγιο